ΟΡΦΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ
Η βασική πηγή πληροφόρησης για τις ορφικές δοξασίες είναι ο πάπυρος του Δερβένιου που ανακαλύφθηκε το 1962 στον ομώνυμο τάφο.Ο πάπυρος αυτός χρονολογείτε περί τον 4 αιώνα πχ στα χρόνια της εκστρατείας του μεγάλου Αλέξανδρου και εμπεριέχει πληροφορίες μέχρι και τα τέλη του 5 αιώνα πχ.
Μελετώντας τις περιγραφές των κειμένων αυτών ξετυλίγετε παραβολικά όλη η θεωρία για την γένεση του κόσμου.
Η αρχή γίνετε από την γέννηση του Διονύσου όπου ήταν γιος του θεού Δία και της Σεμέλης κόρη του Κάδμου.
Ο θεός Δίας προόριζε τον Διόνυσο για διάδοχο του στον θρόνο του Ολύμπου κάτι που οι τιτάνες δεν επιθυμούσαν . απήγαγαν λοιπόν τον Διόνυσο με σκοπό να τον σκοτώσουν.(εδώ να αναφέρουμε ότι υπάρχει και η εκδοχή ότι οι τιτάνες ενεργούσαν κάτω από τις εντολές της θέας ήρας) .
Ο Διόνυσος στην προσπάθεια του να ξεφύγει από τους τιτάνες άλλαζε μορφές από φίδι σε αίγα και όταν πήρε την μορφή ταύρου οι τιτάνες τον σκότωσαν και διαμέλισαν το σώμα του.
Η οργή του δια δεν άργησε να έρθει και με κεραυνούς κατακαίει και εξολοθρεύει τους τιτάνες.
Η θεά Αθηνά σώζει την κάρδια του Διονύσου ενώ η θεά Ρέα με την θεά Δήμητρα μαζεύουν τα κομμάτια του και ανασταίνουν ξανά τον Διόνυσο ζαγρέα.
Από το αίμα και τις στάχτες των που έπεσαν στην γη δημιουργήθηκε το ανθρώπινο γένος το οποίο είχε χθόνια και θεία φύση ταυτόχρονα.
Δηλαδή οι άνθρωποι αποτελούνται από δυο κομμάτια , το φθαρτό σώμα και την θεια ψυχή που κατά τον ΠΛΑΤΩΝΑ η ψυχή θα μείνει φυλακισμένη στο σώμα << έως ότου εκτίσει τα οφειλόμενα >> (από το έργο του πλατών Κρατύλος ).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Βλέπουμε με βάση την ιστορία του Διονύσου τον θάνατο ενός θεού και την αναγέννηση του πράγμα που συνδέει το γεγονός αυτό με την ελπίδα δικαίωσης του ανθρώπου μετά τον θάνατο και την ένωση του με τον θεό για μια εξιλεωμένη μεταθανάτια ζωή.
Το σώμα κατά τους ορφικούς είναι εφήμερο ενώ η ψυχή αιώνια ,η ψυχή για κάποιο παραστράτημα κατά την διάρκεια της θεϊκής της πορείας εξορίζεται στο γήινο φθαρτό σώμα που είναι όργανο της μαζί όμως και η φυλακή της .
Η ψυχή λοιπόν είναι αναγκασμένη να υπηρετεί το σώμα και να ικανοποιεί τις ανάγκες του (τροφή ,ύπνος ,μάχη για ίαση από διάφορες ασθένειες .
Είναι επίσης αναγκασμένη να ξαναγίνεται διαρκώς μέσα στον χρόνο και να καθαρίζεται μένοντας στα ενδιάμεσα διαστήματα στον Αδη.
Σε κάθε μια από τις γεννήσεις μπαίνει σε διαφορετικά σώματα φυτών ,ζώων και ανθρώπων .
Ζώντας λοιπόν μια καθαρή και αξιοπρεπή ζωή ακλουθώντας τον δρόμο της σωτηρίας μπορεί στο τέλος να γλυτώσει από τον κύκλο των γεννήσεων και να ξαναγυρίσει ξανά την θεϊκή της πορεία.
Άρα από την ιστορία του Διονύσου οι τιτάνες συμβολίζουν την θεϊκή μας μορφή που έκανε το παραστράτημα της σκοτώνοντας τον.
Ο Διόνυσος για να ξεφύγει από τους τιτάνες άλλαζε μορφές ,αυτό συμβολίζει τον κύκλο των γεννήσεων της ψυχής σε διαφορετικά σώματα φυτών ζώων ανθρώπων όπως αναφέραμε παραπάνω.
Ο θεός Δίας καίγοντας τους τιτάνες δηλαδή την θειικής μορφή έδωσε την αρχή της τιμωρίας δείχνοντας τον δρόμο για την μετάνοια την δοκιμασία στην φθαρτή ζωή και την επιστροφή στην θεϊκή ζωή .
Η ένωση της στάχτης και του αίματος των τιτάνων με την γη είναι η δημιουργία τους ανθρώπινου γένους και η αρχή της δοκιμασίας μας .
Το μάζεμα των κομματιών του σώματος του Διονύσου από την θεά Ρέα και την θεά Δήμητρα δείχνει τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουμε όλοι μας μαζεύοντας τα δικά μας κομμάτια ,ενώ η ανάσταση του Διονύσου ζαγρέα συμβολίζει την ψυχή μας που πλέων έχει εκτίσει τα οφειλόμενα και ξανακερδίζει την χαμένη της θεϊκή πορεία.
Ο Ρ Φ Ι Κ Ο Ι Υ Μ Ν Ο Ι
Οι Ορφικοί Ύμνοι τραγουδιόνταν ή απαγγέλλονταν κατά την διάρκεια των Ορφικών Μυστηρίων των αρχαίων Ελλήνων.
Η λατρεία τους ήταν γνωστή μόνο στους Mηυμένους σ' αυτά. Πολύ λίγα σώζονται μέχρι τι μέρες για να ξέρουμε τι ακριβώς τελετές γίνονταν στα μυστήρια. Αποσπασματικά μόνο σώζονται μερικοί ύμνοι καθώς και εικονικές παραστάσεις από τα μυστήρια ή σποραδικές αναφορές και σχόλια. Χαρακτηριστικό των Ορφικών Ύμνων είναι η μυστικιστική λατρεία και η απόκρυψη από τα μάτια των αμύητων σ' αυτά.
ΟΡΦΕΥΣ
Ο Ορφέας ήταν μυθολογικός ποιητής και ήρωας της αρχαιότητας. Ήταν γιος του βασιλέα της Θράκης Οίαγρου και της Μούσας Καλλιόπης.
Πήρε μέρος στην εκστρατεία των Αργοναυτών. Όταν πέθανε η σύζυγός του Ευρυδίκη, κατέβηκε στον Άδη και, γοητεύοντας την Περσεφόνη με το τραγούδι του και τη λύρα, πήρε την άδεια να πάρει την Ευρυδίκη πάλι στον επάνω κόσμο. Αλλά επειδή, παρά την απαγόρευση, γύρισε να τη δει, πριν ακόμα εξέλθει από τον Άδη, η Ευρυδίκη γύρισε πίσω μέσα στους νεκρούς.
Ορφέας απαρηγόρητος έκλαιγε πάνω στη Γη κι απέφευγε κάθε σχέση με τις γυναίκες. Γι' αυτό οργισμένες οι γυναίκες της Θράκης τον έπιασαν και τον κομμάτιασαν. Ήταν ασύγκριτος μουσικός και το άσμα του ήταν τόσο δυνατό που εξημέρωνε τα θηρία, ενώ τα ποτάμια και τα δέντρα τον ακολουθούσαν. Θεωρείται ως ιδρυτής μυστικών εορτών, που είχαν σχέση με τη λατρεία του Διόνυσου και ως θεμελιωτής της διδασκαλίας για την
αγνή ζωή, ώστε να μην βρεθεί τιμωρία μετά το θάνατο.
ΟΡΦΕΥΣ ΠΡΟΣ ΜΟΥΣΑΙΟΝ
Εὐτυχῶς χρῶ, ἑταῖρε.Μάνθανε δή, Μουσαῖε, θυηπολίην περισέμνην,
εὐχήν, ἣ δή τοι προφερεστέρη ἐστὶν ἁπασέων.Ζεῦ βασιλεῦ καὶ Γαῖα καὶ οὐράνιαι φλόγες ἁγναὶ Ἠελίου, Μήνης θ' ἱερὸν σέλας Ἄστρα τε πάντα•
καὶ σύ, Ποσείδαον γαιήοχε, κυανοχαῖτα,
Φερσεφόνη θ' ἁγνὴ Δημήτηρ τ' ἀγλαόκαρπε Ἄρτεμί τ' ἰοχέαιρα, κόρη, καὶ ἤιε Φοῖβε,
ὃς Δελφῶν ναίεις ἱερὸν πέδον• ὅς τε μεγίστας τιμὰς ἐν μακάρεσσιν ἔχεις, Διόνυσε χορευτά•
Ἆρές τ' ὀμβριμόθυμε καὶ Ἡφαίστου μένος ἁγνὸν ἀφρογενής τε θεά, μεγαλώνυμα δῶρα λαχοῦσα• καὶ σύ, καταχθονίων βασιλεῦ, μέγ' ὑπείροχε δαῖμον,
Ἥβη τ' Εἰλείθυια καὶ Ἡρακλέος μένος ἠύ• καὶ τὸ Δικαιοσύνης τε καὶ Εὐσεβίης μέγ' ὄνειαρ κικλήσκω Νύμφας τε κλυτὰς καὶ Πᾶνα μέγιστον
Ἥρην τ', αἰγιόχοιο Διὸς θαλερὴν παράκοιτιν• Μνημοσύνην τ' ἐρατὴν Μούσας τ' ἐπικέκλομαι ἁγνὰς ἐννέα καὶ Χάριτάς τε καὶ Ὥρας ἠδ' Ἐνιαυτὸν
Λητώ τ' εὐπλόκαμον, θείην σεμνήν τε Διώνην Κουρῆτάς τ' ἐνόπλους Κορύβαντάς τ' ἠδὲ Καβείρους καὶ μεγάλους Σωτῆρας ὁμοῦ, Διὸς ἄφθιτα τέκνα,
Ἰδαίους τε ѳεοὺς ἠδ' ἄγγελον Οὐρανιώνων, Ἑρμείαν κήρυκα, θέμιν θ', ἱεροσκόπον ἀνδρῶν,
Νύκτα τε πρεσβίστην καλέω καὶ φωσφόρον Ἦμαρ, Πίστιν τ' ἠδὲ Δίκην καὶ ἀμύμονα θεσμοδότειραν, Ῥείαν τ' ἠδὲ Κρόνον καὶ Τηθὺν κυανόπεπλον
Ὠκεανόν τε μέγαν, σύν τ' Ὠκεανοῖο θύγατρας Ἄτλαντός τε καὶ Αἰῶνος μέγ' ὑπείροχον ἰσχὺν καὶ Χρόνον ἀέναον καὶ τὸ Στυγὸς ἀγλαὸν ὕδωρ μειλιχίους τε θεούς, ἀγαθήν τ' ἐπὶ τοῖσι Πρόνοιαν
Δαίμονά τ' ἠγάθεον καὶ Δαίμονα πήμονα θνητῶν, Δαίμονας οὐρανίους καὶ ἠερίους καὶ ἐνύδρους καὶ χθονίους καὶ ὑποχθονίους ἠδ' ἐμπυριφοίτους, καὶ Σεμέλην Βάκχου τε συνευαστῆρας ἅπαντας,
Ἰνὼ Λευκοθέην τε Παλαίμονά τ' ὀλβιοδώτην Νίκην θ' ἡδυέπειαν ἰδ' Ἀδρήστειαν ἄνασσαν καὶ βασιλῆα μέγαν Ἀσκληπιὸν ἠπιοδώτην
Παλλάδα τ' ἐγρεμάχην κούρην, Ἀνέμους τε πρόπαντας καὶ Βροντὰς Κόσμου τε μέρη τετρακίονος αὐδῶ•
Μητέρα τ' ἀθανάτων, Ἄττιν καὶ Μῆνα κικλήσκω Οὐρανίαν τε θεάν, σύν τ' ἄμβροτον ἁγνὸν Ἄδωνιν Ἀρχήν τ' ἠδὲ Πέρας, τὸ γὰρ ἔπλετο πᾶσι μέγιστον,
εὐμενέας ἐλѳεῖν κεχαρημένον ἦτορ ἔχοντας τήνδε θυηπολίην ἱερὴν σπονδήν τ' ἐπὶ σεμνήν.
ΕΥΧΗ ΠΡΟΣ ΜΟΥΣΑΙΟΝ(μεταφραση)
Μάθε λοιπόν, Μουσαίε, την μύησι την πολυσέβαστη την προσευχή, πού είναι βέβαια για
σε η προσφορώτερη απ' όλες:
'Ω Δία βασιλιά και Γη καί ουράνιαι φλόγες καθαραί του Ηλίου, καί της Σελήνης το ιερόν φως καί όλα τα Αστρα καί συ Ποσειδώνα με την κυανήν χαίτην πού περιβάλλεις την γήν.
Περσεφόνη αγνή καί Δήμητρα με τους ωραίους καρπούς,
καί Άρτεμι πού εκτοξεύεις τα βέλη, ώ κόρη καί ήιε Φοίβε
πού κατοικείς εις την ιερή γη των Δελφών
καί συ χορευτή Διόνυσε, που έχεις τις μεγαλύτερες τιμές ανάμεσα στους θεούς
Άρη ίσχυρόκαρδε καί αγνέ ισχυρέ Ηφαιστε καί συ θεά γεννημένη άπό τον αφρό.
(Αφροδίτη), πού σούλαχαν δώρα με μεγάλα ονόματα• καί συ βασιλιά των καταχθόνιων,
θεέ πού έχεις μεγάλην ύπεροχήν καί σεις Ήβη καί Είλείθυια καί του Ηρακλή ή γενναία
δύναμις κάί της Δικαιοσύνης και της Ευσέβειας το μέγα όφελος προσκαλώ, καί τις
ξακουστές Νύμφες καί τον Πάνα τον μέγιστον καί την Ηραν, την θαλερήν σύζυγον του
Διός. πού φέρει την ασπίδα καί την Μνημοσύνην την άξιέραστη καί τάς άγνάς εννέα
Μούσας επικαλούμαι καί
τάς Χάριτας καί τάς Ωρας καί τον Ένιαυτόν και την θεϊκή Λητώ με τα όμορφα μαλλιά καί
την σεβαστή Διώνην καί τους ώπλισμένους Κουρήτας. τους Κορύβαντας καί τους
Κάβειρους καί μαζί μ' αυτούς τους μεγάλους Σωτηρας καί τους Ίδαίους θεούς, τα
αθάνατα τέκνα του Διός καί τον αγγελιοφόρον των επουρανίων, τον Ερμήν, τον κήρυκα,
καί την θέμιν πού εξετάζει τάς θυσίας των ανθρώπων, καί την Νύκτα την πρεσβυτέραν
εξ όλων προσκαλώ καί την Ημέραν πού φέρει το φως καί την Πίστιν καί την Δίκην καί
την άμωμον θεσμοδότειραν
καί την Ρέα καί τον Κρόνο καί την μαυρόπεπλο Τηθύν καί τον μεγάλον Ωκεανόν καί
συνάμα τάς θυγατέρας του Ωκεανού' του Ατλαντος και του Αιώνος την άνυπέρβλητον
δύναμιν καί τον Χρόνον πού τρέχει διαρκώς, καί της Στυγός το λαμπρό νερό καί τους
μειλίχιους θεούς
καί προς τούτοις την αγαθήν Πρόνοιαν καί τον Δαίμονα τον αγιώτατον καί τον Δαίμονα
τον καταστροφέα των ανθρώπωντους Δαίμονας τους ουράνιους και τους θαλασσίους και
τους υδατινους και τους γήινους και τους κάτω από την γην
και τους περιφερόμενους εις τον αέρα
και την Σεμέλην και όλους όσοι εορτάζουν μαζί με τον Βάκχον.
Την Ινώ, την Λευκοθέαν και τον Παλαίμονα. που δίδει την ευτυχίαν.
Και την Νίκην την γλυκομίλητη και την βασίλισσαν Άδράστειαν και τον Ασκληπιόν τον
μεγάλο βασιλέα, πού καταπραύνει με τα δώρα του.
Και την κόρην ( παρθένον) Παλλάδα, πού διεγείρει την μάχην,
και τους Άνεμους όλους και τάς Βροντάς και τα μέρη του Κόσμου, πού έχει τέσσαρες
κίονες, προσφωνώ και την Μητέρα των αθανάτων, τον Αττιν και τον Μήνα προσκαλώ.
Και την θεάν Ούρανίαν μαζί δε και τους αθανάτους, τον αγνόν Αδωνιν και την Αρχήν και
το Πέρας• διότι αυτό είναι το μέγιστον δι' όλα• (όλους αυτούς τους θεούς τους
επικαλούμαι) να προσέλθουν με ευμένειαν, έχοντες χαρούμενη καρδία,. εις αυτήν την
ίεράν θυσίαν και εις αυτήν την σεμνήν σπονδήν.
Ἑκάτης
Εἰνοδίαν Ἑκάτην κλήιζω, τριοδῖτιν, ἐραννήν,οὐρανίαν χθονίαν τε καὶ εἰναλίαν, κροκόπεπλον,τυμβιδίαν, ψυχαῖς νεκύων μέτα βακχεύουσαν,
Περσείαν, φιλέρημον, ἀγαλλομένην ἐλάφοισι,νυκτερίαν, σκυλακῖτιν, ἀμαιμάκετον βασίλειαν,θηρόβρομον, ἄζωστον, ἀπρόσμαχον εἶδος ἔχουσαν,
ταυροπόλον, παντὸς κόσμου κληιδοῦχον ἄνασσαν,ἡγεμόνην, νύμφην, κουροτρόφον, οὐρεσιφοῖτιν,λισσόμενος κούρην τελεταῖς ὁσίαισι παρεῖναι
βουκόλωι εὐμενέουσαν ἀεὶ κεχαρηότι θυμῶι.
Ύμνος εις ΕΚΑΤΗΝ(μεταφραση)
Την Εκάτην εξυμνώ, που την λατρεύουν στας οδούς και στας τριόδους, την επέραστη, την ουρανίαν και την επίγειον και την θαλασσινήν πού έχει κίτρινο πέπλο, αυτήν πού
φροντίζει για τους νεκρούς καί που είναι ενθουσιασμένη ανάμεσα στις ψυχές των
νεκρών, την Πέρσειαν, αυτήν πού αγαπά την ερημιά καί ευφραίνεται με τα ελάφια, την νυκτερινήν, την προστάτιν των σκύλων, την ακαταμάχητη βασίλισσα αυτήν πού θηρεύει ταύρους, την βασίλισσα πού έχει τα κλειδιά όλου του κόσμου, την οδηγόν, την νύμφην
αυτήν πού ανατρέφει παιδιά καί πού περιφέρεται στα βουνά αυτήν την κόρην ας
παρακαλέσωμε να παρευρεθή εις τάς ιεράς τελετάς με ευμενή πάντοτε διάθεσιν προς τον ηγέτην καί με χαρούμενη καρδιά.
Προθυραίας
Κλῦθί μοι, ὦ πολύσεμνε θεά, πολυώνυμε δαῖμον,ὠδίνων ἐπαρωγέ, λεχῶν ἡδεῖα πρόσοψι,
θηλειῶν σώτειρα μόνη, φιλόπαις, ἀγανόφρον,ὠκυλόχεια, παροῦσα νέαις θνητῶν, Προθυραία,κλειδοῦχ', εὐάντητε, φιλοτρόφε, πᾶσι προσηνής,
ἣ κατέχεις οἴκους πάντων θαλίαις τε γέγηθας,λυσίζων', ἀφανής, ἔργοισι δὲ φαίνηι ἅπασι,
συμπάσχεις ὠδῖσι καὶ εὐτοκίηισι γέγηθας,
Εἰλείθυια, λύουσα πόνους δειναῖς ἐν ἀνάγκαις•μούνην γὰρ σὲ καλοῦσι λεχοὶ ψυχῆς ἀνάπαυμα•
ἐν γὰρ σοὶ τοκετῶν λυσιπήμονές εἰσιν ἀνῖαι,Ἄρτεμις Εἰλείθυια, καὶ ἡ σεμνή, Προθυραία.
κλῦθι, μάκαιρα, δίδου δὲ γονὰς ἐπαρωγὸς ἐοῦσα καὶ σῶζ', ὥσπερ ἔφυς αἰεὶ σώτειρα προπάντων.
ΠΡΟΘΥΡΑΙΑΣ (μεταφραση)
Άκουσε με ώ πολυσέβαστη θεά. πού έχεις πολλά ονόματα, καί πού είσαι βοηθός στα κοιλοπονήματα καί με γλυκύτητα προσβλέπεις στις λεχώνες συ ή σωτηρία των θηλυκών,
πού μόνον εσύ αγαπάς τα παιδιά, και είσαι φιλόφρων συ επιταχύνεις τον τοκετό και προσέρχεσαι βοηθός των ανθρώπων στις λύπες των ως Προθυραία (ως προοτάτις της θύρας της οικίας).
Σύ είσαι φύλαξ καί ευπρόσιτος (καταδεκτική) καί αγαπάς να τρέφης ζώα καί εις όλους είσαι προσηνής (ήπια).
Σύ προστατεύεις τάς οικίας όλων καί χαίρεσαι στά συμπόσια.Λύεις τάς ζώνας (των γυναικών) καί είσαι αφανής, άλλ' όμωςεκδηλών εσαι εις όλα τα έργα, καί συμπάσχεις για το κοιλοπονήματα (των γυναικών) καί χαίρεσαι. όταν ο τόκε-
τος είναι εύκολος και γρήγορος. ΕΙσαι ή Ειλείθυια. πού λύεις τους πόνους, σε φοβερές ανάγκες. Διότι μόνον εσένα προσκαλούν οι λεχώνες για ανακούφιση της ψυχής των.
Διότι εσύ κάνεις (τις γυναίκες) να λησμονήσουν τις στενοχώριες από τους τοκετούς Ώ 'Αρτεμι Είλείθυια και σεβαστή Προθυραία. Ακουσε με μακαρία και δίδε απογόνους και να είσαι βοηθός• και να διασώζης καθώς εκ φύσεως εγεννήθης και είσαι πάντοτε ή σωτηρία όλων.
Νυκτός
Νύκτα θεῶν γενέτειραν ἀείσομαι ἠδὲ καὶ ἀνδρῶν.Νὺξ γένεσις πάντων, ἣν καὶ Κύπριν καλέσωμεν κλῦθι, μάκαιρα θεά, κυαναυγής, ἀστεροφεγγής,
ἡσυχίηι χαίρουσα καὶ ἠρεμίηι πολυύπνωι, εὐφροσύνη, τερπνή, φιλοπάννυχε, μῆτερ ὀνείρων, ληθομέριμν' ἀγαθή τε πόνων ἀνάπαυσιν ἔχουσα,
ὑπνοδότειρα, φίλη πάντων, ἐλάσιππε, νυχαυγής,ἡμιτελής, χθονία ἠδ' οὐρανία πάλιν αὐτή,
ἐγκυκλία, παίκτειρα διώγμασιν ἠεροφοίτοις, ἣ φάος ἐκπέμπεις ὑπὸ νέρτερα καὶ πάλι φεύγεις εἰς Ἀίδην• δεινὴ γὰρ ἀνάγκη πάντα κρατύνει.
νῦν σε, μάκαιρα, καλῶ, πολυόλβιε, πᾶσι ποθεινή, εὐάντητε, κλύουσα ἱκετηρίδα φωνὴν
ἔλθοις εὐμενέουσα, φόβους δ' ἀπόπεμπε νυχαυγεῖς.
ΝΥΚΤΟΣ (μεταφραση)
Την Νύκτα θα τραγουδήσω, την μητέρα των θεών και των ανθρώπων. Η Νύξ έγέννησε τα πάντα, δια τούτο ας της δώσωμεν και το όνομα Κύπρις. Ακουσε με μακαρία θεά, πού έχεις σκοτεινή λάμψιν και φέγγεις με τα αστέρια συ χαίρεσαι εις την ησυχίαν και εις την ηρεμίαν πού φέρει πολύν ύπνον.
Εισαι ή χαρά, ευχάριστη, αγαπάς τα ολονύκτια γλέντια, ώ μητέρα των Ονείρων συ κάνεις να λησμονούν (οι άνθρωποι) τις φροντίδες (της ζωής) και τους παρέχεις ωραίαν άνάπαυσιν άπο τους κόπους, διότι τους δίνεις τον ύπνον, και
είσαι φίλη όλων, και οδηγείς τους Ιππους και λάμπεις κατά την νύκτα.
ΕΙσαι ημιτελής, γηινη και η ίδια πάλιν είσαι ουρανία περιστρέφεσαι κυκλικώς και παίζεις με τα θηράματα πού πλανώνται εις τον Αέρα εσύ στέλλεις το φως εις τα υποκάτω από την γήν και πάλιν φέγγεις εις τον Άδήν διότι τα
πάντα κυβερνά ή ακαταμάχητος ανάγκη (η υπερέχουσα, ή ακατανίκητος δύναμις. Πού δεν δύναται να την αποφυγή κανείς). Αλλά τώρα ώ μακάρια πολυευτυχισμένη Νύχτα, πού είσαι εις όλους περιπόθητη και καταδεκτική εισάκουσε την ικετευτικήν φωνήν των
λόγων μου και έλα με ευμενή διάθεσιν και δίωξε τους νυκτερινούς φόβους.
Οὐρανοῦ
Οὐρανὲ παγγενέτωρ, κόσμου μέρος αἰὲν ἀτειρές,πρεσβυγένεθλ', ἀρχὴ πάντων πάντων τε τελευτή,κόσμε πατήρ, σφαιρηδὸν ἑλισσόμενος περὶ γαῖαν,
οἶκε θεῶν μακάρων, ῥόμβου δίναισιν ὁδεύων,οὐράνιος χθόνιός τε φύλαξ πάντων περιβληθείς, ἐν στέρνοισιν ἔχων φύσεως ἄτλητον ἀνάγκην,
κυανόχρως, ἀδάμαστε, παναίολε, αἰολόμορφε, πανδερκές, Κρονότεκνε, μάκαρ, πανυπέρτατε δαῖμον, κλῦθ' ἐπάγων ζωὴν ὁσίαν μύστηι νεοφάντηι.
ΟΥΡΑΝΟΥ(μεταφραση)
Ουρανέ πού εγέννησες τα πάντα και είσαι πάντοτε μέρος του κόσμου ακατάβλητον.
πρωτότοκε, ή αρχή των πάντων και το τέλος των πάντων κυρίαρχε του κόσμου, πού ελίσσεσαι γύρω από
την γήν ωσάν σφαίρα και είσαι ή κατοικία των μακαρίων θεών και περιοδεύεις με κυκλικάς περιστροφας ωσάν σβούρα και ανέλαβες ως φύλαξ όλων και
εις τον ουρανόν και εις την γήν εις τα στήθη σου έχεις την φοβεράν ανάγκην της φύσεως, συ πού έχεις κυανοϋν χρώμα ακατάβλητος, πολυποίκιλος, πολυειδής.
συ πού βλέπεις τα πάντα και είσαι τέκνον του Κρόνου, μακάριος, υπεράνω όλων, άκουσε με και φέρε ίεράν ζωήν εις τον μύστην τον νέον.
Αἰθέρος
Ὦ Διὸς ὑψιμέλαѳρον ἔχων κράτος αἰὲν ἀτειρές,ἄστρων ἠελίου τε σεληναίης τε μέρισμα,
πανδαμάτωρ, πυρίπνου, πᾶσι ζωοῖσιν ἔναυσμα,ὑѱιφανὴς Αἰθήρ, κόσμου στοιχεῖον ἄριστον, ἀγλαὸν ὦ βλάστημα, σελασφόρον, ἀστεροφεγγές,
κικλήσκων λίτομαί σε κεκραμένον εὔδιον εἶναι.
ΑΙΘΕΡΟΣ(μεταφραση)
Ω εσύ πού έχεις το υψηλόν κράτος του Διός πού είναι πάντοτε ακατανίκητον καί έχεις μέρος των άστρων, του ήλιου και της σελήνης πού δαμάζεις τα πάντα καί φυσάς φωτιά και είσαι ο σπινθήρ της ζωής εις όλα τα ζωντανά πλάσματα.
ο Αιθήρ πού φαίνεσαι από υψηλά, καί είσαι το άριστον (πρώτον) στοιχείον του κόσμου ώ λαμπρόν βλαστάρι, πού φέρεις το φως και φέγγεις με τα άστρα.
Εσέ προσκαλώ καί σέ παρακαλώ να είοαι ήπιος καί γαλήνιος εις ημάς.
Πρωτογόνου
Πρωτόγονον καλέω διφυῆ, μέγαν, αἰθερόπλαγκτον,ὠιογενῆ, χρυσέαισιν ἀγαλλόμενον πτερύγεσσι, ταυροβόαν, γένεσιν μακάρων θνητῶν τ' ἀνθρώπων,
σπέρμα πολύμνηστον, πολυόργιον, Ἠρικεπαῖον,
ἄρρητον, κρύφιον ῥοιζήτορα, παμφαὲς ἔρνος,ὄσσων ὃς σκοτόεσσαν ἀπημαύρωσας ὁμίχλην πάντη δινηθεὶς πτερύγων ῥιπαῖς κατὰ κόσμον λαμπρὸν ἄγων φάος ἁγνόν, ἀφ' οὗ σε Φάνητα κικλήσκω ἠδὲ Πρίηπον ἄνακτα καὶ Ἀνταύγην ἑλίκωπον.
ἀλλά, μάκαρ, πολύμητι, πολύσπορε, βαῖνε γεγηѳὼς ἐς τελετὴν ἁγίαν πολυποίκιλον ὀργιοφάνταις.
ΠΡΩΤΟΓΟΝΟΥ(μεταφραση)
Τον Πρωτόγονον προσκαλώ, τον διμορφον. τον μέγαν πού πλανάται εις τον αιθέρα, πού έγεννήθη από τα αυγό καί χαίρεται με τα χρυσά πτερά αυτόν πού έχει πρόσωπον ταύρου και πού εγέννησε τους μακάριους θεούς καί τους θνητούς ανθρώπους,
πού είναι σπέρμα πολυενθύμητον καί εορτάζεται με πολλάς τελετάς. Τον Ηρικεπαίον, τον απόρρητον, τον απόκρυφον. τον ορμητικόν, το λαμπρό βλαστάρι εσύ πού αφήρεσες την σκοτεινήν όμίχλην των ματιών,
αφού περιεστράφης με τάς ορμητικάς κινήσεις των πτερύγων σου παντού εις τον
κόσμον καί έφερες λαμπρόν φως αγνόν καί απ' αυτό σε ονομάζω Φάνητα
καί βασιλέα Πρίαπον καί Ανταύνην με τα εύστροφα μάτια. Αλλά συ ο μακάριος, ό
πολυμήχανος ο γόνιμος βάδιζε (πήγαινε) χαρούμενος εις την ίεράν πολυποίκιλον τελετήν πού γίνεται από εκείνους, πού φανερώνουν (πού γνωρίζουν να τελούν) τάς μυστηριακάς τελετουργίας.
Ἄστρων
Ἄστρων οὐρανίων ἱερὸν σέλας ἐκπροκαλοῦμαι εὐιέροις φωναῖσι κικλήσκων δαίμονας ἁγνούς. Ἀστέρες οὐράνιοι, Νυκτὸς φίλα τέκνα μελαίνης,
ἐγκυκλίοις δίναισι περιθρόνια κυκλέοντες. ἀνταυγεῖς, πυρόεντες, ἀεὶ γενετῆρες ἁπάντων,
μοιρίδιοι, πάσης μοίρης σημάντορες ὄντες, θνητῶν ἀνθρώπων θείαν διέποντες ἀταρπόν,
ἑπταφαεῖς ζώνας ἐφορώμενοι, ἠερόπλαγκτοι,
οὐράνιοι χθόνιοί τε, πυρίδρομοι, αἰὲν ἀτειρεῖς, αὐγάζοντες ἀεὶ νυκτὸς ζοφοειδέα πέπλον,
ΑΣΤΡΩΝ (μεταφραση)
Των Αστέρων των επουρανίων το ιερόν Φως επικαλούμαι, καί με φωνές αγιώτατες απευθύνω πρόσκλησιν προς αυτούς τους αγνούς θεούς. Ό Άστρα επουράνια, της μαύρης
Νυκτός αγαπητό τέκνα, σεις πού περιφέρεσθε κυκλικώς με κυκλοτερείς κινήσεις γύρω από τον θρόνον, σπινθηροβόλα, πύρινα, πού είσθε αιωνίως οι γεννήτορες των πάντων σεις είσθε το πεπρωμένον, πού επισημαίνετε κάθε μοιραίον (είσθε οι άγγελοι κάθε
μοίρας)• σεις των θνητών ανθρώπων καθορίζετε την θεϊκήν πορείαν σεις που φαίνεσθε σε επταφωτισμένες ζώνες καί περιπλανάσθε εις τον αέρα• επουράνιοι καί επίγειοι, πού
έχετε πύρινη διαδρομή, πάντοτε ακατάβλητοι• καί φωτίζετε πάντοτε τον σκοτεινόν πέπλον της νυκτός, καί πάντοτε λάμπετε με ακτινοβολίας καί είσθε γεμάτοι από χαράν καί ως νυκτερινοί • ελάτε εις τους πολυπάθεις μόχθους της ιεράς τελετής φέροντες εις πέρας ως αγαθοί την διαδρομήν προς ένδοξα έργα.
Εἰς Ἥλιον
Κλῦθι μάκαρ, πανδερκὲς ἔχων αἰώνιον ὄμμα, Τιτὰν χρυσαυγής, Ὑπερίων, οὐράνιον φῶς, αὐτοφυής, ἀκάμας ζώιων ἡδεῖα πρόσοψι, δεξιὲ μὲν γενέτωρ ἠοῦς, εὐώνυμε νυκτός,
κρᾶσιν ἔχων ὡρῶν, τετραβάμοσι ποσσὶ χορεύων, εὔδρομε, ῥοιζήτωρ, πυρόεις, φαιδρωπέ, διφρευτά,
ῥόμβου ἀπειρεσίου δινεύμασιν οἶμον ἐλαύνων, εὐσεβέσιν καθοδηγὲ καλῶν, ζαμενὴς ἀσεβοῦσι, χρυσολύρη, κόσμου τὸν ἐναρμόνιον δρόμον ἕλκων,
ἔργων σημάντωρ ἀγαθῶν, ὡροτρόφε κοῦρε, κοσμοκράτωρ, συρικτά, πυρίδρομε, κυκλοέλικτε,
φωσφόρε, αἰολόδικτε, φερέσβιε, κάρπιμε Παιάν, ἀιθαλής, ἀμίαντε, χρόνου πάτερ,
ἀθάνατε Ζεῦ, εὔδιε, πασιφαής, κόσμου τὸ περίδρομον ὄμμα, σβεννύμενε λάμπων
τε καλαῖς ἀκτῖσι φαειναῖς, δεῖκτα δικαιοσύνης, φιλονάματε, δέσποτα κόσμου,
πιστοφύλαξ, αἰεὶ πανυπέρτατε, πᾶσιν ἀρωγέ,
ὄμμα δικαιοσύνης, ζωῆς φῶς• ὦ ἐλάσιππε, μάστιγι λιγυρῆι τετράορον ἅρμα
διώκων• κλῦθι λόγων, ἡδὺν δὲ βίον μύστηισι πρόφαινε.
ΗΛΙΟΥ. (μεταφραση)
'Ακουσε μακάριε, πού έχεις μάτι αιώνιον και βλέπει τα πάντα συ ό Τιτάν πού λάμπεις ωσάν χρυσός, πού βαδίζεις υψηλά, και είσαι το επουράνιον φώς Σύ είσαι αφ' εαυτού γεννημένος, ακαταπόνητος, των ζώων γλυκύ θέαμα και είσαι της μεν αυγής ο δεξιός γεννήτωρ της δε νυκτός ό αριστερός έχεις την συνένωσιν των εποχών και χορεύεις
(κινείσαι κυκλικώς) με τέσσερα πόδια (ό δημιουργός των τεσσάρων εποχών του έτους), είσαι ταχύς, ορμητικός, πύρινος, με χαρωπόν βλέμμα, διφρηλάτης. και διέρχεσαι την όδόν του απέραντου ρόμβου με περιστροφικάς κινήσεις- καθοδηγείς τους ευσεβείς ανθρώπους εις τάς καλάς πράξεις και εις τους ασεβείς επιδεικνύεις δυσμένειαν συ έχεις χρυσήν λύραν και σύρεις τον άρμονικόν δρόμον του κόσμου επισημαίνεις τα καλά έργα, συ είσαι ό νέος που τρέφεις τάς έποχάς. ΕΙσαι ό κυρίαρχος του κόσμου, ό αυλητής, διατρέχεις δια του πυρός και περιστρέφεσαι κυκλικώς, φέρεις το φως εμφανίζεσαι με
ποικίλες μορφές, φέρεις την ζωήν, είσαι καρποφόρος, ώ Παιάν αειθαλής, αμόλυντος, πατήρ του χρόνου, ό αθάνατος Ζευς. Καθαρός, πού λάμπεις εις όλους, είσαι το περιφερόμενον κυκλικώς μάτι του κόσμου, πού σβύνει και λάμπει με ωραίες φωτεινές ακτίνες' δεικνύεις την δικαιοσύνην, αγαπάς το νερό. είσαι ό δεσπότης (ό κύριος) του κόσμου, ό φύλαξ της αληθείας, ο αιώνιος υπέρτατος, ό βοηθός εις όλους είσαι ό οφθαλμός της δικαιοσύνης, το φως της ζωής• ώ συ, πού οδηγείς τους Ιππους, και
κατευθύνεις με λιγυρό μαστίγιο τέθριππον (με τέσσερα άλογα) άρμα (ό ' Υμνωδός δια του συμβολισμού αύτοϋ αναφέρεται εις την υπό του ΗΛΙΟΥ διαμόρφωσιν των τεσσάρων εποχών του έτους), άκουσε τους λόγους μου και φανέρωσε εις τους μεμυημένους γλυκεία και ευχάριστη ζωή.
Εἰς Σελήνην
Κλῦѳι, θεὰ βασίλεια, φαεσφόρε, δῖα Σελήνη, ταυρόκερως Μήνη, νυκτιδρόμε, ἠεροφοῖτι,
ἐννυχία, δαιδοῦχε, κόρη, εὐάστερε, Μήνη, αὐξομένη καὶ λειπομένη, θῆλύς τε καὶ ἄρσην,
αὐγάστειρα, φίλιππε, χρόνου μῆτερ, φερέκαρπε, ἠλεκτρίς, βαρύθυμε, καταυγάστειρα, νυχία,
πανδερκής, φιλάγρυπνε, καλοῖς ἄστροισι βρύουσα, ἡσυχίηι χαίρουσα καὶ εὐφρόνηι ὀλβιομοίρωι, λαμπετίη, χαριδῶτι, τελεσφόρε, νυκτὸς ἄγαλμα,
ἀστράρχη, τανύπεπλ', ἑλικοδρόμε, πάνσοφε κούρη, ἐλθέ, μάκαιρ', εὔφρων, εὐάστερε, φέγγεϊ τρισσῶι λαμπομένη, σώζουσα νέους ἱκέτας σέο, κούρη.
ΣΕΛΗΝΗΣ(μεταφραση)
Ακουσε με, θεά βασίλισσα πού φέρεις το φως, σεβαστή σελήνη Μήνη. πού έχεις κέρατα ταύρου, και τρέχεις την νύκτα και περιπλανάσαι εις τον αέρα.
Νυκτερινή, πού έχεις δάδα, κόρη πού είσαι ένας λαμπρός αστέρας, ή Μήνη πού
μεγαλώνεις και λιγοστεύεις, θηλυκή και αρσενική πού φωτίζεις καί αγαπάς τους ίππους, μητέρα
Φύσεως
Ὦ Φύσι, παμμήτειρα θεά, πολυμήχανε μῆτερ,οὐρανία, πρέσβειρα, πολύκτιτε δαῖμον, ἄνασσα,πανδαμάτωρ, ἀδάμαστε, κυβερνήτειρα, παναυγής,
παντοκράτειρα, τιτιμενέα πανυπέρτατε πᾶσιν ἄφθιτε, πρωτογένεια, παλαίφατε, κυδιάνειρα,
ἐννυχία, πολύτειρε, σελασφόρε, δεινοκαθέκτι,ἄψοφον ἀστραγάλοισι ποδῶν ἴχνος εἱλίσσουσα,ἁγνή, κοσμήτειρα θεῶν ἀτελής τε τελευτή,κοινὴ μὲν πάντεσσιν, ἀκοινώνητε δὲ μούνη, αὐτοπάτωρ, ἀπάτωρ, ἐρατή, πολύγηθε, μεγίστη,
εὐάνθεια, πλοκή, φιλία, πολύμικτε, δαῆμον,ἡγεμόνη, κράντειρα, φερέσβιε, παντρόφε κούρη,αὐτάρκεια, δίκη, Χαρίτων πολυώνυμε πειθώ, αἰθερία, χθονία καὶ εἰναλία μεδέουσα,
πικρὰ μέν φαύλοισι, γλυκεῖα δὲ πειθομένοισι, πάνσοφε, πανδώτειρα, κομίστρια, παμβασίλεια, αὐξιτρόφος, πίειρα πεπαινομένων τε λύτειρα. πάντων μὲν σὺ πατήρ, μήτηρ, τροφὸς ἠδὲ τιθηνός, ὠκυλόχεια, μάκαιρα, πολύσπορος, ὡριὰς ὁρμή,
παντοτεχνές, πλάστειρα, πολύκτιτε, ποντία δαῖμον, ἀιδία, κινησιφόρε, πολύπειρε, περίφρων,
ἀενάωι στροφάλιγγι θοὸν ῥύμα δινεύουσα, πάνρυτε, κυκλοτερής, ἀλλοτριομορφοδίαιτε,
εὔθρονε, τιμήεσσα, μόνη τὸ κριθὲν τελέουσα, σκηπτούχων ἐφύπερθε βαρυβρεμέτειρα κρατίστη, ἄτρομε, πανδαμάτειρα, πεπρωμένη, αἶσα, πυρίπνους,
ἀίδιος ζωὴ ἠδ' ἀθανάτη τε πρόνοια• πάντα σύ ἐσσι, ἄνασσα• σὺ γὰρ μούνη τάδε τεύχεις.
ἀλλά, θεά, λίτομαί σε σὺν εὐόλβοισιν ἐν ὥραις εἰρήνην ὑγίειαν ἄγειν, αὔξησιν ἁπάντων.
ΦΥΣΕΩΣ(μεταφραση)
Ώ θεά Φύσι, μητέρα των πάντων, πολυμήχανη μητέρα, επουράνια, σεβαστή θεά πού κτίζεις τα πάντα, βασίλισσα εσύ δαμάζεις τα πάντα, είσαι ακατανίκητος, εσύ κυβερνάς, λάμπεις πολύ. είσαι ή κυρία των πάντων, πάντοτε τιμημένα ό υπεράνω όλων θεός• είσαι αθάνατη, πρωτότοκος, παναρχαία και εις τους άνδρας παρέχεις δοξαν νυκτερινή,
έχεις μεγαλην πείραν φέρεις το φως δυσκόλως καθησυχάζεις, και περιελίσσεις αθόρυβα τα ίχνη των ποδιών σου (περιπατείς αθόρυβα). Είσαι αγνή, διατάσσεις τους θεούς, είσαι το τέλος, χωρίς να έχης τέλος είσαι κοινή εις όλα (μετέχεις εις τα πάντα), αλλά μόνον εις έσέ δεν συμμετέχει τίποτε είσαι ή ίδία πατέρας του εαυτού σου (εγεννήθης αφ εαυτής),
διότι πατέρα δεν έχεις, είσαι και αρσενική και πολυμήχανη και πάρα πολύ μεγάλη
ανθηρά, περιπλέκεις τα πάντα, είσαι φίλη, αναμειγνύεις τα πάντα καί είσαι έμπειρος οδηγός, κυβερνήτις φέρεις ζωήν είσαι κόρη πού τρέφεις τα πάντα, αυτάρκεια. Δίκη είσαι
η πειθώ των Χαρίτων με πολλά ονόματα αιθέρια (διάγεις εις τον αιθέρα), επίγειος
αρχόντισσα καί θαλασσινή πικρή μεν για τους φαύλους, αλλά γλυκεία εις εκείνους που πείθονται εις σέ σοφή εις όλα, παρέχεις τα πάντα τρέφεις τα πάντα και τα αυξάνεις,
λιπαρά (άφθονα), καί απελευθερώνεις, καταστρέφεις, εκείνα πού ωριμάζουν, που
πεθαίνουν συ είσαι πατέρας των πάντων καί επίσης μητέρα τροφός καί βυζάστρα βοηθάς εις την παραγωγήν των προϊόντων, μακαρία, έχεις πολλά σπέρματα (είσαι καρποφόρος), και γίνεσαι στον καιρό πού πρέπει.
Ορμή (δραστηριοποιείσαι).καιρό πού πρέπει, ορμή (δραστηριοποιείσαι), δημιουργείς τα πάντα, είσαι πλάστρα, κτίζεις πολλά, σεβαστή θεά αιωνία, φέρεις την κίνησιν. έχεις πολλήν πείραν, είσαι
συνετή• καί κινείσαι σαν γρήγορο ρεύμα με αδιάκοπον στροβιλισμόν διαρρέεις από παντού, κινείσαι κυκλικώς καί διαρκώς μεταβάλλεις μορφήν έχεις ώραίον θρόνον, τιμημένη, μόνον εσύ εκτελείς εκείνο πού απεφασίσθη, καί κρατείς το σκήπτρον (κυβερνάς) από επάνω, καί βροντάς δυνατά, συ ή ισχυρότατη• ατρόμητη, πού δαμάζεις τα πάντα, ή προωρισμένη μοίρα,πού αποπνέεις φωτιά αιωνία ζωή καί αθάνατη πρόνοια
τα πάντα είσαι εσύ διότι μόνη σου εσύ κατασκευάζεις (δημιουργείς) όλα αυτά. Αλλά σε παρακαλώ, θεά μου, να μας φέρης μαζί με τις ευτυχισμένες ώρες (εποχές) ειρήνην, υγείαν καί πολλαπλασιασμόν τών πάντων.
Πανός
Πᾶνα καλῶ κρατερόν, νόμιον, κόσμοιο τὸ σύμπαν,οὐρανὸν ἠδὲ θάλασσαν ἰδὲ χθόνα παμβασίλειαν καὶ πῦρ ἀθάνατον• τάδε γὰρ μέλη ἐστὶ τὰ Πανός.
ἐλθέ, μάκαρ, σκιρτητά, περίδρομε, σύνθρονε Ὥραις, αἰγομελές, βακχευτά, φιλένθεε, ἀστροδίαιτε,
ἁρμονίαν κόσμοιο κρέκων φιλοπαίγμονι μολπῆι, φαντασιῶν ἐπαρωγέ, φόβων ἔκπαγλε βροτείων, αἰγονόμοις χαίρων ἀνὰ πίδακας ἠδέ τε βούταις, εὔσκοπε, θηρητήρ, Ἠχοῦς φίλε, σύγχορε νυμφῶν,
παντοφυής, γενέτωρ πάντων, πολυώνυμε δαῖμον, κοσμοκράτωρ, αὐξητά, φαεσφόρε, κάρπιμε Παιάν, ἀντροχαρές, βαρύμηνις, ἀληθὴς Ζεὺς ὁ κεράστης. σοὶ γὰρ ἀπειρέσιον γαίης πέδον ἐστήρικται, εἴκει δ' ἀκαμάτου πόντου τὸ βαθύρροον ὕδωρ
Ὠκεανός τε πέριξ ἐν ὕδασι γαῖαν ἑλίσσων, ἀέριόν τε μέρισμα τροφῆς, ζωοῖσιν ἔναυσμα,
καὶ κορυφῆς ἐφύπερθεν ἐλαφροτάτου πυρὸς ὄμμα.
βαίνει γὰρ τάδε θεῖα πολύκριτα σαῖσιν ἐφετμαῖς• ἀλλάσσεις δὲ φύσεις πάντων ταῖς σαῖσι προνοίαις βόσκων ἀνθρώπων γενεὴν κατ' ἀπείρονα κόσμον. ἀλλά, μάκαρ, βακχευτά, φιλένθεε, βαῖν' ἐπὶ λοιβαῖς εὐιέροις, ἀγαθὴν δ' ὄπασον βιότοιο τελευτὴν Πανικὸν ἐκπέμπων οἶστρον ἐπὶ τέρματα γαίης.
ΠΑΝΟΣ(μεταφραση)
Τον Πάνα προσκαλώ τον ίσχυρόν, των ποιμενικόν το σύμπαν του κόσμου (το κοσμικόν σύμπαν) τον ούρανόν και την θάλασσαν και την γήν πού είναι βασίλισσα των πάντων, και το αθάνατον πυρ διότι αυτή είναι τα μέλη του Πάνος. Ελα εσύ πού είσαι μακάριος, πηδηχτής, πού τρέχεις γύρω. και κάθεσαι στον ίδιο θρόνο με τάς ώρας (τάς έποχάς) εσύ
πού τα μέλη σου μοιάζουν με της γίδας, ό μανιακός, πού εύκολα ενθουσιάζεσαι και περνάς τη ζωή σου μέσα σε σπήλαια• εσύ υφαίνεις την άρμονίαν του κόσμου με
παιχνιδιάρικο τραγούδι, εΐοαι ό βοηθός των φαντασμάτων και ό δημιουργός μεγάλων φόβων εις τους ανθρώπους• χαίρεσαι να είσαι στις πηγές με γιδοβοσκούς και
βοίδοβοσκούς και βλέπεις μακρυά, είσαι κυνηγός, φίλος της Ηχους, καί χορεύεις μαζί με
τις νύμφες παράγεις τα πάντα, είσαι πατέρας των πάντων, εσύ ό θεός με τα πολλά ονόματα είσαι κυρίαρχος του κόσμου, συντελείς εις την αύξησιν, φέρεις το φως, είσαι ό
καρποφόρος Παιάν χαίρεσαι στα σπήλαια, υπερβολικά θυμώνεις, καί είσαι αληθινός Ζευς
με κέρατα διότι εις εσένα στηρίζεται το άπέραντον δαπεδον της γης καί υποχωρεί το βαθύ ρεύμα του ακαταπόνητου πόντου.
καί ο Ωκεανός ελίσσεται γύρω από τ ην γήν μέσα στα νερά• καί το έναέριον μέρος
(μερίδιον) της τροφής, πού είναι σπινθήρ ζωής εις τα ζωντανά καί το μάτι του
ελαφρότατου πυρός επάνω από την κορυφήν διότι αυτά τα θεϊκά, πού είναι πολυποίκιλα, προχωρούν (κινούνται) δια των ιδικών σου εντολών συ μεταβάλλεις την φυσικήν
κατάστασιν όλων τον πραγμάτων κατά τάς ίδικάς σου προβλέψεις καί τρέφεις το γένος των ανθρώπων εις τον άπέραντον κοσμον.
Άλλα βάδιζε (έλα) εις τάς ίερωτάτας σπονδάς συ ό μακάριος, πού είσαι γεμάτος από βακχικήν μανίαν. Ο ενθουσιώδης, καί δόσε να εχωμεν καλόν τέλος του βίου καί δίωξε την μανίαν του πανικού (τον μανιακον πανικόν) εις τη πέρατα της γης.
Ἡρακλέος
Ἥρακλες ὀμβριμόθυμε, μεγασθενές, ἄλκιμε Τιτάν, καρτερόχειρ, ἀδάμαστε, βρύων ἄѳλοισι κραταιοῖς, αἰολόμορφε, χρόνου πάτερ, ἀίδιέ τε ἐύφρων,
ἄρρητ', ἀγριόθυμε, πολύλλιτε, παντοδυνάστα, παγκρατὲς ἦτορ ἔχων, κάρτος μέγα, τοξότα, μάντι, παμφάγε, παγγενέτωρ, πανυπέρτατε, πᾶσιν ἀρωγέ, ὃς θνητοῖς κατέπαυσας ἀνήμερα φῦλα διώξας,
εἰρήνην ποθέων κουροτρόφον, ἀγλαότιμον, αὐτοφυής, ἀκάμας, γαίης βλάστημα φέριστον, πρωτογόνοις στράψας βολίσιν, μεγαλώνυμε Παιών, ὃς περὶ κρατὶ φορεῖς ἠῶ καὶ νύκτα μέλαιναν, δώδεκ' ἀπ' ἀντολιῶν ἄχρι δυσμῶν ἆθλα διέρπων, ἀθάνατος, πολύπειρος, ἀπείριτος, ἀστυφέλικτος• ἐλθέ, μάκαρ, νούσων θελκτήρια πάντα κομίζων,
ἐξέλασον δὲ κακὰς ἄτας κλάδον ἐν χερὶ πάλλων, πτηνοῖς τ' ἰοβόλοις κῆρας χαλεπὰς ἐπίπεμπε.
ΗΡΑΚΛΕΟΥΣ
Ηρακλή Ορμητικέ, μεγαλοδύναμε, δυνατέ Τιτάνα.
πού έχεις ισχυρά χέρια. ακατάβλητε. πού είσαι γεμάτος από τολμηρούς άθλους,
ποικιλόμορφε, πατέρα του χρόνου, είσαι αιώνιος καί παρέχεις ευθυμίαν, απόρρητος (ανέκφραστος), θηριώδης, πού σε ικετεύουν πολλοί, παντοδύναμος• έχεις πανίσχυρη
καρδιά, μεγάλην δύναμιν είσαι τοξότης καί μάντις τρώγεις τα πάντα, των πάντων
γεννήτωρ (πατήρ), υπέρτατος εξ όλων βοηθός εις όλους συ καταπραύνεις τους
ανθρώπους άποδιώκων τα άγρια φύλα (θηρία) επειδή ποθούσες την ειρήνη, πού τρέφει τους νέους, και τιμάσαι με λαμπρότητα ΕΙσαι αύτογέννητος. ακούραστος, υπέροχο της γης βλαστάρι.
Εις τους πρωτογόνους (τους πρωτογεννημένους τους παλαιούς) άστραψες με λάμψεις, ώ θεέ με το μεγάλο όνομα συ γύρω από το κεφάλι σου φέρεις την αυγήν και την μαύρη
νύχτα και έκαμες δώδεκα άθλους από την ανατολή έως την δύσιν έχεις μεγάλην πείραν μεταξύ των αθανάτων, είσαι απέραντος και αδιάσειστος έλα μακάριε, και φέρε μας όλα
τα μαγικά (μαγευτικά•) φάρμακα των ασθενειών και βγάλε έξω τις καταστρεπτικές ασθένειες, κρατών καί κινών κλάδον στο χέρι σου και με τα ριπτόμενα ιοβόλα βέλη σου απόδιωξε τις βαρείες μοίρες.
Κρόνου
Ἀιθαλής, μακάρων τε θεῶν πάτερ ἠδὲ καὶ ἀνδρῶν, ποικιλόβουλ', ἀμίαντε, μεγασθενές, ἄλκιμε Τιτάν, ὃς δαπανᾶις μὲν ἅπαντα καὶ αὔξεις ἔμπαλιν αὐτός, δεσμοὺς ἀρρήκτους ὃς ἔχεις κατ' ἀπείρονα κόσμον, αἰῶνος Κρόνε παγγενέτωρ, Κρόνε ποικιλόμυθε,
Γαίης τε βλάστημα καὶ Οὐρανοῦ ἀστερόεντος, γέννα, φυή, μείωσι, Ῥέας πόσι, σεμνὲ Προμηθεῦ, ὃς ναίεις κατὰ πάντα μέρη κόσμοιο, γενάρχα, ἀγκυλομῆτα, φέριστε• κλύων ἱκετηρίδα φωνὴν πέμποις εὔολβον βιότου τέλος αἰὲν ἄμεμπτον.
ΚΡΟΝΟΥ(μεταφραση)
Εσύ πού πάντοτε θάλλεις, καί είσαι ό πατέρας των μακαρίων θεών καί των ανθρώπων,
πολυμήχανε, αμόλυντε, μεγαλοδύναμε, Ισχυρέ Τιτάν
εσύ εξαντλείς τα πάντα καί αντιθέτως συ ό ίδιος τα επαυξάνεις• έχεις δεσμούς
αδιάρρηκτους εις τον άπέραντον κόσμον ώ Κρόνε, πατερά του αιώνος (του χρόνου),
Κρόνε με τα πολλά ονόματα, πού είσαι το βλαστάρι της γης καί του ουρανού με τα πολλά αστέρια• είσαι ή γέννησις (ή αρχή), καί ή φθορά της Φύσεως, σύζυγος της Ρέας, Ο σεβαστός
Προμηθεύς, πού κατοικείς εις όλα τα μέρη του κόσμου, ό αρχηγός του γένους (των ανθρώπων), πού ή σκέψις σου είναι αγκαθωτή (πού αγκυλώνει), είσαι ό κράτιστος• άκουσε την ίκετευτικήν φωνήν μας, καί είθε να μας στέλλης πάντοτε άψογον τέλος βίου ευτυχισμένου.
Ῥέας
Πότνα Ῥέα, θύγατερ πολυμόρφου Πρωτογόνοιο, ἥτ' ἐπὶ ταυροφόρον ἱερότροχον ἅρμα τιταίνεις, τυμπανόδουπε, φιλοιστρομανές, χαλκόκροτε κούρη,
μῆτερ Ζηνὸς ἄνακτος Ὀλυμπίου, αἰγιόχοιο, πάντιμ', ἀγλαόμορφε, Κρόνου σύλλεκτρε μάκαιρα, οὔρεσιν ἣ χαίρεις θνητῶν τ' ὀλολύγμασι φρικτοῖς,
παμβασίλεια Ῥέα, πολεμόκλονε, ὀμβριμόθυμε, ψευδομένη, σώτειρα, λυτηριάς, ἀρχιγένεθλε,
μήτηρ μέν τε θεῶν ἠδὲ θνητῶν ἀνθρώπων• ἐκ σοῦ γὰρ καὶ γαῖα καὶ οὐρανὸς εὐρὺς ὕπερθεν καὶ πόντος πνοιαί τε• φιλόδρομε, ἀερόμορφε• ἐλθέ, μάκαιρα θεά, σωτήριος εὔφρονι βουλῆι εἰρήνην κατάγουσα σὺν εὐόλβοις κτεάτεσσι, λύματα καὶ κῆρας πέμπουσ' ἐπὶ τέρματα γαίης.
ΡΕΑΣ(μεταφραση)
Σεβαστή Ρέα θυγατέρα του Πρωτογόνου με τις πολλές μορφές.
συ. πού το ιερόν άρμα σου οδηγεί το λιοντάρι, πού φονεύει τον ταύρον κάνεις θορυβον με το κτύπημα τύμπανων καί αγαπάς την μανίαν. είσαι ή κόρη πού κροτείς με τον χαλκό.
ή μητέρα του βασιλιά Διός. του ' Ολυμπίου. πού έχει την ασπίδα
εντιμότατη, έχεις λαμπράν μορφήν, ευτυχισμένη σύζυγος του Κρόνου πού χαίρεσαι στα βουνά καί με τις φρικτές κραυγές των ανθρώπων
ώ Ρέα βασίλισσα των πάντων, πού διεγείρεις τον Θόρυβον της μάχης, ίσχυρόκαρδη εσύ σώζεις με τα ψέματα, απολυτρώνεις, είσαι ή πρωτογενής ή μητέρα των θεών καί των φθαρτών ανθρώπων.
Διότι από σε προέρχονται (έγεννήθησαν) καί ή γη καί ο υπεράνω αυτής πλατύς ουρανός
καί ό πόντος καί οί άνεμοι αγαπάς το τρέξιμο, έχεις αεριώδη μορφήν
'Ελα, μακαρία θεά για σωτηρία μας με καλόβουλη διάθεσι. και φέρε μας την ειρήνην με
ευτυχισμένους καιρούς καί στείλε στα πέρατα της γης ό,τι είναι άχρηστον εις ημάς καί τις καταστροφές.
Διός
Ζεῦ πολυτίμητε, Ζεῦ ἄφθιτε, τήνδε τοι ἡμεῖς μαρτυρίαν τιθέμεσθα λυτήριον ἠδὲ πρόσευξιν. ὦ βασιλεῦ, διὰ σὴν κεφαλὴν ἐφάνη τάδε θεῖα,
γαῖα θεὰ μήτηρ ὀρέων θ' ὑψηχέες ὄχθοι καὶ πόντος καὶ πάνθ', ὁπόσ' οὐρανὸς ἐντὸς ἔταξε• Ζεῦ Κρόνιε, σκηπτοῦχε, καταιβάτα, ὀμβριμόѳυμε,
παντογένεθλ', ἀρχὴ πάντων πάντων τε τελευτή, σεισίχθων, αὐξητά, καθάρσιε, παντοτινάκτα, ἀστραπαῖε, βρονταῖε, κεραύνιε, φυτάλιε Ζεῦ•
κλῦθί μου, αἰολόμορφε, δίδου δ' ὑγίειαν ἀμεμφῆ εἰρήνην τε θεὰν καὶ πλούτου δόξαν ἄμεμπτον.
ΔΙΟΣ(μεταφραση)
Ω Δία πολυτιμημένε. Δία αθάνατε, αυτήν εδώ ημείς την απολυτρωτικήν ομολογίαν καί
προσευχήν σου άπευθύνομεν. Ω βασιλιά, από το δικό σου κεφάλι ανεφάνησαν όλα αυτά.
(δηλαδή ή γη ή θεά μητέρα και των βουνών οι υψηλοί λόφοι και ό πόντος η θάλασσα) και όλα όσα ό ουρανός περιέχει. Ώ Δία. υιέ του Κρόνου, πού έχεις το σκήπτρον και
εμφανίζεσαι εν μέσω βροντών και αστραπών, ισχυρόκαρδε. πού εγέννησες τα πάντα, και είσαι ή αρχή των πάντων και των πάντων το τέλος.
Σύ πού σείεις την γήν και συντελείς εις την αύξησιν πού καθαρίζεις (εξαγνίζεις) και εξουσιάζεις τα πάντα και αστράφτεις και βροντάς και ρίχνεις κεραυνούς και είσαι ό τροφός (ό τροφοδότης) άκουσε με ποικιλόμορφε, και δόσε μας άριστην υγείαν και την θεάν ειρήνην και πλούτου δόξαν ακηλίδωτον.
ΕΙσαι αυτογέννητος και ο πατέρας των μακαρίων θεών και των ανθρώπων Αλλά πρόσεξε με ευχαρίστησιν τάς σπονδάς μας και βοήθησε τάς φρένας μας (τον νουν μας), δια να γίνουν όλα σωστά.
και ζωήν πού να παρέχη χαράν εις την ψυχήν συνάμα δε δόσε μας την βασίλισσαν
υγείαν καί την θεάν είρήνην, πού είναι ή πολυτίμητη τροφός των νέων. καί βίον πού να κυριαρχήται πάντοτε από εύθυμες σκέψεις.
Ἥρης
Κυανέοις κόλποισιν ἐνημένη, ἀερόμορφε, Ἥρα παμβασίλεια, Διὸς σύλλεκτρε μάκαιρα,
ψυχοτρόφους αὔρας θνητοῖς παρέχουσα προσηνεῖς, ὄμβρων μὲν μήτηρ, ἀνέμων τροφέ, παντογένεθλε• χωρὶς γὰρ σέθεν οὐδὲν ὅλως ζωῆς φύσιν ἔγνω• κοινωνεῖς γὰρ ἅπασι κεκραμένη ἠέρι σεμνῶι• πάντων γὰρ κρατέεις μούνη πάντεσσί τ' ἀνάσσεις
ἠερίοις ῥοίζοισι τινασσομένη κατὰ χεῦμα. ἀλλά, μάκαιρα θεά, πολυώνυμε, παμβασίλεια, ἔλθοις εὐμενέουσα καλῶι γήθοντι προσώπωι.
ΗΡΑΣ(μεταφραση)
Καθισμένη σε γαλάζιους κόλπους, αερόμορφε συ Ηρα πού είσαι βασίλισσα των πάντων, μακαριά σύζυγος του Διός, καί παρέχεις (προσφέρεις) εις τους ανθρώπους ήπιες αύρες,
πού τρέφουν τάς ψυχάς. είσαι μητέρα των βροχών, τροφός των ανέμων, έχεις γεννήσει τα πάντα.
Διότι χωρίς εσένα κανένα γενικώς πλάσμα δεν γνωρίζει την φύσιν της ζωής διότι
συμμετέχεις εις όλα συγκερασμένη με τον σεβαστόν αέρα.
Διότι μόνη εσύ είσαι κυρίαρχος όλων καί όλων είσαι βασίλισσα καί με αέρινες ορμητικές κινήσεις λούζεσαι εις τα νερά. Αλλά συ ή μακαρία θεά πού έχεις πολλά ονόματα καί είσαι ή βασίλισσα πάντων.είθε να μας έλθης ευμενής με ωραίο χαρούμενο πρόσωπο.
Ποσειδῶνος
Κλῦθι, Ποσείδαον γαιήοχε, κυανοχαῖτα, ἵππιε, χαλκοτόρευτον ἔχων χείρεσσι τρίαιναν,
ὃς ναίεις πόντοιο βαθυστέρνοιο θέμεθλα, ποντομέδων, ἁλίδουπε, βαρύκτυπε, ἐννοσίγαιε, κυμοθαλής, χαριδῶτα, τετράορον ἅρμα διώκων,
εἰναλίοις ῥοίζοισι τινάσσων ἁλμυρὸν ὕδωρ, ὃς τριτάτης ἔλαχες μοίρης βαθὺ χεῦμα θαλάσσης, κύμασι τερπόμενος θηρσίν θ' ἅμα, πόντιε δαῖμον• ἕδρανα γῆς σώζοις καὶ νηῶν εὔδρομον ὁρμήν, εἰρήνην, ὑγίειαν ἄγων ἠδ' ὄλβον ἀμεμφῆ.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΟΣ(μεταφραση)
Ακουσε, Ποσειδώνα, πού κατέχεις την γήν με τη γαλανή χαίτη (θάλασσα), φίλε των ιππων πού κρατείς στα χέρια αού χαλκοφκιασμένη τρίαινα συ κατοικείς εις τα θεμέλια
του πόντου, πού είναι βαθύς, άρχων του πόντου, πού ταρακουνάς (ταράσσεις) την θάλασσαν και βαρεία βροντάς, πού σείεις την γήν με τα άφθονα κύματα, έχεις όψιν χαριτωμένην και οδηγείς τέθριττπον άρμα και με θαλάσσια σφυρίγματα τινάζεις ψηλά το αλμυρό νερό.
συ έλαχες (επήρες με λαχνό) ως τρίτο μέρος το βαθύ ρεύμα της θαλάσσης, και τέρπεσαι με τα κύματα, συνάμα και με τα θηρία, ώ σεβαστέ θεέ.
Είθε να διασώζης τα στηρίγματα της γης και την ταχείαν ορμήν των πλοίων, και να μας φέρης ειρήνην υγείαν και πραγματικήν ευτυχίαν.
Άκουσε με. Ποσειδώνα, «πρωτότοκο παιδί» του Διός πού είσαι από τους αρχαιότερους επουρανίους μακάριους θεούς και πατήρ των ανθρώπων εσύ πού κατοικείς εις την κορυφήν επάνω εις τα υψώματα του Ολύμπου, και πού σου έτυχε ο κλήρος να βασιλεύης δεύτερος μετά τον Δία πάντων φίλε των ίππων, πού κρατείς στα χέρια σου
τρίαινα χαλκοφκιασμένη πού έχεις μέγα κράτος, όψιν χαριτωμένην και οδηγείς τεθριππον άρμα.
Ω βασιλιά πανίσχυρε, αγιώτατε, πολυτίμητε, πού χαίρεσαι με τους σεβαστούς
μυστοπόλους και με τα Ιερά σεβάσματα είθε να είσαι ευμενής και να δείξης την ευτυχίαν εις τους μεμυημένους.
Εἰς Πλούτωνα(αδη)
Ὦ τὸν ὑποχθόνιον ναίων δόμον, ὀμβριμόθυμε, Ταρτάριον λειμῶνα βαθύσκιον ἠδὲ λιπαυγῆ, Ζεῦ χθόνιε, σκηπτοῦχε, τάδ' ἱερὰ δέξο προθύμως,
Πλούτων, ὃς κατέχεις γαίης κληῖδας ἁπάσης, πλουτοδοτῶν γενεὴν βροτέην καρποῖς ἐνιαυτῶν• ὃς τριτάτης μοίρης ἔλαχες χθόνα παμβασίλειαν, ἕδρανον ἀθανάτων, θνητῶν στήριγμα κραταιόν•
ὃς θρόνον ἐστήριξας ὑπὸ ζοφοειδέα χῶρον τηλέπορον τ', ἀκάμαντα, λιπόπνοον, ἄκριτον Ἅιδην κυάνεόν τ' Ἀχέρονθ', ὃς ἔχει ῥιζώματα γαίης• ὃς κρατέεις θνητῶν θανάτου χάριν, ὦ πολυδέγμων Εὔβουλ', ἁγνοπόλου Δημήτερος ὅς ποτε παῖδα
νυμφεύσας λειμῶνος ἀποσπαδίην διὰ πόντου τετρώροις ἵπποισιν ὑπ' Ἀτθίδος ἤγαγες ἄντρον δήμου Ἐλευσῖνος, τόθι περ πύλαι εἴσ' Ἀίδαο.
μοῦνος ἔφυς ἀφανῶν ἔργων φανερῶν τε βραβευτής, ἔνθεε, παντοκράτωρ, ἱερώτατε, ἀγλαότιμε, σεμνοῖς μυστιπόλοις χαίρων ὁσίοις τε σεβασμοῖς• ἵλαον ἀγκαλέω σε μολεῖν κεχαρηότα μύσταις.
ΕΙΣ ΠΛΟΥΤΩΝΑ(μεταφραση)
Ω εσύ πού κατοικείς εις τον υποχθονιον κόσμον. ισχυρόκαρδε εις τον κατάσκιον και σκοτεινόν λειμώνα του Ταρτάρου. ώ Δία. πού είσαι κάτω από την γήν και κρατείς σκήπτρον,
δέξου με προθυμίαν αυτάς τάς θυσίας ώ Πλούτων, που κρατείς τα κλειδιά όλης της γης και παρέχεις πλούτον εις το γένος των ανθρώπων με τους ενιαυσίους καρπούς, που σου έλαχε ως το τρίτον μέρος ή γη, ή βασίλισσα πάντων, ή έδρα των θεών, το ισχύουν στήριγμα των ανθρώπων συ πού εστήριξες τον θρονον σου κάτω σε σκοτεινον χώρον.
εις μακρυνον αιώνιον χωρίς ζωήν εις τον ασυγκίνητον Αδην, και εις τον μαυρον
Αχέροντα, πού κρατείς τις ρίζες της γης συ πού είσαι κυρίαρχος των ανθρώπων δια του θανάτου, ώ συ Εύβουλε πού υποδέχεσαι πολλούς συ πού κάποτε άφού παντρεύτηκες την κόρην της αγνής Δήμητρας και την απέσπασες από το λειβάδι την απήγαγες δια μέσου της θαλάσσης επάνω εις τέσσερα άλογα και την έφερες εις κάποιο σπήλαιο της Αττικής, είς την περιοχήν της Ελευσίνας, όπου είναι αι πύλαι του Άδου.
Σύ μόνον επιβραβεύεις τα έργα τα αφανή και τα φανερά, είσαι ενθουσιώδης, κύριος των πάντων, ίερώτατος. τιμάσαι με λαμπρότητα καί χαίρεσαι με τους σεβαστούς μυστοπόλους
και με τα ιερά σεβάσματα σε παρακαλώ να έλθης εις τους μεμυημένους με ευμένειαν και χαρούμενος.
Κεραυνοῦ Διός
Ζεῦ πάτερ, ὑψίδρομον πυραυγέα κόσμον ἐλαύνων, στράπτων αἰθερίου στεροπῆς πανυπέρτατον αἴγλην, παμμακάρων ἕδρανον θείαις βρονταῖσι τινάσσων, νάμασι παννεφέλοις στεροπὴν φλεγέθουσαν ἀναίθων, λαίλαπας, ὄμβρους, πρηστῆρας κρατερούς τε κεραυνούς, βάλλων ἐς ῥοθίους φλογερούς, βελέεσσι καλύπτων
παμφλέκτους, κρατερούς, φρικώδεας, ὀμβριμοθύμους, πτηνὸν ὅπλον δεινόν, κλονοκάρδιον, ὀρθοέθειρον,
αἰφνίδιον, βρονταῖον, ἀνίκητον βέλος ἁγνόν, ῥοίζου ἀπειρεσίου δινεύμασι παμφάγον ὁρμήν, ἄρρηκτον, βαρύθυμον, ἀμαιμάκετον πρηστῆρα οὐράνιον βέλος ὀξὺ καταιβάτου αἰθαλόεντος, ὃν καὶ γαῖα πέφρικε θάλασσά τε παμφανόωντα, καὶ θῆρες πτήσσουσιν, ὅταν κτύπος οὖας ἐσέλθηι•
μαρμαίρει δὲ πρόσωπ' αὐγαῖς, σμαραγεῖ δὲ κεραυνὸς αἰθέρος ἐν γυάλοισι• διαρρήξας δὲ χιτῶνα οὐράνιον προκάλυμμα βάλλεις ἀργῆτα κεραυνόν. ἀλλά, μάκαρ, θυμὸν κύμασι πόντου ἠδ' ὀρέων κορυφαῖσι• τὸ σὸν κράτος ἴσμεν ἅπαντες. ἀλλὰ χαρεὶς λοιβαῖσι δίδου φρεσὶν αἴσιμα πάντα
ζωήν τ' ὀλβιόθυμον, ὁμοῦ θ' ὑγίειαν ἄνασσαν εἰρήνην τε θεόν, κουροτρόφον, ἀγλαότιμον, καὶ βίον εὐθύμοισιν ἀεὶ θάλλοντα λογισμοῖς.
ΚΕΡΑΥΝΙΟΥ ΔΙΟΣ(μεταφραση)
Δία πατέρα μας, πού οδηγείς τον λαμπρόν κόσμον. πού βροντάει υψηλά, καί παράγεις
την υψηλοτάτην λάμψιν της αιθέριας αστραπής, συ πού με τις θεϊκές βροντές σου
τινάσσεις (τραντάζεις) τον θρόνον των πανευτυχών θεών, καί ανάβεις την φλογεράν
αστραπήν μέσο από τα νερά. πού είναι σκεπασμένα από σύννεφα, καί στέλνεις τις
λαίλαπες, τίς βροχές, τίς ανεμοθύελλες, τους ισχυρούς κεραυνούς, πού είναι φλογεροί,
ορμητικοί, φρικώδεις, ισχυρόκαρδοι, θορυβώδεις, γεμάτοι φλόγα, καί σκεπάζεις με τα
σύννεφα το φοβερον πετούμενο όπλον (τον κεραυνόν),
πού κλονίζει τίς καρδιές και προκαλεί ανατριχίλα, πού έρχεται αιφνιδιαστικά καί είναι βροντερό, αγνό βέλος
ακατανίκητον. με τους στροβίλους του απέραντου σφυρίγματος, πού τρώγει τα πάντα
κατά την ορμητικήν του κίνησιν, αδιάρρηκτον αγανακτημένον, ακαταμάχητον, το οξύ
ουράνιον βέλος του φλογερού κεραυνού, πού κατεβαίνει με βροντές καί αστραπές, για
τον οποίον καί ή γή αισθάνεται φρίκην καί ή πάμφωτη θάλασσα• καί τα θηρία τον
φοβούνται όταν ο κτύπος (του κεραυνού) εισέλθη είς το αυτί των (Οταν τον ακούσουν)
λάμπουν τα πρόσωπα των από τίς λάμψεις του κεραυνού Οταν πέφτη ο κεραυνός είς τάς
κοιλάδας του αιθέρος (είς τον θόλον του ουρανού)• όταν όμως διάρρηξης (διάσχισης)
τον χιτώνα, πού είναι το προκάλυμμα του ουρανού, χαλαρώνεις τον απαστράπτοντα
κεραυνόν. Άλλα. μακάριε, ρίψε τον βαρύν θυμόν σου είς τα κύματα του πόντου καί είς
τάς κορυφάς των βουνών • διότι την δύναμιν σου την γνωρίζομεν Ολοι.
Άλλα συ προς χάριν της σπονδής δόσε είς τάς φρένας (είς τον νουν) πάντα τα ορθά (τα
πρέποντα), καί ζωήν εύτυχισμένην καί μαζί μ' αυτά την βασίλισσαν υγείαν καί την θεάν
Ειρήνην πού τρέφει τα παιδιά, την πολυτίμήτον καί βίον πού θα θάλλη (να είναι πλήρης)
από εύθυμους λογισμούς.
Διὸς Ἀστραπαίου
Κικλήσκω μέγαν, ἁγνόν, ἐρισμάραγον, περίφαντον, ἀέριον, φλογόεντα, πυρίδρομον, ἀεροφεγγῆ, ἀστράπτοντα σέλας νεφέων παταγοδρόμωι αὐδῆι, φρικώδη, βαρύμηνιν, ἀνίκητον θεὸν ἁγνόν, ἀστραπαῖον Δία, παγγενέτην, βασιλῆα μέγιστον,
εὐμενέοντα φέρειν γλυκερὴν βιότοιο τελευτήν.
ΔΙΟΣ ΑΣΤΡΑΠΕΩΣ(μεταφραση)
θυμίαμα, λιβανομάνναν
Προσκαλώ τον μέγαν, τον άγνόν, πού δυνατά βροντά, τον oνομαστόν, τον αέριον τον
φλογερον, πού συγκλονίζει με το πυρ αυτόν πού λάμπει στον αέρα.πού αστράφτει εις το
φως των νεφών με φωνήν πού τρέχει με iσχυρόν κρότον, πού προκαλεί φρίκη, εσέ τον
πάρα πολύ ωργισμένον τον αγνόν θεον τον αστραφτερόν Δια, τον γεννήτορα των
πάντων, τον μέγιστον βασιλέα, αυτόν παρακαλώ να μας φέρη με ευμένειαν γλυκύτατον
τέλος του βίου
Νεφῶν
Ἀέριοι νεφέλαι, καρποτρόφοι, οὐρανόπλαγκτοι, ὁμβροτόκοι, πνοιαῖσιν ἐλαυνόμεναι κατὰ κόσμον, βρονταῖαι, πυρόεσσαι, ἐρίβρομοι, ὑγροκέλευθοι, ἀέρος ἐν κόλπωι πάταγον φρικώδη ἔχουσαι, πνεύμασιν ἀντίσπαστοι ἐπιδρομάδην παταγεῦσαι,
ὑμᾶς νῦν λίτομαι, δροσοείμονες, εὔπνοοι αὔραις, πέμπειν καρποτρόφους ὄμβρους ἐπὶ μητέρα γαῖαν.
ΝΕΦΕΛΩΝ(μεταφραση)
Αέρινες νεφέλες, πού τρέφετε τους καρπούς και περιπλανάσθε εις τον ουρανόν
γεννήτριες των βροχών, πού οδηγείσθε ανά τον κόσμον με τις πνοές (τα φυσήματα) των
ανέμων
βροντερές, πύρινες, πού φωνάζετε δυνατά και τρέχετε στα νερά και δημιουργείτε εις τον
'κόλπον του αέρος φρικτόν κρότον και ταράσσετε τον ουρανόν όταν κινήσθε δρομαίως
αντίθετα προς τα φυσήματα των ανέμων. Έσάς τώρα παρακαλώ, πού έχετε την δροσιά
για φόρεμα. και πού έρχεσθε με τις ευχάριστες τις αύρες, να στέλλετε στην μητέρα γη
βροχές, πού τρέφουν τους καρπρoύς.
Θαλασσης
Ὠκεανοῦ καλέω νύμφην, γλαυκώπιδα Τηθύν,κυανόπεπλον ἄνασσαν, ἐύτροχα κυμαίνουσαν,αὔραις ἡδυπνόοισι πατασσομένην περὶ γαῖαν.
θραύουσ' αἰγιαλοῖσι πέτρηισί τε κύματα μακρά,εὐδίνοις ἁπαλοῖσι γαληνιόωσα δρόμοισι,
ναυσὶν ἀγαλλομένη, θηροτρόφε, ὑγροκέλευθε, μήτηρ μὲν Κύπριδος, μήτηρ νεφέων ἐρεβεννῶν καὶ πάσης πηγῆς νυμφῶν νασμοῖσι βρυούσης•
κλῦθί μου, ὦ πολύσεμνε, καὶ εὐμενέουσ' ἐπαρήγοις, εὐθυδρόμοις οὖρον ναυσὶν πέμπουσα, μάκαιρα.
ΤΗΘΥΟΣ(μεταφραση)
θυμίαμα, λιβανομάνναν
Του Ωκεανού προσκαλώ την νύμφην την γαλανομμάτα Τηθύν την βασίλισσα, με τους
κυανούς πέπλους πού κυματίζουν ωραία και πού χτυπιέται γύρω από την γη από τις
γλυκόπνοες αύρες, και σπάζει μεγάλα κύματα στους αιγιαλούς και στους βράχους, και
είναι γαλήνια στους αίθριους απαλούς δρόμούς συ ευφραίνεσαι με τα καράβια, είσαι
τροφός θηρίων και διανύεις υγράς πορείας (Ο δρυμός σου είναι εις την θάλασσαν)
(θαλάσσιος) είσαι ή μητέρα της Κύπριδος και μητέρα των μαύρων σύννεφων και κάθε
πηγής των νυμφών, πού είναι γεμάτη από νερά άκουσε με, ώ πο-λυσέβαστη, και είθε να
προσέλθης ευμενής βοηθός, αποστέλλουσα, συ ή μακαριά, ούριον άνεμον εις τα
καράβια, πού τρέχουν σε ευθεία κατεύθυνσι.
Νηρέως
Ὦ κατέχων πόντου ῥίζας, κυαναυγέτιν ἕδρην,πεντήκοντα κόραισιν ἀγαλλόμενος κατὰ κῦμα καλλιτέκνοισι χοροῖς, Νηρεῦ, μεγαλώνυμε δαῖμον, πυθμὴν μὲν πόντου, γαίης πέρας, ἀρχὴ ἁπάντων, ὃς κλονέεις Δηοῦς ἱερὸν βάθρον, ἡνίκα πνοιὰς
ἐν μυχίοις κευθμῶσιν ἐλαυνομένας ἀποκλείηις• ἀλλά, μάκαρ, σεισμοὺς μὲν ἀπότρεπε, πέμπε δὲ μύσταιςὄλβον τ' εἰρήνην τε καὶ ἠπιόχειρον ὑγείην.
ΝΗΡΕΩΣ(μεταφραση)
Ω συ πού κατέχεις τις ρίζες του πόντου, την έδραν (τον θρόνον) με την κυανίζουσαν
λάμψιν
και ευφραίνεσαι μέσα στο κύμα με τις πενήντα κόρες σου πού χορεύουν σαν ωραία
παιδιά, ώ Νηρέα, μεγαλονόματε θεέ (θεέ ένδοξε). Είσαι ο πυθμήν της θαλάσσης, της γης
το τέρμα, ή αρχή των όλων συ κλονίζεις το ίερόν έδαφος της Δηούς, όταν τους
πνέοντας ανέμους πού επέρχονται κλειδώνης σε βαθείς κρυψώνες αλλά τους σεισμούς,
ώ μακάριε, απομάκρυνε, και να στέλλης εις τους μεμυημένους ευτυχίαν ειρήνην και
υγείαν με χέρι ήρεμον.
Νηρηίδων
Νηρέος εἰναλίου νύμφαι καλυκώπιδες, ἁγναί, σφράγιαι βύθιαι, χοροπαίγμονες, ὑγροκέλευθοι, πεντήκοντα κόραι περὶ κύμασι βακχεύουσαι,
Τριτώνων ἐπ' ὄχοισιν ἀγαλλόμεναι 2 .περὶ νῶτα θηροτύποις μορφαῖς, ὧν βόσκει σώματα πόντος, ἄλλοις θ' οἳ ναίουσι βυθόν, Τριτώνιον οἶδμα, ὑδρόδομοι, σκιρτηταί, ἑλισσόμενοι περὶ κῦμα,
ποντοπλάνοι δελφῖνες, ἁλιρρόθιοι, κυαναυγεῖς. ὑμᾶς κικλήσκω πέμπειν μύσταις πολὺν ὄλβον• ὑμεῖς γὰρ πρῶται τελετὴν ἀνεδείξατε σεμνὴν εὐιέρου Βάκχοιο καὶ ἁγνῆς Φερσεφονείης, Καλλιόπηι σὺν μητρὶ καὶ Ἀπόλλωνι ἄνακτι.
ΝΗΡΗΙΔΩΝ(μεταφραση)
Του θαλασσινού Νηρέως νύμφες αγνές με τα ωραία μάτια, πού προκαλείτε φρίκην και
ζήτε στον βυθό της θαλάσσης και παίζετε με τους χορούς εις τους υγρούς δρόμους της
θαλάσσης, σεις οι πενήντα κόρες, πού διασκεδάζετε με μανίαν γύρω από τα κύματα, και
ευφραίνεσθε στα νώτα των Τριτώνων επάνω σε οχήματα με μορφές θηρίων, πού τα
σώματα των τρέφει ή θάλασσα αλλά είναι και άλλοι, πού κατοικούν εις τον βυθόν στο
φουσκωμένο κύμα του Τρίτωνος, πού τρέχουν στο νερό και σκιρτούν και ελίσσονται
γύρω από το κύμα είναι τα δελφίνια, πού περιπλανώνται στον πόντο με θόρυβο και με
κυανίζουσαν λάμψιν εσάς επικαλούμαι να στέλλετε στους μεμυημένους πολλήν ευτυχίαν
διότι πρώτες εσείς ανεδείξατε την σεβαστήν τελετουργίαν του ιερού Βάκχου και της
αγνής Περσεφόνης μαζί με την μητέρα μου Καλλιόπην και τον ανακτά Απόλλωνα.
Πρωτέως
Πρωτέα κικλήσκω, πόντου κληῖδας ἔχοντα, πρωτογενῆ, πάσης φύσεως ἀρχὰς ὃς ἔφηνεν
ὕλην ἀλλάσσων ἱερὴν ἰδέαις πολυμόρφοις, πάντιμος, πολύβουλος, ἐπιστάμενος τά τ' ἐόντα
ὅσσα τε πρόσθεν ἔην ὅσα τ' ἔσσεται ὕστερον αὖτις• πάντα γὰρ αὐτὸς ἔχων μεταβάλλεται οὐδέ τις ἄλλος ἀθανάτων, οἳ ἔχουσιν ἕδος νιφόεντος Ὀλύμπου καὶ πόντον καὶ γαῖαν ἐνηέριοί τε ποτῶνται•
πάντα γὰρ Πρωτεῖ πρώτη φύσις ἐγκατέθηκε. ἀλλά, πάτερ, μόλε μυστιπόλοις ὁσίαισι προνοίαις πέμπων εὐόλβου βιότου τέλος ἐσθλὸν ἐπ' ἔργοις.
ΠΡΩΤΕΩΣ(μεταφραση)
Τον Πρωτέα προσφωνώ, πού κρατεί τα κλειδιά του πόντου, τον πρωτότοκον πού
εφανέρωσε τάς αρχάς όλης της φύσεως, και μεταβάλλει την ιεράν ύλην σε μορφές
πολυποίκιλες, τον τιμιώτατον, πού έχει πολλές σκέψεις (είναι συνετώτατος) καί γνωρίζει
και τα παρόντα και όσα ήσαν προηγουμένως καί πάλιν όσα θα γίνουν ύστερα
διότι όλα ή πρώτη φύσις τα εναπέθεσε εις τον Πρωτέα. 'Αλλά ώ πατέρα μας έλα στις
μυστηριακές ιερές προφητείες καί στέλλε μας καλόν τέλος ενός ευτυχισμένου δια τα
έργα του βίου.
Γῆς
Γαῖα θεά, μῆτερ μακάρων θνητῶν τ' ἀνθρώπων, παντρόφε, πανδώτειρα, τελεσφόρε, παντολέτειρα, αὐξιθαλής, φερέκαρπε, καλαῖς ὥραισι βρύουσα, ἕδρανον ἀθανάτου κόσμου, πολυποίκιλε κούρη,
ἣ λοχίαις ὠδῖσι κύεις καρπὸν πολυειδῆ, ἀιδία, πολύσεπτε, βαθύστερν', ὀλβιόμοιρε,
ἡδυπνόοις χαίρουσα χλόαις πολυανθέσι δαῖμον, ὀμβροχαρής, περὶ ἣν κόσμος πολυδαίδαλος ἄστρων εἱλεῖται φύσει ἀενάωι καὶ ῥεύμασι δεινοῖς. ἀλλά, μάκαιρα θεά, καρποὺς αὔξοις πολυγηθεῖς εὐμενὲς ἦτορ ἔχουσα, σὺν ὀλβίοισιν ἐν ὥραις.
ΓΗΣ(μεταφραση)
θυμίαμα, παν σπέρμα πλην κυάμων και αρωμάτων
Ώ θεά Γη, συ ή μητέρα των μακαρίων θεών και των θνητών ανθρώπων, πού τρέφεις τα
πάντα και δίδεις τα πάντα, πού φέρεις είς πέρας την ωρίμασιν των καρπών και τα πάντα
θανατώνεις, πού βοηθείς την αύξησιν των καρπών καί παράγεις καρπούς και είσαι γεμάτη
από ωραίες εποχές είσαι ο θρόνος του αθανάτου κόσμου, ώ κόρη πολυποίκιλε, πού
κυοφορείς πολύμορφον καρπόν με τα επιλόχια κοιλοπονήματα ώ αθάνατη, πολυσέβαστη
με τα βαθειά στέρνα, με την ευτυχισμένη μοίρα πού χαίρεσαι στις γλυκόπνοες χλόες, εσύ
ή θεά με τα πολλά άνθη χαίρεσαι με τις βροχές, καί γύρω από σε περιστρέφεται ένας
πολυποίκιλτος κόσμος από αστέρια, (που κινείται) από την διαρκώς ρέουσαν φύσιν καί
από δυνατά ρεύματα. Αλλά συ ή μακαρία θεά, είθε να αύξησης τους καρπούς, πού μας
δίδουν πολλήν εύχαρίστησιν καί να έχης ευμενή καρδιά μαζί με ευτυσμένες εποχές.
Μητρὸς θεῶν
Ἀθανάτων θεότιμε θεῶν μῆτερ, τροφὲ πάντων, τῆιδε μόλοις, κράντειρα θεά, σέο, πότνι', ἐπ' εὐχαῖς, ταυροφόνων ζεύξασα ταχυδρόμον ἅρμα λεόντων,
σκηπτοῦχε κλεινοῖο πόλου, πολυώνυμε, σεμνή, ἣ κατέχεις κόσμοιο μέσον θρόνον, οὕνεκεν αὐτὴ γαῖαν ἔχεις θνητοῖσι τροφὰς παρέχουσα προσηνεῖς. ἐκ σέο δ' ἀθανάτων τε γένος θνητῶν τ' ἐλοχεύθη, σοὶ ποταμοὶ κρατέονται ἀεὶ καὶ πᾶσα θάλασσα,
Ἑστία αὐδαχθεῖσα• σὲ δ' ὀλβοδότιν καλέουσι, παντοίων ἀγαθῶν θνητοῖς ὅτι δῶρα χαρίζηι, ἔρχεο πρὸς τελετήν, ὦ πότνια, τυμπανοτερπής πανδαμάτωρ, Φρυγίη, σώτειρα, Κρόνου συνόμευνε,
Οὐρανόπαι, πρέσβειρα, βιοθρέπτειρα, φίλοιστρε• ἔρχεο γηθόσυνος, κεχαρημένη εὐσεβίηισιν.
ΜΗΤΡΟΣ ΘΕΩΝ(μεταφραση)
Ώ μητέρα των αθανάτων θεών πού τιμάσαι από τους θεούς καί τρέφεις τα πάντα, είθε
θεά αρχόντισσα να έλθης εδώ για να ευχηθούμε σε σένα σεβαστή θεά, αφού ζεύξεις
γρήγορο άρμα λεόντων, πού φονεύουν τους ταύρους, συ πού έχεις το σκήπτρον (συ
πού κυβερνάς) του ενδόξου (του πασίγνωστου) πόλου, συ με τα πολλά ονόματα, ή
σεβαστή συ κατέχεις τον θρόνον, πού είναι είς το μέσον του κόσμου καί γι' αυτό συ η
ίδια κατέχεις την γήν καί προσφέρεις είς τους ανθρώπους τροφάς ηπίας
(καταπραϋντικάς) από σε εγεννήθη το γένος καί των θεών καί των ανθρώπων από σε
κυριαρχούνται πάντοτε οι ποταμοί καί όλη ή θάλασσα επωνομάσθης Εστία καί σε καλούν
δότειραν της ευτυχίας, διότι χαρίζεις είς τους ανθρώπους δώρα από παντός είδους
αγαθά. Ελα είς την τελετουργίαν, ώ σεβαστή θεά, πού τέρπεσαι με τις τυμπανοκρουσίες,
συ πού δαμάζεις τα πάντα, ή σωτηρία της Φρυγίας (κατά τίνα παράδοσιν ή Κυβέλη, ή
μητέρα των θεών, ήτο προστάτις της Φρυγίας, παράδοσις μεταφερθείσα από την
παναρχαίαν έποχήν, όταν οι Φρύγες κατοι-κούσαν εις την Θράκην, δηλαδή πριν
μετοικήσουν είς την Μικράν Ασίαν),ή σύζυ-γος του Κρόνου, το παιδί του ουρανού, ή
σεβαστή, πού τρέφεις την ζωήν καί είσαι φίλη της μανίας•
έλα με χαράν, ευάρεστος είς τάς ευσεβείς εκδηλώσεις μας.
Ἑρμοῦ
Κλῦθί μου, Ἑρμεία, Διὸς ἄγγελε, Μαιάδος υἱέ,παγκρατὲς ἦτορ ἔχων, ἐναγώνιε, κοίρανεθνητῶν εὔφρων, ποικιλόβουλε, διάκτορε ἀργειφόντα,
πτηνοπέδιλε, φίλανδρε, λόγου θνητοῖσι προφῆτα, γυμνάσιν ὃς χαίρεις δολίαις τ' ἀπάταις, τροφιοῦχε,
ἑρμηνεῦ πάντων, κερδέμπορε, λυσιμέριμνε, ὃς χείρεσσιν ἔχεις εἰρήνης ὅπλον ἀμεμφές,
Κωρυκιῶτα, μάκαρ, ἐριούνιε, ποικιλόμυθε, ἐργασίαις ἐπαρωγέ, φίλε θνητοῖς ἐν ἀνάγκαις, γλώσσης δεινὸν ὅπλον τὸ σεβάσμιον ἀνθρώποισι• κλῦθί μου εὐχομένου, βιότου τέλος ἐσθλὸν ὀπάζωνἐργασίαισι, λόγου χάρισιν καὶ μνημοσύνηισιν.
ΕΡΜΟΥ(μεταφραση)
Ακουσε με, Ερμή. συ ο αγγελιαφόρος του Διός, ό υιός της Μαίας, πού έχεις πανίσχυρη
καρδιά και είσαι μέσα στους αγώνες, αρχηγέ των ανθρώπων, ευχάριστε, πού έχεις
ποικίλες σκέψεις (είσαι πολυμήχανος), οδηγέ, φονέα του Αργου πού έχεις πτερωτά
πέδιλα και είσαι φίλος των ανδρών και προφήτης του λόγου εις τους ανθρώπους συ
χαίρεσαι με τα γυμνάσια και με τις δόλιες απάτες και κρατείς στα χέρια σου φίδι είσαι
εξηγητής των πάντων, προστάτης του εμπορικού κέρδους και μας απαλλάσσεις από τις
μέριμνες συ έχεις στα χέρια σου το άψογον όπλον της ειρήνης ώ Κηρυκιώτα (πού φέρεις
το κηρύκειον), μακάριε, πού παρέχεις μεγάλες ωφέλειες, πού λέγεις ποικίλα λόγια, βοηθέ
εις τάς εργασίας, φίλε των θνητών εις τάς άνάγκας των πού έχεις το φοβερόν όπλον της
γλώσσης, το σεβαστόν εις τους ανθρώπους
άκουσε την προσευχή μου, και δώσε καλόν τέλος του βίου με τις εργασίες, τις χαρές του
λόγου και με τις μνημοσύνες.
Ὕμνος Περσεφόνης
Φερσεφόνη, Θύγατερ μεγάλου Διός, ἐλθέ, μάκαιρα,μουνογένεια θεά, κεχαρισμένα δ' ἱερὰ δέξαι,
Πλούτωνος πολύτιμε δάμαρ, κεδνή, βιοδῶτι, ἣ κατέχεις Ἀίδαο πύλας ὑπὸ κεύθεα γαίης,
Πραξιδίκη, ἐρατοπλόκαμε, Δηοῦς θάλος ἁγνόν, Εὐμενίδων γενέτειρα, ὑποχθονίων βασίλεια, ἣν Ζεὺς ἀρρήτοισι γοναῖς τεκνώσατο κούρην, μῆτερ ἐριβρεμέτου πολυμόρφου Εὐβουλῆος,
Ὡρῶν συμπαίκτειρα, φαεσφόρε, ἀγλαόμορφε, σεμνή, παντοκράτειρα, κόρη καρποῖσι βρύουσα, εὐφεγγής, κερόεσσα, μόνη θνητοῖσι ποθεινή, εἰαρινή, λειμωνιάσιν χαίρουσα πνοῆισιν,
ἱερὸν ἐκφαίνουσα δέμας βλαστοῖς χλοοκάρποις, ἁρπαγιμαῖα λέχη μετοπωρινὰ νυμφευθεῖσα, ζωὴ καὶ θάνατος μούνη θνητοῖς πολυμόχθοις, Φερσεφόνη• φέρβεις γὰρ ἀεὶ καὶ πάντα φονεύεις. κλῦθι, μάκαιρα θεά, καρποὺς δ' ἀνάπεμπ' ἀπὸ γαίης
εἰρήνηι θάλλουσα καὶ ἠπιοχείρωι ὑγείαι καὶ βίωι εὐόλβωι λιπαρὸν γῆρας κατάγοντι
πρὸς σὸν χῶρον, ἄνασσα, καὶ εὐδύνατον Πλούτωνα.
Ύμνος ΠΕΡΣΕΦΟΝΗΣ(μεταφραση)
Ώ Περσεφόνη, θυγατέρα του μεγάλου Διός.
έλα ώ μακαριά, συ η μονογενής θεά, και δέξου την θυσίαν την ευάρεστη πολύτιμε
σύζυγε του Πλούτωνος, ένδοξε, πού δίδεις ζωήν
πού κατέχεις τάς πύλας του Αδου εις τα υποχθόνια της γης.
Πραξιδίκη με τα επέραστα πλοκάμια, της Δηούς αγνό βλαστάρι (τέκνον). μητέρα των
Ευμενίδων, βασίλισσα των καταχθόνιων (των νεκρών), την κόρην πού εγέννησεν ό Ζευς
με ανέκφραστον τοκετό ώ μητέρα του πολύβροντου και πολύμορφου Ευβουλέως πού
παίζεις μαζί με τις εποχές και φέρεις το φώς εσύ με την ώραίαν μορφήν σεμνή,
παντοδύναμος
κόρη πού είσαι γεμάτη από καρπούς, και φέγγεις λαμπρά έχεις κέρατα, και εσύ μόνον
είσαι περιπόθητη εις τους ανθρώπους διότι είσαι εαρινή και χαίρεσαι με τις πνοές των
λιβαδιών, και φανερώνεις το ιερόν σώμα σου τους βλαστούς, πού παράγουν χλωρούς
καρπούς ενυμφεύθης το φθινόπωρον κατόπιν αρπαγής μόνη εσύ είοαι ή ζωή και Ο
θάνατος εις τους ανθρώπους τους πολυβασανισμένους, διότι συ ή Φερσεφόνη φέρεις
πάντοτε την ζωήν (την άνοιξιν) και τα πάντα φονεύεις (τον χειμώνα). Ακουσε με μακαρία
θεά και φέρε καρπούς εις την γήν, δίδε είρήνην και ευχάριστον οιδε ειρήνην και
εύχάριστον υγείαν και βίον ευτυχή, πού οδηγεί ώ βασίλισσα, τα ήσυχα γηρατειά κάτω
προς τον ίδικόν σου χώρον και προς τον δυνατόν Πλούτωνα.
Διονύσου
Κικλήσκω Διόνυσον ἐρίβρομον, εὐαστῆρα, πρωτόγονον, διφυῆ, τρίγονον, Βακχεῖον ἄνακτα, ἄγριον, ἄρρητον, κρύφιον, δικέρωτα, δίμορφον, κισσόβρυον, ταυρωπόν, Ἀρήιον, εὔιον, ἁγνόν, ὠμάδιον, τριετῆ, βοτρυηφόρον, ἐρνεσίπεπλον.
Εὐβουλεῦ, πολύβουλε, Διὸς καὶ Περσεφονείης ἀρρήτοις λέκτροισι τεκνωθείς, ἄμβροτε δαῖμον• κλῦθι, μάκαρ, φωνῆς, ἡδὺς δ' ἐπίπνευσον ἀμεμφής εὐμενὲς ἦτορ ἔχων, σὺν ἐυζώνοισι τιθήναις.
ΔΙΟΝΥΣΟΥ(μεταφραση)
Τον Διόνυσον προσκαλώ, τον θορυβώδη πού φωνάζει ευά (επιφώνημα ενθουσιώδες),
τον πρωτογενή, πού έχει δύο φύσεις, και εγεννήθη τρεις φορές, τον Βακχικόν βασιλέα,
τον ζώντα εις τους αγρούς, τον ανέκφραστον. τον απόκρυφον, πού έχει δύο κέρατα και
δύο μορφάς τον γεμάτο από κισσό, πού έχει πρόσωπο ταύρου, τον πολεμικόν τον
βακχικόν. τον αγνόν. πού τρώγει ωμά κρέατα, τον τριετή, πού τρέφει τα σταφύλια και
έχει για πέπλο βλαστάρια. Ω Ευβουλέα, πολυμήχανε, πού εγεννήθης στα απερίγραπτα
κρεββάτια του Διός και της Περσεφόνης αθάνατε δαίμονα (θεέ) άκουσε, μακάριε, την
φωνήν μου και σπεύσε με γλυκύτητα και με προσήνεια. έχων ευμενή διάθεσιν μαζί με τις
καλλίζωνες συντρόφους σου (τις Μαινάδες και τις Βάκχες).
Ὕμνος Κουρήτων
Σκιρτηταὶ Κουρῆτες, ἐνόπλια βήματα θέντες, ποσσίκροτοι, ῥομβηταί, ὀρέστεροι, εὐαστῆρες, κρουσιλύραι, παράρυθμοι, ἐπεμβάται, ἴχνεσι κοῦφοι, ὁπλοφόροι, φύλακες, κοσμήτορες, ἀγλαόφημοι,
μητρὸς ὀρειομανοῦς συνοπάονες, ὀργιοφάνται• ἔλθοιτ' εὐμενέοντες ἐπ' εὐφήμοισι λόγοισι, βουκόλωι εὐάντητοι ἀεὶ κεχαρηότι θυμῶι.
Ύμνος ΚΟΥΡΗΤΏΝ(μεταφραση)
Ό σείς οί Κουρήτες, πού πηδάτε και βαδίζετε ρυθμικά σύμφωνα με τα πολεμικά
τραγούδια σας που κάνετε κρότον με τα πόδια και περιστρέφεσθε ωσάν ρόμβοι
(σβούρες), και ζήτε εις τα βουνά, βακχικοί, πού κρούετε την λύραν και είσθε ρυθμικοί και
βαδίζετε με ελαφρά βήματα, καί είσθε ώπλισμένοι. φύλακες, αρχηγοί, με λαμπρή φήμη,
σύντροφοι της μητέρας (της Ρέας ή της Κυβέλης), πού σαν μανιακή περιφέρεται στα
βουνά, σεις πού φανερώνετε (πού γνωρίζετε) τις ιεροτελεστίες, είθε να έλθετε με ευμενή
διάθεσιν από τους εγκωμιαστικούς λόγους, καταδεκτικοί πάντοτε προς τον βοϊδοβοσκό
καί με χαρούμενη καρδιά.
Ἀθηνᾶς
Παλλὰς μουνογενής μεγάλου Διὸς ἔκγονε σεμνή, δῖα, μάκαιρα θεά, πολεμόκλονε, ὀμβριμόθυμε,
ἄρρητε, ῥητή, μεγαλώνυμε, ἀντροδίαιτε, ἣ διέπεις ὄχθους ὑψαύχενας ἀκρωρείους
ἠδ' ὄρεα σκιόεντα, νάπαισί τε σὴν φρένα τέρπεις, ὁπλοχαρής, οἰστροῦσα βροτῶν ψυχὰς μανίαισι,
γυμνάζουσα κόρη, φρικώδη θυμὸν ἔχουσα, Γοργοφόνη, φυγόλεκτρε, τεχνῶν μῆτερ πολύολβε, ὁρμάστειρα, φίλοιστρε κακοῖς, ἀγαθοῖς δὲ φρόνησις• ἄρσην μὲν καὶ θῆλυς ἔφυς, πολεματόκε, μῆτι, αἰολόμορφε, δράκαινα, φιλένθεε, ἀγλαότιμε, Φλεγραίων ὀλέτειρα Γιγάντων, ἱππελάτειρα,
Τριτογένεια, λύτειρα κακῶν, νικηφόρε δαῖμον, ἤματα καὶ νύκτας αἰεὶ νεάταισιν ἐν ὥραις, κλῦθί μου εὐχομένου, δὸς δ' εἰρήνην πολύολβον καὶ κόρον ἠδ' ὑγίειαν ἐπ' εὐόλβοισιν ἐν ὥραις, γλαυκῶφ', εὑρεσίτεχνε, πολυλλίστη βασίλεια.
Ύμνος Αθήνας(μεταφραση)
Ώ Παλλάδα μονογενής, πού είσαι το σεμνό τέκνον του μεγάλου Διός, σεβαστή μακαριά
θεά, πού διεγείρεις τον θόρυβο του πολέμου, κρατερόκαρδε.
Σύ αγαπάς τα όπλα οιστρηλατείς (ξεσηκώνεις) τις ψυχές των ανθρώπων με μανίες είσαι ή
κόρη πού γυμνάζεις (ασκείς) καί έχεις φρικτήν οργήν (διότι τρομάζουν με την Οργή
σου).
Εσύ εφόνευσες την Γοργόνα, αποφεύγεις το συζυγικό κρεββάτι, αλλά είσαι ή
πολυευτυχι-σμένη μητέρα των τεχνών.
Εσύ παρέχεις παρορμήσεις, αγαπάς να ξεσηκώνης οίστρον (μανίαν) εις τους κακούς, εις
τους ανθρώπους όμως είσαι ή φρόνησις (ή φρονιμάδα) εγεννήθης εκ φύσεως αρσενική
καί θηλυκή, εσύ γεννάς τους πολέμους, αλλά είσαι και ή σύνεσις.
Ποικιλόμορφε, πού βλέπεις με οξύτητα, ενθουσιαστική, πού έχεις λαμπράν τιμήν εσύ
εξωλόθρευσες τους Φλεγραίους γίγαντας, εσύ οδηγείς τους ίππους. Είσαι ή Τριτογένεια
μας απαλλάσσεις από τα κακά, είσαι ή θεά. πού μας φέρεις την νίκην ή γαλανομάτα, ή
εφευρίσκουσα τέχνας, ή βασίλισσα πού δέχεται πολλές ικεσίες ήμερα καί νύχτα πάντοτε
στις τελευταίες ώρες άκουσε τις ευχές μου καί δόσε μας είρήνην, πού παρέχει πολλήν
εύτυχίαν, καί ικανοποίησιν καί υγείαν μ' ευτυχισμένες ώρες.
Νίκης
Εὐδύνατον ις καλέω Νίκην, ѳνητοῖσι ποѳεινήν, ἣ μούνη λύει ѳνητῶν ἐναγώνιον ὁρμὴν
καὶ στάσιν ἀλγινόεσσαν ἐπ' ἀντιπάλοισι μάχαισιν, ἐν πολέμοις κρίνουσα τροπαιούχοισιν ἐπ' ἔργοις,
οἷς ἂν ἐφορμαίνουσα φέροις γλυκερώτατον εὖχος• πάντων γὰρ κρατέεις, πάσης δ' ἔριδος κλέος ἐσθλὸν
Νίκηι ἐπ' εὐδόξωι κεῖται θαλίαισι βρυάζον. ἀλλά, μάκαιρ', ἔλθοις πεποѳημένη ὄμματι φαιδρῶι αἰεὶ ἐπ' εὐδόξοις ἔργοις κλέος ἐσθλὸν ἄγουσα.
ΝΙΚΗΣ(μεταφραση)
Την Νίκην προσκαλώ την πολυδύναμη, την περιπόθητη στους ανθρώπους, πού μόνο
αυτή απαλλάσσει τους ανθρώπους από την αγωνιώδη όρμην καί από την οδυνηράν
αντίθεσιν κατά τάς μάχας μεταξύ αντιπάλων, διότι συ αποφασίζεις στους πολέμους με τα
νικηφόρα έργα, προς τα οποια, όταν ορμάς φέρεις γλυκύτατον καύχημα, διότι είσαι των
πάντων κυρίαρχος• καί εις κάθε διαμάχην εναπόκειται είς εσέ από εσέ εξαρτάται ή
ένδοξος Νίκη το καλό αποτέλεσμα, πού χαίρεται ό νικητής αλλά, ώ μακαρία, είθε να μας
έλθης με περιπόθητο φαιδρό μάτι καί να μας φέρης πάντοτε καλήν φήμην για τα ένδοξα
έργα.
Ἀπόλλωνος
Ἐλѳέ, μάκαρ, Παιάν, Τιτυοκτόνε, Φοῖβε, Λυκωρεῦ, Μεμφῖτ', ἀγλαότιμε, ἰήιε, ὀλβιοδῶτα,
χρυσολύρη, σπερμεῖε, ἀρότριε, Πύθιε, Τιτάν, Γρύνειε, Σμινθεῦ, Πυθοκτόνε, Δελφικέ, μάντι,
ἄγριε, φωσφόρε δαῖμον, ἐράσμιε, κύδιμε κοῦρε, μουσαγέτα, χοροποιέ, ἑκηβόλε, τοξοβέλεμνε, Βράγχιε καὶ Διδυμεῦ, ἑκάεργε, Λοξία, ἁγνέ, Δήλι' ἄναξ, πανδερκὲς ἔχων φαεσίμβροτον ὄμμα,
χρυσοκόμα, καθαρὰς φήμας χρησμούς τ' ἀναφαίνων• κλῦθί μου εὐχομένου λαῶν ὕπερ εὔφρονι θυμῶι• τόνδε σὺ γὰρ λεύσσεις τὸν ἀπείριτον αἰθέρα πάντα γαῖαν δ' ὀλβιόμοιρον ὕπερθέ τε καὶ δι' ἀμολγοῦ,
νυκτὸς ἐν ἡσυχίαισιν ὑπ' ἀστεροόμματον ὄρφνην ῥίζας νέρθε δέδορκας, ἔχεις δέ τε πείρατα κόσμου παντός• σοὶ δ' ἀρχή τε τελευτή τ' ἐστὶ μέλουσα, παντοθαλής, σὺ δὲ πάντα πόλον κιθάρηι πολυκρέκτωι ἁρμόζεις, ὁτὲ μὲν νεάτης ἐπὶ τέρματα βαίνων,
ἄλλοτε δ' αὖθ' ὑπάτης, ποτὲ Δώριον εἰς διάκοσμον πάντα πόλον κιρνὰς κρίνεις βιοθρέμμονα φῦλα, ἁρμονίηι κεράσας τὴν παγκόσμιον ἀνδράσι μοῖραν,
μίξας χειμῶνος θέρεός τ' ἴσον ἀμφοτέροισιν, ταῖς ὑπάταις χειμῶνα, θέρος νεάταις διακρίνας, Δώριον εἰς ἔαρος πολυηράτου ὥριον ἄνθος.
ἔνθεν ἐπωνυμίην σε βροτοὶ κλήιζουσιν ἄνακτα,
Πᾶνα, θεὸν δικέρωτ', ἀνέμων συρίγμαθ' ἱέντα• οὕνεκα παντὸς ἔχεις κόσμου σφραγῖδα τυπῶτιν. κλῦθι, μάκαρ, σώζων μύστας ἱκετηρίδι φωνῆι.
ΑΠΟΛΛΩΝΟΣ(μεταφραση)
Ελα, ώ μακάριε Παιάν, πού εφόνευσες τον Τιτυόν, Φοίβε Λυκωρέα, Μεμφίτη, συ πού
τιμάσαι λαμπρά, ό ίηιος, ό παρέχων ευτυχίαν. πού έχεις χρυσήν λύραν καί έχεις σχέσιν
με τα σπέρματα, ό προστάτης των καλλιεργητών, ό Πύθιος, ό Τιτάν, ο Γρύνειος. ό
Σμινθεύς, ό φονεύς του Πύθωνος, ό Δελφικός, ό μάντις, ό άγριος, ό θεός πού φέρει το
φως, ό αγαπητός, ό ένδοξος νέος συ πού είσαι ό ηγέτης των Μουσών, ό αρχηγός του
χορού, ο μακροβόλος, ό τοξοβόλος ό Βράγχιος καί Διδυμεύς, ό τοξότης, ό Λοξίας, ό
αγνός, ώ ανακτά της Δήλου, πού το μάτι σου, το φωτίζον τους ανθρώπους, βλέπει τα
πάντα, συ με την χρυσή κόμη, πού μας δίδεις προφητικές καθαρές φωνές καί χρησμούς,
άκουσε την προσευχήν μου υπέρ των λαών με ευφρόσυνη καρδιά• διότι εσύ βλέπεις
όλον αυτόν τον απέραντον αιθέρα καί από επάνω βλέπεις την ευτυχισμένη γη καί από
κάτω στο σκοτάδι κατά την νύκτα εν ώρα ησυχίας, πού έχεις για μάτια τα άστρα, βλέπεις
τις ρίζες (τα θεμέλια),
και έχεις τα πέρατα όλου του κόσμου (κάτω από τα μάτια σου)•
εσύ φροντίζεις για την αρχή καί το τέλος, καί κάνεις να θάλλουν τα πάντα• εσύ
συναρμόζεις κάθε πόλον με την κιθάραν, πού έχει μεγάλον ήχον άλλοτε μεν βαδίζων
προς τα τέρματα της νεάτης (της κατωτάτης χορδής), άλλοτε πάλιν προς την ύπάτην
(την ύψηλοτάτην χορδήν), άλλοτε δε συμμειγνύων κάθε πόλον είς την Δωρικήν
διακοσμησιν (διάταξίν). Διαχωρίζεις τα διατηρούμενα είς την ζωήν φύλα συγκεράσας δια
της αρμονίας την παγκόσμιον μοίραν των ανθρώπων (την μοίραν τήν θέσιν των
ανθρώπων είς όλον τον κόσμον)• άνέμειξες εξ ίσου καί με τα δύο (καί με την νεάτην καί
με την ύπάτην) τον χειμώνα καί το θέρος, διεχώρισες δε τον χειμώνα είς υπάτας καί το
θέρος με τάς νεάτας καί έσχημάτισες το ώραίον Δωρικόν άνθος του πολυαγαπημένου
έαρος
Εξ αυτού οι άνθρωποι σε καλούν με την επωνυμίαν ανακτά Πάνα θεόν με δύο κέρατα,
πού αφίνεις τα σφυρίγματα των ανέμων και γι αυτό κρατείς την σφραγίδα, που δίδει τον
τύπον εις όλον τον κοσμον (πού διαπλάσσει όλον τον κοσμον) άκουσε με μακάριε, και
σώσε τους μεμυημένους με την ικετευτικήν φωνήν (που σε ικετεύουν).
Λητοῦς
Λητὼ κυανόπεπλε, θεὰ διδυματόκε, σεμνή, Κοιαντίς, μεγάθυμε, πολυλλίστη βασίλεια,
εὔτεκνον Ζηνὸς γονίμην ὠδῖνα λαχοῦσα, γειναμένη Φοῖβόν τε καὶ Ἄρτεμιν ἰοχέαιραν,
τὴν μὲν ἐν Ὀρτυγίηι, τὸν δὲ κραναῆι ἐνὶ Δήλωι, κλῦθι, θεὰ δέσποινα, καὶ ἵλαον ἦτορ ἔχουσα βαῖν' ἐπὶ πάνθειον τελετὴν τέλος ἡδὺ φέρουσα.
ΛΗΤΟΥΣ(μεταφραση)
Ω Λητώ με τα γαλάζια πέπλα, συ ή θεά πού εγέννησες δίδυμα, σεμνή, κόρη του Κοίη,
(Κοιαντίς). βασίλισσα, πού σου απευθύνουν πολλές παρακλήσεις.
πού σου έτυχε να έχης με τον Δία γόνιμον τοκετόν ωραίων τέκνων, αφού συ εγέννησες
και τον Φοίβον και την Άρτεμιν, πού εκτοξεύει βέλη αυτήν μεν εις την Ορτυγίαν εκείνον
δε (τον Φοίβον) εις την βραχώδη Δήλον, άκουσε με θεά δέσποινα, και με ευμενή καρδιά
έλα εις την τελετουργίαν, πού είναι αφιερωμένη εις όλους τους θεούς, και φέρε μας
γλυκό τέλος.
Ἀρτέμιδος
Κλῦθί μου, ὦ βασίλεια, Διὸς πολυώνυμε κούρη, Τιτανίς, βρομία, μεγαλώνυμε, τοξότι, σεμνή,
πασιφαής, δαιδοῦχε θεά, Δίκτυννα, λοχεία, ὠδίνων ἐπαρωγὲ καὶ ὠδίνων ἀμύητε,
λυσίζωνε, φίλοιστρε, κυνηγέτι, λυσιμέριμνε, εὔδρομε, ἰοχέαιρα, φιλαγρότι, νυκτερόφοιτε, κληισία, εὐάντητε, λυτηρία, ἀρσενόμορφε, Ὀρθία, ὠκυλόχεια, βροτῶν κουροτρόφε δαῖμον,
ἀμβροτέρα, χθονία, θηροκτόνε, ὀλβιόμοιρε, ἣ κατέχεις ὀρέων δρυμούς, ἐλαφηβόλε, σεμνή, πότνια, παμβασίλεια, καλὸν θάλος, αἰὲν ἐοῦσα,
δρυμονία, σκυλακῖτι, Κυδωνιάς, αἰολόμορφε• ἐλθέ, θεὰ σώτειρα, φίλη, μύστηισιν ἅπασιν εὐάντητος, ἄγουσα καλοὺς καρποὺς ἀπὸ γαίης εἰρήνην τ' ἐρατὴν καλλιπλόκαμόν θ' ὑγίειαν• πέμποις δ' εἰς ὀρέων κεφαλὰς νούσους τε καὶ ἄλγη.
ΑΡΤΕΜΙΔΟΣ(μεταφραση)
Άκουσε με ώ βασίλισσα, κόρη του Διός με τα πολλά ονόματα. Τιτανίδα πού είσαι
θορυβώδης, ένδοξος τοξότρια σεμνή, πού λάμπεις εις όλους και κρατείς λαμπάδα, συ ή
θεά Δίκτυννα. ή προστατεύουσα τας γεννήσεις, πού προσέρχεσαι βοηθός εις τις
ετοιμόγεννες, ενώ ή ίδια αγνοείς τους πόνους του τοκετού.
Εσύ λύεις τίς ζώνες, αγαπάς τον οίστρον (την μανίαν), είσαι κυνηγός, μας απαλλάσσεις
από τις φροντίδες, τρέχεις πολύ, είσαι τοξεύτρια, φίλη των αγροτών, περιφέρεσαι κατά
την νύκτα,
είσαι το καταφύγιον των βασανισμένων, καταδεκτική, λυτρώτρια, με αρσενικήν μορφήν,
Ορθή, επιταχύνεις τους τοκετούς, θεά πού τρέφεις τα παιδιά των ανθρώπων, αγρότισσα
γηινη φόνισσα των θηρίων, καλότυχη εσύ κατέχεις τα δάση των βουνών, τοξεύεις τα
ελάφια, είσαι ή σεμνή, ή σεβαστή, ή βασίλισσα των πάντων, είσαι πάντοτε, ωραίο
βλαστάρι (του Διός), συχνάζεις εις τους δρυμούς, ή προοτάτις των σκύλων, ή Κυδωνιάς,
ή ποικιλόμορφος.
Ελα, ώ θεά, για σωτηρία μας, ως φίλη εις Ολους τους μεμυημένους. ευπρόσιτη, φέρουσα
ωραίους καρπούς από την γην και την αξιέραστη ειρήνη και την υγείαν με τα ωραία
πλοκάμια και είθε να αποπέμπης εις τάς κορυφάς των βουνών τάς ασθενείας και τους
πόνους.
Τιτάνων
Τιτῆνες, Γαίης τε καὶ Οὐρανοῦ ἀγλαὰ τέκνα, ἡμετέρων πρόγονοι πατέρων, γαίης ὑπένερθεν οἴκοις Ταρταρίοισι μυχῶι χθονὸς ἐνναίοντες,
ἀρχαὶ καὶ πηγαὶ πάντων θνητῶν πολυμόχθων, εἰναλίων πτηνῶν τε καὶ οἳ χθόνα ναιετάουσιν• ἐξ ὑμέων γὰρ πᾶσα πέλει γενεὰ κατὰ κόσμον. ὑμᾶς κικλήσκω μῆνιν χαλεπὴν ἀποπέμπειν, εἴ τις ἀπὸ χθονίων προγόνων οἴκοις ἐπελάσθη.
ΤΙΤΑΝΩΝ(μεταφραση)
Ω σείς οι Τιτάνες, τα λαμπρά τέκνα της Γης και του Ουρανού, οί πρόγονοι των ιδικών μας
πατέρων, που ζούσατε άλλοτε υπεράνω της γης αλλά πού κατοικείτε τώρα εις τους
οίκους του Ταρτάρου, εις τον μυχόν (το βάθος) του Άδου. Σείς είσθε αι αρχαί και αι
πηγαί όλων των θνητών των πολυβασανισμένων. (όλων των δημιουργημάτων πού
αποθνήσκουν).
των θαλασσίων δηλαδή και των ιπταμένων και εκείνων, πού ζουν εις την γήν διότι από
σας προέρχεται κάθε γένος εις τον κόσμον (πού υπάρχει εις τον κόσμον). Εσάς
επικαλούμαι να αποδιώξετε την ολεθρίαν οργήν εάν κάποια (οργή) εισεχώρησεν εις τάς
οικίας μας από τους γηίνους προγόνους.
Κουρήτων
Χαλκόκροτοι Κουρῆτες, Ἀρήια τεύχε' ἔχοντες, οὐράνιοι χθόνιοί τε καὶ εἰνάλιοι, πολύολβοι, ζωιογόνοι πνοιαί, κόσμου σωτῆρες ἀγαυοί, οἵτε Σαμοθράικην, ἱερὴν χθόνα, ναιετάοντες
κινδύνους θνητῶν ἀπερύκετε ποντοπλανήτων• ὑμεῖς καὶ τελετὴν πρῶτοι μερόπεσσιν ἔθεσθε, ἀθάνατοι Κουρῆτες, Ἀρήια τεύχε' ἔχοντες• νωμᾶτ' Ὠκεανόν, νωμᾶθ' ἅλα δένδρεά θ' αὕτως•
ἐρχόμενοι γαῖαν κοναβίζετε ποσσὶν ἐλαφροῖς, μαρμαίροντες ὅπλοις• πτήσσουσι δὲ θῆρες ἅπαντες ὁρμώντων, θόρυβος δὲ βοή τ' εἰς οὐρανὸν ἵκει εἱλιγμοῖς τε ποδῶν κονίη νεφέλας ἀφικάνει ἐρχομένων• τότε δή ῥα καὶ ἄνθεα πάντα τέθηλε. δαίμονες ἀθάνατοι, τροφέες καὶ αὖτ' ὀλετῆρες,
ἡνίκ' ἂν ὁρμαίνητε χολούμενοι ἀνθρώποισιν ὀλλύντες βίοτον καὶ κτήματα ἠδὲ καὶ αὐτοὺς
πιμπλάντες, στοναχεῖ δὲ μέγας πόντος βαθυδίνης, δένδρη δ' ὑψικάρην' ἐκ ῥιζῶν ἐς χθόνα πίπτει, ἠχὼ δ' οὐρανία κελαδεῖ ῥοιζήμασι φύλλων. Κουρῆτες Κορύβαντες, ἀνάκτορες εὐδύνατοί τε
ἐν Σαμοθράικηι ἄνακτες, ὁμοῦ δὲ Διόσκοροι αὐτοί, πνοιαὶ ἀέναοι, ψυχοτρόφοι,ἀεροειδεῖς, οἵτε καὶ οὐράνιοι δίδυμοι κλήιζεσθ' ἐν Ὀλύμπωι, εὔπνοοι, εὔδιοι, σωτήριοι ἠδὲ προσηνεῖς, ὡροτρόφοι, φερέκαρποι ἐπιπνείοιτε ἄνακτες.
ΚΟΥΡΗΤΩΝ(μεταφραση)
Ω Κουρήτες, πού κρατείτε τα χάλκινα τύμπανα και έχετε πολεμικά όπλα σεις οι
επουράνιοι και οι γήινοι και οί θαλάσσιοι, πολυευτυχισμένοι πνοές πού γεννάτε ζωήν
ένδοξοι σωτήρες του κόσμου πού κατοικείτε εις την Σαμοθράκπν, την ιεράν γήν και
απομακρύνετε τους κινδύνους από τους ανθρώπους, πού περιπλανώνται εις την
θάλασσαν εσείς πρώτοι καθιερώσατε και την τελετουργίαν (τάς μυστικάς τελετάς), ώ
αθάνατοι Κουρήτες, πού φέρετε πολεμικά όπλα•
εσείς κινείτε τον Ωκεανών, εσείς κινείτε την θάλασσαν.επίσης και τα δένδρα και όταν
έρχεσθε εις την γήν βροντάτε με τα ελαφρά πόδια σας λαμποντες με τα όπλα σας, και
καταλαμβάνονται από φόβον όλα τα θηρία, ενώ σεις ορμάτε, θόρυβος δε και βουητό
φθάνει έως εις τον ουρανόν. και ενώ έρχεσθε με τους ελιγμούς (τα στριφογυρίσματα)
των ποδιών σας ή σκόνη. (Ο κορνιαχτός) από τον ανεμοστρόβιλον πού σηκώνεται,
φθάνει εις τα σύννεφα
(τότε δα βέβαια και όλα τα άνθη θάλλουν) θεοί αθάνατοι, σεις πού τρέφετε (τους
ανθρώπους) και πάλιν τους καταστρέφετε, όταν ορμάτε χολωμένοι εναντίον των
ανθρώπων.
καταστρέφοντες την περιουσίαν και τα κτήματα των, ακόμη και αυτούς τους ίδιους
ταλανίζοντες τότε στενάζει ο μεγάλος πόντος με τους βαθείς ανεμοστρόβιλους, και τα
υψηλά δένδρα πέφτουν από τις ρίζες των εις την γήν (ξεριζώνονται από την δύναμιν του
ανέμου) ηχώ δε προερχομένη εξ ουρανού φωνάζει με τα σφυρίγματα των φύλλων, πού
κινούνται με ορμήν. Ώ Κουρήτες Κορύβαντες. Βασιλείς και ισχυροί, πού βασιλεύετε εις
την Σαμοθράκην, μαζί οι ίδιοι είσθε παιδιά του Διός πνοές αέναοι, πού τρέφετε την
ψυχήν και 'χετε όψιν σκοτεινήν σεις και επουράνια δίδυμοι επονομάζεσθε εις τον Ολυμπο
που έχετε ωραίες πνοές (φυσήματα), σεις που είσθε αίθριοι, σωτήριοι και ευμενείς πού
τρέφετε τάς ώρας (τάς έποχάς) του έτους, πού φέρετε καρπούς, είθε ώ άνακτες, να
πνεύσετε (να ευνοήσετε) και προς ημάς.
Κορύβαντος
Κικλήσκω χθονὸς ἀενάου βασιλῆα μέγιστον, Κύρβαντ' ὀλβιόμοιρον, Ἀρήιον, ἀπροσόρατον,
νυκτερινὸν Κουρῆτα, φόβων ἀποπαύστορα δεινῶν, φαντασιῶν ἐπαρωγόν, ἐρημοπλάνον Κορύβαντα, αἰολόμορφον ἄνακτα, θεὸν διφυῆ, πολύμορφον,
φοίνιον, αἱμαχθέντα κασιγνήτων ὑπὸ δισσῶν, Δηοῦς ὃς γνώμαισιν ἐνήλλαξας δέμας ἁγνόν, θηρότυπον θέμενος μορφὴν δνοφεροῖο δράκοντος• κλῦθι, μάκαρ, φωνῶν, χαλεπὴν δ' ἀποπέμπεο μῆνιν, παύων φαντασίας, ψυχῆς ἐκπλήκτου ἀνάγκας.
ΚΟΡΥΒΑΝΤΟΣ(μεταφραση)
Καλώ τον μέγιστον βασιλέα της αιωνίας γης τον καλότυχο Κορύβαντα τον πολεμικόν πού
κανείς δεν ημπορεί να τον αντιμετωπίσει, τον νυκτερινόν Κούρητα, πού καταπαύει τους
τρομερούς φόβους• αυτόν πού έρχεται βοηθός των φαντασμάτων, τον Κορύβαντα πού
περιπλανάται εις την έρημον τον ποικιλόμορφον άνακτα, τον θεόν με τάς δύο φύσεις,
τον πολύμορφον. τον ερυθρόν ωσάν το αίμα, αυτόν πού σφάχθηκε από δύο αδελφούς
εσένα πού κατά τάς γνώμας της Δηούς άλλαξες το αγνόν σώμα σου και εις την θέσιν του
έβαλες την θηριοειδή μορφήν μαύρου δράκοντος άκουσε, μακάριε, τάς φωνάς μου και
απόδιωξε την φοβεράν οργήν και κατάπαυσε τα φαντάσματα της ψυχής, πού είναι
προϊόντα της καταπληκτικής ανάγκης.
Δήμητρος Ἐλευσινίας
Δηώ, παμμήτειρα θεά, πολυώνυμε δαῖμον, σεμνὴ Δήμητερ, κουροτρόφε, ὀλβιοδῶτι,
πλουτοδότειρα θεά, σταχυοτρόφε, παντοδότειρα, εἰρήνηι χαίρουσα καὶ ἐργασίαις πολυμόχθοις, σπερμεία, σωρῖτι, ἀλωαία, χλοόκαρπε,ἣ ναίεις ἁγνοῖσιν Ἐλευσῖνος γυάλοισιν,
ἱμερόεσσ', ἐρατή, θνητῶν θρέπτειρα προπάντων, ἡ πρώτη ζεύξασα βοῶν ἀροτῆρα τένοντακαὶ βίον ἱμερόεντα βροτοῖς πολύολβον ἀνεῖσα, αὐξιθαλής, Βρομίοιο συνέστιος, ἀγλαότιμος, λαμπαδόεσσ', ἁγνή, δρεπάνοις χαίρουσα θερείοις•
σὺ χθονία, σὺ δὲ φαινομένη, σὺ δε πᾶσι προσηνής• εὔτεκνε, παιδοφίλη, σεμνή, κουροτρόφε κούρα, ἅρμα δρακοντείοισιν ὑποζεύξασα χαλινοῖς ἐγκυκλίοις δίναις περὶ σὸν θρόνον εὐάζουσα, μουνογενής, πολύτεκνε θεά, πολυπότνια θνητοῖς,
ἧς πολλαὶ μορφαί, πολυάνθεμοι, ἱεροθαλεῖς. ἐλθέ, μάκαιρ', ἁγνή, καρποῖς βρίѳουσα θερείοις, εἰρήνην κατάγουσα καὶ εὐνομίην ἐρατεινὴν καὶ πλοῦτον πολύολβον, ὁμοῦ δ' ὑγίειαν ἄνασσαν.
ΔΗΜΗΤΡΟΣ Ελευσινίας(μεταφραση)
Ό Δηώ μητέρα των πάντων, θεά, δαιμονία με τα πολλά ονόματα σεβαστή Δήμητρα, πού
τρέφεις τα παιδιά και δίδεις την ευτυχίαν ώ θεά πού δίδεις τον πλούτον τρέφεις τα
στάχυα, παρέχεις τα πάντα και χαίρεσαι εις την είρήνην και εις τάς εργασίας, πού
απαιτούν πολύν μόχθον συ είσαι ή προστάτις των σπερμάτων, συ δίδεις σωρούς από
σιτάρι, ή συχνάζουσα εις τα αλώνια, εσύ παράγεις χλωρούς καρπούς, και κατοικείς στις
ιερές κοιλάδες της Ελευσίνος είσαι περιπόθητη. αγαπητή, τροφός όλων των θνητών, καί
πρώτη εσύ έζευξες τον αυχένα των βοδιών προς καλλιέργειαν, καί έφερες εις τους
ανθρώπους βίον περιπόθητον πολυευτυχισμένον βοηθείς εις την αύξησιν των καρπών,
είοαι σύνοικος του Βρόμιου, (του Διονύσου) τιμάσαι με λαμπρότητα, κρατείς λαμπάδα,
είσαι αγνή, καί χαίρεσαι με τα θερινά δρέπανα συ είσαι κάτω από την γήν αλλά φαίνεσαι,
καί είσαι προς όλους φιλική• ώ συ ή φιλόστοργος, πού αγαπάς τα παιδιά, ή σεβαστή, πού
είσαι κόρη καί τρέφεις παιδιά, πού έζευξες εις άρμα με δρακόντεια χαλινάρια οπαδούς
του Διονύσου πού εκραύγαζον περιδινούμενοι (περιστρεφόμενοι) κυκλικώς γύρω από
τον θρόνο σου θεά μονογενής καί πολύτεκνος καί πολυσέβαστη εις τους ανθρώπους,
πού έχεις πολλές μορφές, γεμάτες από πολλά άνθη πού θάλλουν από ιερότητα έλα ώ
μακαριά, αγνή. πού είσαι γεμάτη από καλοκαιριάτικους καρπούς, καί φέρε μας κάτω
ειρήνην καί εύνομίαν περιπόθητη και πλούτον πολυευτυχισμένον μαζί δε με αυτά καί την
βασίλισσαν υγείαν.
Μητρὸς Ἀνταίας
Ἀνταία βασίλεια, θεά, πολυώνυμε μῆτερ ἀθανάτων τε θεῶν ἠδὲ θνητῶν ἀνθρώπων,
ἥ ποτε μαστεύουσα πολυπλάγκτωι ἐν ἀνίηι νηστείαν κατέπαυσας Ἐλευσῖνος ἐν γυάλοισιν
ἦλθές τ' εἰς Ἀίδην πρὸς ἀγαυὴν Περσεφόνειαν ἁγνὸν παῖδα Δυσαύλου ὁδηγητῆρα λαβοῦσα, μηνυτῆρ' ἁγίων λέκτρων χθονίου Διὸς ἁγνοῦ,
Εὔβουλον τεύξασα θεὸν θνητῆς ἀπ' ἀνάγκης. ἀλλά, θεά, λίτομαί σε, πολυλλίστη βασίλεια, ἐλθεῖν εὐάντητον ἐπ' εὐιέρωι σέο μύστηι.
ΜΗΤΡΟΣ ΑΝΤΑΙΑΣ(μεταφραση)
Ανταία βασίλισσα, θεά. ονομαστή μητέρα των αθανάτων θεών και των θνητών
ανθρώπων, συ πού κάποτε ερευνώσα μέσα σε μια πολυπλάνητη θλίψι κατέπαυσες την
νηστείαν (την πείναν) εις τάς κοιλάδος της Ελευσίνος και κατέβης εις τον Αδην προς την
ένδοξον Περσεφόνην αφού σου έτυχε να έχης ως οδηγόν το αγνό παιδί του Δυσαύλου,
πού απεκάλυψε (έφανέρωσε το αγνό παιδί) τα ιερά κρεββάτια του αγνού υποχθονίου
Διός, και εγέννησες τον Εύβουλον, πού ήτο θεός, υποκύψασα εις ανάγκην θνητής. Άλλα
ώ θεά παρακαλώ εσένα την βασίλισσα, πού δέχεσαι πολλές ικεσίες, να ελθης
καταδεκτική εις τον ιερόν μύστην σου.
Μίσης
θεσμοφόρον καλέω ναρθηκοφόρον Διόνυσον, σπέρμα πολύμνηστον, πολυώνυμον Εὐβουλῆα, ἁγνήν εὐίερόν τε Μίσην ἄρρητον ἄνασσαν, ἄρσενα καὶ θῆλυν, διφυῆ, λύσειον Ἴακχον•
εἴτ' ἐν Ἐλευσῖνος τέρπηι νηῶι θυόεντι, εἴτε καὶ ἐν Φρυγίηι σὺν Μητέρι μυστιπολεύεις,
ἢ Κύπρωι τέρπηι σὺν ἐυστεφάνωι Κυθερείηι, ἢ καὶ πυροφόροιςπεδίοις ἐπαγάλλεαι ἁγνοῖς
σὺν σῆι μητρὶ θεᾶι μελανηφόρωι Ἴσιδι σεμνῆι, Αἰγύπτου παρὰ χεῦμα σὺν ἀμφιπόλοισι τιθήναις• εὐμενέουσ' ἔλθοις ἀγαθοὺς τελετῆς ἐπ' ἀέθλους.
ΜΙΣΗΣ(μεταφραση)
Τον Διόνυσον προσκαλώ, πού βάζει θεσμούς και φέρει ραβδί, πού είναι σπέρμα
πολυενθύμητο και ένδοξον του Ευβούλου και την αγνήν ιερωτάτην Μίσην (προσκαλώ),
την απερίγραπτον βασίλισσαν, αρσενικήν καί θηλυκήν τον δίμορφον λυτρωτήν Ιακχον
είτε τέρπεσαι μέσα εις τον ευώδη ναόν της Ελευσίνος είτε καί εις την Φρυγίαν τελείς
μυστηριακάς τελετουργίας μαζί με την μητέρα, ή εις την Κύπρον τέρπεσαι μαζί με την
καλλιστέφανη Κυθέρεια, ή καί εις τάς αιτοφόρους ίεράς πεδιάδας ευφραίνεσαι μαζί με
την μητέρα θεάν, την σεμνήν μαυροφόρα Ισιν πλησίον εις τα νερά του πόταμου
Αιγύπτου, (του Νείλου) μαζί με τις υπηρέτριες παραμάννες, είθε να μας έλθης με ευμενή
διάθεσιν εκτελούσα καλά έργα κατά τους αγώνας.
Ὡρῶν
Ὧραι θυγατέρες θέμιδος καὶ Ζηνὸς ἄνακτος, Εὐνομίη τε Δίκη τε καὶ Εἰρήνη πολύολβε,
εἰαριναί, λειμωνιάδες, πολυάνθεμοι, ἁγναί, παντόχροοι, πολύοδμοι ἐν ἀνθεμοειδέσι πνοιαῖς, Ὧραι ἀειθαλέες, περικυκλάδες, ἡδυπρόσωποι, πέπλους ἑννύμεναι δροσεροὺς ἀνθῶν πολυθρέπτων,
ἁγνῆς Περσεφόνης συμπαίκτορες, ἡνίκα Μοῖραι καὶ Χάριτες κυκλίοισι χοροῖς πρὸς φῶς ἀνάγωσι Ζηνὶ χαριζόμεναι καὶ μητέρι καρποδοτείρηι• ἔλθετ' ἐπ' εὐφήμους τελετὰς ὁσίας νεομύστοις εὐκάρπους καιρῶν γενέσεις ἐπάγουσαι ἀμεμφῶς.
ΩΡΩΝ(μεταφραση)
Ώραι, θυγατέρες της θέμιδος καί του άνακτος Διός καί συ Ευνομία καί Δικαιοσύνη καί
Ειρήνη πολυευτυχισμένη, εαρινές, πού αρέσκεσθε στα λιβάδια, πολυανθοστόλιστες,
αγναί, πού έχετε όλα τα χρώματα καί ωραίαν ευωδίαν πού προέρχεται από της πνοές
πολλών ανθέων
ώ Ωραι, πού είσθε πάντοτε θαλερές, καί περιστρέφεσθε κυκλικώς πού έχετε γλυκό
πρόσωπο•
καί είσθε ντυμένες με δροσερά πέπλα από Ανθη.
Παίζετε μαζί με την Περσεφόνην όταν αι Μοίραι καί αι Χάριτες με κυκλικούς χορούς
οδηγούν αυτήν επάνω εις το φως δια να ευχαριστήσουν τον Δία καί την μητέρα της πού
δίδει τους καρπούς (την Δήμητρα), ελάτε, ώ Ωραι εις τους νεομεμυημένους κατά τάς
ευσεβείς ιεράς τελετουργίας καί φέρτε μαζί σας αρίστους παραγωγικούς καιρούς, πού θα
φέρουν στον κατάλληλο καιρό καρπούς ωραίους.
Σεμέλης
Κικλήσκω κούρην Καδμηίδα παμβασίλειαν, εὐειδῆ Σεμέλην, ἐρατοπλόκαμον, βαθύκολπον,
μητέρα θυρσοφόροιο Διωνύσου πολυγηѳοῦς,ἣ μεγάλας ὠδῖνας ἐλάσσατο πυρφόρωι αὐγῆι ἀθανάτη τευχθεῖσα Διὸς βουλαῖς Κρονίοιο τιμὰς τευξαμένη παρ' ἀγαυῆς Περσεφονείης
ἐν θνητοῖσι βροτοῖσιν ἀνὰ τριετηρίδας ὥρας, ἡνίκα σοῦ Βάκχου γονίμην ὠδῖνα τελῶσιν
εὐίερόν τε τράπεζαν ἰδὲ μυστήριά θ' ἁγνά. νῦν σέ, θεά, λίτομαι, κούρη Καδμηίς, ἄνασσα,
πρηύνοον καλέων αἰεὶ μύσταισιν ὑπάρχειν.
ΣΕΜΕΛΗΣ(μεταφραση)
Την κόρην του Κάδμου επικαλούμαι, την βασίλισσαν των πάντων, την ώραίαν Σεμέλην
με τα αξιέραστα πλοκάμια, την βαθύκολπο, την μητέρα του Διονύσου, πού κρατεί
θύρσον πού παρέχει μεγάλην ευθυμίαν ή οποία ύπέφερε πολύ κατά την γέννησιν του
Διονύσου, πού έγινε κατά την αύγήν. πού φέρνει το φως και εγέννησε κατά τάς βούλας
(τάς προθέσεις) του αθανάτου Διός, υιού του Κρόνου και επέτυχε να λάβη από την
ονομαστήν Περσεφόνην τιμάς μεταξύ των θνητών ανθρώπων κατά τριετίαν όταν τελούν
(κάμνουν τελετήν, εορτάζουν) την γέννησιν του ιδικού σου Βάκχου και την ιεράν
τράπεζαν και τα αγνά μυστήρια. Τώρα, ώ θεά, βασίλισσα, κόρη του Κάδμου, εσένα
ικετεύω και σε καλώ να έχης πάντοτε καλήν διάθεσιν προς τους μεμυημένους.
Ὕμνος Διονύσου Βασσαρέως Τριετηρικοῦ
Ἐλθέ, μάκαρ Διόνυσε, πυρίσπορε, ταυρομέτωπε, Βάσσαρε καὶ Βακχεῦ, πολυώνυμε, παντοδυνάστα,
ὃς ξίφεσιν χαίρεις ἠδ' αἵματι Μαινάσι θ' ἁγναῖς, εὐάζων κατ' Ὄλυμπον, ἐρίβρομε, μανικὲ Βάκχε,
θυρσεγχής, βαρύμηνι, τετιμένε πᾶσι θεοῖσι καὶ θνητοῖσι βροτοῖσιν, ὅσοι χθόνα ναιετάουσιν• ἐλθέ, μάκαρ, σκιρτητά, φέρων πολὺ γῆθος ἅπασι.
Υμνος ΔΙΟΝΥΣΟΥ ΒΑΣΣΑΡΕΩΣ ΤΡΙΕΤΗΡΙΚΟΥ(μεταφραση)
Ελα, μακάριε Διόνυσε, πού σπάρθηκες στη φωτιά και πού έχεις μέτωπον ταύρου, ώ
Βάσσαρε και Βακχέα με τα πολλά ονόματα παντοδύναμε, πού χαίρεσαι με τα ξίφη και με
το αίμα και με τις αγνές Μαινάδες εσύ πού κραυγάζεις στον Ολυμπο, ο θορυβώδης, ό
μανιακός Βάκχος, πού έχεις για δόρυ τον θύρσον, ωργισμενε. τιμημένε από όλους τους
θεούς και μεταξύ όλων των θνητών ανθρώπων, όσοι κατοικούν είς την γήν• έλα,
μακάριε, πηδηχτή, και φέρε μεγάλην χαράν εις όλους.
Λικνίτου
Λικνίτην Διόνυσον ἐπευχαῖς ταῖσδε κικλήσκω, Νύσιον ἀμφιθαλῆ, πεποθημένον, εὔφρονα Βάκχον,
νυμφῶν ἔρνος ἐραστὸν ἐυστεφάνου τ' Ἀφροδίτης, ὅς ποτ' ἀνὰ δρυμοὺς κεχορευμένα βήματα πάλλες
σὺν νύμφαις χαρίεσσιν ἐλαυνόμενος μανίηισι, καὶ βουλαῖσι Διὸς πρὸς ἀγαυὴν Φερσεφόνειαν ἀχθεὶς ἐξετράφης φίλος ἀθανάτοισι θεοῖσιν.
εὔφρων ἐλθέ, μάκαρ, κεχαρισμένα δ' ἱερὰ δέξαι.
ΛΙΚΝΙΤΟΥ(μεταφραση)
Τον Λικνίτην Διόνυσον προσκαλώ είς αυτές τις προσευχές, τον Νύσιον, τον θαλερόν είς
όλα τον περιπόθητον, τον ευφρόσυνον Βάκχον το αξιέραστο βλαστάρι των νυμφών και
της Αφροδίτης με το ωραίο στεφάνι συ κάποτε κινούσες ανά τα δάση χορευτικά βήματα
μαζί με χαριτωμένες νύμφες, παρασυρόμενος από μανίες και με την θέλησιν του Διός
μετήχθης είς την ένδοξον Περσεφόνην και ανετράφης, αγαπητός είς τους αθανάτους
θεούς Ελα μακάριε, με ευφροσύνην και δέξου τας θυσίας, πού σου έχαρίσαμεν.
Περικιονίου
Κικλήσκω Βάκχον περικιόνιον, μεθυδώτην, Καδμείοισι δόμοις ὃς ἑλισσόμενος πέρι πάντη ἔστησε κρατερῶς βρασμοὺς γαίης ἀποπέμψας, ἡνίκα πυρφόρος αὐγὴ ἐκίνησε χθόνα πᾶσαν πρηστῆρος ῥοίζοις• ὃ δ' ἀνέδραμε δεσμὸς ἁπάντων.
ἐλθέ, μάκαρ, βακχευτά, γεγηθυίαις πραπίδεσσιν.
ΒΑΚΧΟΥ περικιονίου(μεταφραση)
Τον Βάκχον τον περίστυλον επικαλούμαι, τον δωρητήν του κρασιού. ο οποίος
περιελισσάμενος προς κάθε κατεύθυνσιν εις τα δώματα του Κάδμου εστήριξε την γήν
αφού απεμάκρυνε τους ισχυρούς κλονισμούς, όταν ή αυγή, πού φέρει το πυρ ετάραξε
όλην την γήν με τα ορμητικά σφυρίγματα του κεραυνού και εκείνος έτρεξεν επάνω ως
σύνδεσμος (στήριγμα) όλων.
Έλα μακάριε, βακχευτή, με χαρούμενες διαθέσεις
Σαβαζίου
Κλῦθι, πάτερ, Κρόνου υἱέ, Σαβάζιε, κύδιμε δαῖμον, ὃς ΒάκχονΔιόνυσον, ἐρίβρομον, εἰραφιώτην,
μηρῶι ἐγκατέραψας, ὅπως τετελεσμένος ἔλθηι Τμῶλον ἐς ἠγάθεον παρὰ Ἵπταν καλλιπάρηιον. ἀλλά, μάκαρ, Φρυγίης μεδέων, βασιλεύτατε πάντων, εὐμενέων ἐπαρωγὸς ἐπέλθοις μυστιπόλοισιν.
ΣΑΒΑΖΙΟΥ(μεταφραση)
Ακουσε με πατέρα Σαβάζιε υιέ του Κρόνου, (Δία), ένδοξε θεέ, συ πού έρραψες μέσα εις
τον μηρόν σου τον Βακχον Διόνυσον τον φωνακλά (τον δυνατά φωνάζοντα), τον
μηροραμμένον, διά να υπάγη μεμυημένος εις τον ιερόν Τμώλον, πλησίον εις την ωραίαν
Ιππαν.
Αλλά, ώ μακάριε, εσύ πού κυβερνάς την φρυγίαν και είσαι ο μεγαλύτερος από όλους
Βασιλεύς είθε να έλθης ως ευμενής βοηθός εις τους τελούντος μυστηριακάς τελετουργίας
Ἵπτας
Ἵπταν κικλήσκω, Βάκχου τροφόν, εὐάδα κούρην, μυστιπόλοις τελεταῖσιν ἀγαλλομένην Σάβου ἁγνοῦ νυκτερίοις τε χοροῖσιν ἐριβρεμέταο Ἰάκχου. κλῦθί μου εὐχομένου, χθονία μήτηρ, βασίλεια,
εἴτε σύ γ' ἐν Φρυγίηι κατέχεις Ἴδης ὄρος ἁγνὸν ἢ Τμῶλος τέρπει σε, καλὸν Λυδοῖσι θόασμα• ἔρχεο πρὸς τελετὰς ἱερῶι γήθουσα προσώπωι.
ΙΠΠΑΣ(μεταφραση)
Την Ίππαν καλώ την τροφόν του Βάκχου, την κόρην πού τίμα τον Βάκχον, την
μεμυημένην, πού ευφραίνεται με τάς τελετουργίας του αγνού Σάβου κατά τους
νυκτερινούς χορούς του Ιάκχου, πού προξενεί μεγάλον θόρυβον. Ακουσε την προσευχήν
μου, συ η γηινη μητέρα, ή βασίλισσα, είτε κατέχεις (κατοικείς) εις την Φρυγίαν το ιερόν
όρος της Ίδης ή σε ευχαριστεί ο Τμώλος, πού για τους Λυδούς είναι ωραίος τόπος για
χορό έλα εις τάς τελετάς χαρούμενη με ιερόν πρόσωπον
Λυσίου Ληναίου
Κλῦθι, μάκαρ, Διὸς υἷ', ἐπιλήνιε Βάκχε, διμάτωρ, σπέρμα πολύμνηςτον, πολυώνυμε, λύσιε δαῖμον,
κρυψίγονον μακάρων ἱερὸν θάλος, εὔιε Βάκχε, εὐτραφές, εὔκαρπε, πολυγηθέα καρπὸν ἀέξων, ῥηξίχθων, ληναῖε, μεγασθενές, αἰολόμορφε, παυσίπονον θνητοῖσι φανεὶς ἄκος, ἱερὸν ἄνθος
χάρμα βροτοῖς φιλάλυπον, ἐπάφιε, καλλιέθειρε, λύσιε, θυρσομανές, βρόμι', εὔιε, πᾶσιν ἐύφρων, οἷς ἐθέλεις θνητῶν ἠδ' ἀθανάτων ἐπιφαύσκων νῦν σε καλῶ μύσταισι μολεῖν ἡδύν, φερέκαρπον.
ΛΥΣΙΟΥ Ληναίου ύμνος(μεταφραση)
Ακουσε, μακάριε, υιέ του Διός. Βάκχε πού έχεις σχέσιν με το πατητήρι (των σταφυλιών),
με τις δύο μητέρες γέννημα πολυενθύμητον ένδοξε, θεέ πού απολυτρώνεις.
Σύ είσαι το ιερό βλαστάρι, ώ εύιε Βάκχε, πού γεννήθηκες κρυφά το καλοθρεμμένο συ
δίδεις πολλούς καρπούς και αυξάνεις τον καρπόν, πού μας παρέχει μεγάλην χαράν, συ
διαρρηγνύεις την γήν, (καί αυξάνεις τα Φυτά πού μας φέρουν καρπούς), πού έχεις
σχέσιν με τα πατητήρια, πού βγάζουν το κρασί είσαι μεγαλοδύναμος καί ποικιλόμορφος
ενεφανίσθης εις τους ανθρώπους ως ιατρικόν (ως θεραπευτικόν μέσον), πού καταπαύει
τους πόνους, ως ιερόν άνθος, ως χαρά για τούς ανθρώπους, πού αγαπούν τον χωρίς
λύπες βίον εσύ θωπεύεις και έχεις ωραίαν κόμην απολυτρώνεις, έχεις μανίαν, όταν
κρατής τον θύρσον είσαι θορυβώδης, βακχικός, ευχάριστος εις όλους, εις όσους
ανθρώπους και θεούς θέλεις να φανερώνεσαι.
Τώρα σε προσκαλώ να έλθης εις τους μύστας με γλυκύτητα και να φέρης καλούς
καρπούς.
Νυμφῶν
Νύμφαι, θυγατέρες μεγαλήτορος Ὠκεανοῖο, ὑγροπόροις γαίης ὑπὸ κεύθεσιν οἰκί' ἔχουσαι, κρυψίδρομοι, Βάκχοιο τροφοί, χθόνιαι, πολυγηθεῖς, καρποτρόφοι, λειμωνιάδες, σκολιοδρόμοι, ἁγναί,
ἀντροχαρεῖς, σπήλυγξι κεχαρμέναι, ἠερόφοιτοι, πηγαῖαι, δρομάδες, δροσοείμονες, ἴχνεσι κοῦφαι, φαινόμεναι, ἀφανεῖς, αὐλωνιάδες, πολυανθεῖς, σὺν Πανὶ σκιρτῶσαι ἀν' οὔρεα, εὐάστειραι,
πετρόρυτοι, λιγυραί, βομβήτριαι, οὐρεσίφοιτοι, ἀγρότεραι κοῦραι, κρουνίτιδες ὑλονόμοι τε, παρθένοι εὐώδεις, λευχείμονες, εὔπνοοι αὔραις, αἰπολικαί, νόμιαι, θηρσὶν φίλαι, ἀγλαόκαρποι,
κρυμοχαρεῖς, ἁπαλαί, πολυθρέμμονες αὐξίτροφοί τε, κοῦραι ἁμαδρυάδες, φιλοπαίγμονες, ὑγροκέλευθοι, Νύσιαι, μανικαί, παιωνίδες, εἰαροτερπεῖς, σὺν Βάκχωι Δηοῖ τε χάριν θνητοῖσι φέρουσαι• ἔλθετ' ἐπ' εὐφήμοις ἱεροῖς κεχαρηότι θυμῶι
νᾶμα χέουσαι ὑγεινὸν ἀεξιτρόφοισιν ἐν ὥραις.
ΝΥΜΦΩΝ(μεταφραση)
Νύμφαι θυγατέρες του μεγαλόκαρδου Ωκεανού.
Σεις πού έχετε τάς κατοικίας σας εις τα βάθη της γης σε δρόμους υγρούς (υδατίνους),
και κατοικείτε σε κρυφούς τόπους, πού εθρέψατε τον Βάκχον γήινες, πού παρέχετε
μεγάλην χαράν, πού τρέφετε τους καρπούς και ζήτε στα λιβάδια σεις πού γυρίζετε στα
λοξοειδή μονοπάτια, αι αγναί πού χαίρεσθε στα σπήλαια (και είσθε ή χαρά των
σπηλαίων) και περιπλανάσθε εις τον αέρα σεις ζήτε εις τάς πηγάς και κινείσθε γρήγορα
έχετε την δροσιά για φόρεμα καί πόδια ελαφρά φανερώνεσθε, αλλά καί δεν φαίνεσθε,
ζήτε εις τάς κοιλάδας καί έχετε πολλά άνθη• μαζί με τον Πάνα πηδάτε επάνω στα βουνά,
ενθουσιαστικαί, πού βγαίνετε από τις πέτρες, είσθε λιγυρόφωνες προέρχεσθε από τις
βρύσες, καί ζήτε εις τα δάση είσθε αρωματισμένες παρθένες, ντυμένες στα λευκά,
αποπνέετε ωραίες αύρες, έχετε σχέσιν με τους αιγοβοσκούς, με τους ποιμένας, είσθε
φίλαι των θηρίων, φέρετε ωραίους καρπούς χαίρεσθε στούς δρυμούς, είσθε απαλές,
τρέφετε πολλούς, βοηθείτε εις την αύξησιν είσθε κόρες πού γεννηθήκατε μαζί με τίς
βαλανιδιές, αγαπάτε τα παιγνίδια, περπατάτε στα νερά,
Νύσιαι, μανιακές, θεραπευτικές, ευχαριστείσθε με την άνοιξιν καί μαζί με τον Βάκχο και
την Δηώ φέρετε χαράν εις τους ανθρώπους. Ελάτε με χαρούμενη καρδιά στις ιερές
θυσίες καί χύνετε νερό υγιεινό σε ώρες (σε εποχές), πού βοηθούν την αύξηση των
καρπών.
Τριετηρικοῦ
Κικλήσκω σε, μάκαρ, πολυώνυμε, μανικέ, Βακχεῦ, ταυρόκερως, ληναῖε, πυρίσπορε, Νύσιε, λυσεῦ,
μηροτρεφής, λικνῖτα, πυριπόλε καὶ τελετάρχα, νυκτέρι', Εὐβουλεῦ, μιτρηφόρε, θυρσοτινάκτα, ὄργιον ἄρρητον, τριφυές, κρύφιον Διὸς ἔρνος, πρωτόγον', Ἠρικεπαῖε, θεῶν πάτερ ἠδὲ καὶ υἱέ, ὠμάδιε, σκηπτοῦχε, χοροιμανές, ἁγέτα κώμων,
βακχεύων ἁγίας τριετηρίδας ἀμφὶ γαληνάς, ῥηξίχθων, πυριφεγγές, ἐπάφριε, κοῦρε διμάτωρ, οὐρεσιφοῖτα, κερώς, νεβριδοστόλε,ἀμφιέτηρε, Παιὰν χρυσεγχής, ὑποκόλπιε, βοτρυόκοσμε, Βάσσαρε, κισσοχαρής, πολυπάρθενε καὶ διάκοσμε ἐλθέ, μάκαρ, μύσταισι βρύων κεχαρημένος αἰεί.
ΤΡΙΕΤΗΡΙΚΟΥ(μεταφραση)
Εσέ επικαλούμαι, μακάριε, ένδοξε, μανιακέ Βακχέα, πού έχεις κέρατα ταύρου καί
προστατεύεις τα πατητήρια των σταφυλιών, πού σπέρνεις τα πυρ, έσέ τον Νύσιον, τον
λυτρωτήν, πού είσαι θρέμμα του μηρού, λικνίτη πού φυσάς πυρ, καί είσαι αρχηγός
(ιδρυτής) των τελετών (των μυστηριακών)• νυκτερινέ. Ευβουλέα, πού φορείς μίτραν καί
τινάσσεις τον θύρσον συ είσαι μυστήριον απερίγραπτον με τρεις φύσεις, κρυφό
Βλαστάρι του Διός• είσαι πρωτότοκος, ηρικεπαίος, πατέρας καί υιός των θεών τρώγεις
ωμά κρέατα, κρατείς σκήπτρον αγαπάς με μανίαν τους χορούς, είσαι αρχηγός
κωμαστικών ομίλων εορτάζεις κατά τις ήσυχες άγιες τριετηρίδες διαρρηγνύεις την γήν,
φέγγεις όπως ή φωτιά, θωπεύεις. ώ νέε πού έχεις δύο μητέρες περιπλανάσαι στα βουνά,
φέρεις κέρατα και φορείς δέρμα από έλαφάκι είσαι ό ετήσιος ( χρονιάρης) ο Παιάν πού
έχεις γιά δόρυ τον θύρσο κρυμμένος στην κοιλιά της μητέρας, στολίζεσαι με σταφύλια
είσαι ο Βάσσαρος, πού χαίρεσαι με τον κισσό και με πολλές παρθένες και είσαι
διακοσμητης έλα ώ μακάριε, στούς μύστες πάντοτε χαρούμενος και γεμάτος από
καρπούς.
Ἀμφιετοῦς
θυμίαμα πάντα πλὴν λιβάνου καὶ σπένδε γάλα Ἀμφιετῆ καλέω Βάκχον, χθόνιον Διόνυσον,
ἐγρόμενον κούραις ἅμα νύμφαις εὐπλοκάμοιςιν ὃς παρὰ Περσεφόνης ἱεροῖσι δόμοισιν ἰαύων κοιμίζει τριετῆρα χρόνον, Βακχήιον ἁγνόν. αὐτὸς δ' ἡνίκα τὸν τριετῆ πάλι κῶμον ἐγείρηι, εἰς ὕμνον τρέπεται σὺν ἐυζώνοισι τιθήναις εὐνάζων κινῶν τε χρόνους ἐνὶ κυκλάσιν ὥραις. ἀλλά, μάκαρ, χλοόκαρπε, κερασφόρε, κάρπιμε Βάκχε, βαῖν' ἐπὶ πάνθειον τελετὴν γανόωντι προσώπωιεὐιέροις καρποῖσι τελεσσιγόνοισι βρυάζων.
ΑΜΦΙΕΤΟΥΣ(μεταφραση)
Τον Βάκχον προσκαλώ τον ετήσιον (τον μονοετή), τον γήινον Διόνυσον που αγρυπνεί
μαζί με τις παρθένες νύμφες, πού έχουν ωραίους πλοκάμους πού διανυκτερεύει πλησίον
στα ιερά δώματα της Περσεφόνης και αποκοιμίζει τον τριετή αγνόν Βακχικόν χρόνον. Ο
ίδιος πάλιν όταν σηκώνη την τριετή (πού γίνεται κάθε τρία έτη) εορταστικήν πανήγυριν
στρέφεται σε ύμνους μαζί με τις καλλίζωνες συντρόφισσες του, πού διασκεδάζει και
κάνει χορούς σε ώρες κυκλικές (πού επανέρχονται τακτικά).
Αλλά ώ μακάριε, πού παράγεις χλωρούς καρπούς και φέρεις (φορείς) κέρατα, ώ
καρποφόρε Βάκχε, έλα εις την κοινήν όλων των θεών τελετήν με αστραφτερό πρόσωπο
υπερηφανευόμενος για τους ιερούς καρπούς, πού είναι τελείως ωριμασμένοι.
Σιληνοῦ Σατύρου Βακχῶν
Κλῦθί μου, ὦ πολύσεμνε τροφεῦ, Βάκχοιο τιθηνέ, Σιληνῶν ὄχ' ἄριστε, τετιμένε πᾶσι θεοῖσι
καὶ θνητοῖσι βροτοῖσιν ἐπὶ τριετηρίσιν ὥραις,ἁγνοτελής, γεραρός, θιάσου νομίου τελετάρχα, εὐαστής, φιλάγρυπνε σὺν εὐζώνοισι τιθήναις, Ναΐσι καὶ Βάκχαις ἡγούμενε κισσοφόροισι• δεῦρ' ἐπὶ πάνθειον τελετὴν Σατύροις ἅμα πᾶσι θηροτύποις, εὔασμα διδοὺς Βακχείου ἄνακτος, σὺν Βάκχαις Λήναια τελεσφόρα σεμνὰ προπέμπων,
ὄργια νυκτιφαῆ τελεταῖς ἁγίαις ἀναφαίνων, εὐάζων, φιλόθυρσε, γαληνιόων θιάσοισιν.
ΣΙΛΗΝΟΥ σατύρου, ΒΑΚΧΩΝ(μεταφραση)
Άκουσε με ώ πολυσέβαοτε τροφέα, πού φροντίζεις τον Βάκχο, συ πού είσαι ο
υπεροχώτερος από τους Σιληνούς, τιμημένος μεταξύ όλων των θεών και των θνητών
ανθρώπων κατά τις τριετείς τελετές, πού λατρεύεσαι με αγνές τελετές, συ ο σεβαστός, ο
αρχηγός του ποιμενικού θιάσου• είσαι μανιώδης διασκεδαστής, σου αρέσει να άγρυπνης
μαζί με τις καλλίζωνες τροφούς, και οδηγείς τις Ναιάδες και τις Βάκχες, πού είναι
τυλιγμένες με κισσό έλα εδώ εις την κοινήν δι' όλους τους θεούς τελετουργίαν μαζί με
όλους τους Σατύρους, πού έχουν μορφήν θηρίου, και δόσε κραυγήν του άνακτος
Βάκχου, συνοδεύων μαζί με τις Βάκχες τις σεμνές εορτές του ληνού (εκεί πού πατιώνται
τα σταφύλια), πού φέρουν καρπούς.
Φανερώνων εις τάς αγίας τελετάς μυστήρια, πού λάμπουν την νύκτα, διασκεδάζων, ώ
φίλε του θύρσου. με τους θιάσους εν γαλήνη.
Εἰς Ἀφροδίτην
Οὐρανία, πολύυμνε, φιλομμειδὴς Ἀφροδίτη, ποντογενής, γενέτειρα θεά, φιλοπάννυχε, σεμνή,
νυκτερία ζεύκτειρα, δολοπλόκε μῆτερ Ἀνάγκης• πάντα γὰρ ἐκ σέθεν ἐστίν, ὑπεζεύξω δέ τε κόσμον καὶ κρατέεις τρισσῶν μοιρῶν, γεννᾶις δὲ τὰ πάντα, ὅσσα τ' ἐν οὐρανῶι ἐστι καὶ ἐν γαίηι πολυκάρπωι ἐν πόντου τε βυθῶι τε, σεμνὴ Βάκχοιο πάρεδρε, τερπομένη θαλίαισι, γαμοστόλε μῆτερ Ἐρώτων,
Πειθοῖ λεκτροχαρής, κρυφία, χαριδῶτι, φαινομένη, τ' ἀφανής, ἐρατοπλόκαμ', εὐπατέρεια, νυμφιδία σύνδαιτι θεῶν, σκηπτοῦχε, λύκαινα,
γεννοδότειρα, φίλανδρε, ποθεινοτάτη, βιοδῶτι, ἡ ζεύξασα βροτοὺς ἀχαλινώτοισιν ἀνάγκαις καὶ θηρῶν πολὺ φῦλον ἐρωτομανῶν ὑπὸ φίλτρων• ἔρχεο, Κυπρογενὲς θεῖον γένος, εἴτ' ἐν' Ὀλύμπωι ἐσσί, θεὰ βασίλεια, καλῶι γήθουσα προσώπωι,
εἴτε καὶ εὐλιβάνου Συρίης ἕδος ἀμφιπολεύεις, εἴτε σύ γ' ἐν πεδίοισι σὺν ἅρμασι χρυσεοτεύκτοις Αἰγύπτου κατέχεις ἱερῆς γονιμώδεα λουτρά, ἢ καὶ κυκνείοισιν ὄχοις ἐπὶ πόντιον οἶδμα ἐρχομένη χαίρεις κητῶν κυκλίαισι χορείαις, ἢ νύμφαις τέρπηι κυανώπισιν ἐν χθονὶ Δίηι θῖνας ἐπ' αἰγιαλοῖς ψαμμώδεσιν ἅλματι κούφωι• εἴτ' ἐν Κύπρωι, ἄνασσα, τροφῶι σέο, ἔνθα καλαί τε παρθένοι ἄδμηται νύμφαι τ' ἀνὰ πάντ' ἐνιαυτὸν ὑμνοῦσιν, σέ, μάκαιρα, καὶ ἄμβροτον ἁγνὸν Ἄδωνιν. ἐλθέ, μάκαιρα θεά μάλ' ἐπήρατον εἶδος ἔχουσα• ψυχῆι γάρ σε καλῶ σεμνῆι ἁγίοισι λόγοισιν.
Εις ΑΦΡΟΔΙΤΗΝ ύμνος(μεταφραση)
Ώ επουράνια Αφροδίτη, περίφημη, πού σκορπίζεις μειδιάματα, γεννημένη στη θάλασσα,
θεά μητέρα, πού αγαπάς τις ολονύκτιες διασκεδάσεις, σεβαστή, νυκτερινή, πού
συζευγνύεις (ενώνεις) τους ανθρώπους εις γάμον, πού πλέκεις δόλους (δόλια σχέδια), ώ
μητέρα της ανάγκης• διότι τα πάντα προέρχονται από σένα, πού μπλέχτηκες με τον
κόσμον και κυριαρχείς σε τρία μερίδια καί γεννάς τα πάντα, όσα ευρίσκονται εις τον
ουρανόν καί όσα στην εύφορη γη καί όσα στον βυθό της θαλάσοης, σεβαστή
συμπαρακαθημένη του Βάκχου, πού τέρπεσαι στα συμπόσια καί παρασκευάζεις τους
γάμους, ώ μητέρα των ερώτων
πού χαίρεσαι στα κρεββάτια με την πειθώ καί ενεργείς στα κρυφά, βασίλισσα πού δίδεις
χαρά, πού φαίνεσαι, αλλά καί δεν φαίνεσαι, πού έχεις με άξιέραστες πλεξήδες τυλιγμένα
τα μαλλιά σου καί κατάγεσαι από καλόν πατέρα, προστάτρια των νυμφών, σύνδειπνε
σκη-πτροφόρε των θεών λύκαινα συ πού δίδεις απογόνους, φίλη των ανδρών,
περιπόθητη πού παρέχεις την ζωήν συ πού έμπλεξες τους ανθρώπους καί το μεγάλο
πλήθος των ζώων με αχαλίνωτες ανάγκες από ερωτομανή φίλτρα, έλα ώ θεϊκέ γόνε πού
εγεννήθης στην Κύπρο, ώ θεά βασίλισσα, έλα χαρούμενη με ωραίον πρόσωπον, είτε
εύρίσκεσαι στον Όλυμπον είτε υπηρετείς εις τον ναόν της Συρίας, πού παράγει πολύ
λιβάνι, είτε συ εις τάς πεδιάδας με άρματα κατασκευασμένα από χρυσό κατέχεις τα
γόνιμα λουτρά της ιεράς Αιγύπτου,
ή καί επάνω σε κυανά οχήματα διερχόμενη το θαλάσσιον κύμα χαίρεσαι με τους
κυκλικούς χορούς των υδροβίων ζώων ή τέρπεσαι με τίς μαυρομμάτες νύμφες είς την
Δίαν, πηδώσα μανιακά με ελαφρά πηδήματα στις αμμώδεις ακρογιαλιές είτε ω βασίλισσα,
ευρίσκεσαι είς την Κύπρον, την τροφόν σου όπου ωραίες παρθένες άγαμες καί νύμφες
σε υμνούν καθ' όλον τον χρόνον, υμνούν εσέ ώ μακαρία, καί τον αθάνατον αγνόν
Αδωνιν έλα. μακαρία θεά καί να έχης πολύ ευχάριστον διάθεσιν διότι εσένα προσκαλώ με
άγια λόγια σεμνής ψυχής.
Ἀδώνιδος
Κλῦθί μου εὐχομένου, πολυώνυμε, δαῖμον ἄριστε, ἁβροκόμη, φιλέρημε, βρύων ὠιδαῖσι ποθειναῖς,
Εὐβουλεῦ, πολύμορφε, τροφεῦ πάντων ἀρίδηλε, κούρη καὶ κόρε, σὺ πᾶσιν θάλος αἰέν, Ἄδωνι, σβεννύμενε λάμπων τε καλαῖς ἐν κυκλάσιν ὥραις, αὐξιθαλής, δίκερως, πολυήρατε, δακρυότιμε, ἀγλαόμορφε, κυναγεσίοις χαίρων, βαθυχαῖτα, ἱμερόνους, Κύπριδος γλυκερὸν θάλος, ἔρνος Ἔρωτος, Φερσεφόνης ἐρασιπλοκάμου λέκτροισι λοχευθείς,
ὃς ποτὲ μὲν ναίεις ὑπὸ Τάρταρον ἠερόεντα, ἠδὲ πάλιν πρὸς Ὄλυμπον ἄγεις δέμας ὡριόκαρπον•ἐλθέ, μάκαρ, μύσταισι φέρων καρποὺς ἀπὸ γαίης.
ΑΔΩΝΙΔΟΣ(μεταφραση)
Ακουσε την προσευχή μου, ώ ένδοξε, άριστε θεέ, με την κομψήν κόμην φίλε της ερημιάς
(της μοναξιάς), πού είσαι γεμάτος από περιπόθητους καρπούς, ώ Ευβουλέα με τις πολλές
μορφές, φανερέ ανατροφέα των πάντων, πού είσαι κόρη και παιδί (θηλυκός και
αρσενικός) ώ Άδωνι εις όλα είσαι πάντοτε το ωραίον βλαστάρι, σβήνεις και λάμπεις σε
ωραίες κυκλικές εποχές βοηθείς εις την αύξησιν των καρπών, έχεις δύο κέρατα, είσαι
πολυέραστος (πολύ αγαπητός), σε τιμούν με δάκρυα, έχεις μορφήν πού λάμπει, χαίρεοαι
το κυνήγι, έχεις πυκνά και μακρά μαλλιά (κόμην) έχεις αξιέραστη ψυχή, είσαι το γλυκύ
τέκνον της Κύπριδος, βλαστάρι του έρωτος και γεννήθηκες στα κρεββάτια της
Περσεφόνης με τα όμορφα μαλλιά συ άλλοτε μεν κατοικείς κάτω από τον σκοτεινόν
Τάρταρον και άλλοτε αντιθέτως οδηγείς το σώμα σου όταν ωρίμαση στον καιρό του
προς τον Όλυμπον.
Έλα ώ μακάριε, και φέρε εις τους μύστας καρπούς από την γήν
Ἑρμοῦ Χθονίου
Κωκυτοῦ ναίων ἀνυπόστροφον οἶμον ἀνάγκης, ὃς ψυχὰς θνητῶν κατάγεις ὑπὸ νέρτερα γαίης,
Ἑρμῆ, βακχεχόροιο Διωνύσοιο γένεθλον καὶ Παφίης κούρης, ἑλικοβλεφάρου Ἀφροδίτης,
ὃς παρὰ Περσεφόνης ἱερὸν δόμον ἀμφιπολεύεις, αἰνομόροις ψυχαῖς πομπὸς κατὰ γαῖαν ὑπάρχων,
ἃς κατάγεις, ὁπόταν μοίρης χρόνος εἰσαφίκηται εὐιέρωι ῥάβδωι θέλγων ὑπνοδώτειρα πάντα, καὶ πάλιν ὑπνώοντας ἐγείρεις• σοὶ γὰρ ἔδωκε τιμὴν τιμὴν Φερσεφόνεια θεὰ κατὰ Τάρταρον εὐρὺν ψυχαῖς ἀενάοις θνητῶν ὁδὸν ἡγεμονεύειν. ἀλλά, μάκαρ, πέμποις μύσταις τέλος ἐσθλὸν ἐπ' ἔργοις.
ΕΡΜΟΥ ΧΘΟΝΙΟΥ(μεταφραση)
Ώ συ πού κατοικείς εις του Κωκυτού τον δρόμον της ανάγκης, πού δεν έχει επιστροφή
(τον αγύριστο δρόμο), πού οδηγείς τάς ψυχάς των ανθρώπων εις τον κάτω κόσμον, ώ
Ερμή τέκνον του Διονύσου, πού σύρει τον βακχικόν χορόν, και της κόρης από την
Πάφον, της Αφροδίτης, με τα καμπυλωτά βλέφαρα.
Σύ υπηρετείς εις την ίεράν κατοικίαν της Περσεφόνης, και είσαι οδηγός στις
δυστυχισμένες ψυχές που πάνε εις τον Αδην αυτές τις ψυχές, όταν φθαση ο μοιραίος
χρόνος, καθοδηγείς προς τον κάτω κόσμον, εσύ πού μαγεύεις τα πάντα με το ιερό ραβδί,
πού υπνωτίζει, και πάλιν τους σηκώνεις από τον ύπνον διότι σε σένα παρεχώρηοεν ή θεά
Περσεφόνη την τιμήν να είσαι Οδηγός στις ψυχές των ανθρώπων κατά την αδιάκοπον,
την αιωνίαν πορείαν των προς τον ευρύν Τάρταρον. Αλλά μακάριε, είθε να στέλλης εις
τους μύστας καλόν τέλος δια τα έργα των.
Ἔρωτος
Κικλήσκω μέγαν, ἁγνόν, ἐράσμιον, ἡδὺν Ἔρωτα, τοξαλκῆ, πτερόεντα, πυρίδρομον, εὔδρομον ὁρμῆι, συμπαίζοντα θεοῖς ἠδὲ θνητοῖς ἀνθρώποις, εὐπάλαμον, διφυῆ, πάντων κληῖδας ἔχοντα,
αἰθέρος οὐρανίου, πόντου, χθονός, ἠδ' ὅσα θνητοῖς πνεύματα παντογένεθλα θεὰ βόσκει χλοόκαρπος, ἠδ' ὅσα Τάρταρος εὐρὺς ἔχει πόντος• θ' ἁλίδουπος• μοῦνος γὰρ τούτων πάντων οἴηκα κρατύνεις. ἀλλά, μάκαρ, καθαραῖς γνώμαις μύσταισι συνέρχου, φαύλους δ' ἐκτοπίους θ' ὁρμὰς ἀπὸ τῶνδ' ἀπόπεμπε.
ΕΡΩΤΟΣ(μεταφραση)
Επικαλούμαι τον μεγάλον, τον αγνόν τον περιπόθητον, τον γλυκύν Ερωτα, τον ισχυρόν
τοξότην τον πτερωτόν πού φλογίζει με δύναμιν τους ανθρώπους, τον ταχύν και
ορμητικόν που παίζει μαζί με τους θεούς και με τους θνητούς ανθρώπους τον έξυπνον
τον εφευρετικόν με τάς δύο φύσεις, πού κρατεί τα κλειδιά των πάντων, τα κλειδιά του
επουρανίου αιθέρος, της θαλάσσης και της γης και όσα πνεύματα, πού γεννούν τα πάντα
εις τους ανθρώπους, τρέφει ή θεά, παράγουσα χλωρούς καρπούς και όσα έχει ο ευρύς
Τάρταρος και η θορυβώδης θάλασσα διότι μόνον εσύ κρατείς το πηδάλιον όλων αυτών.
Αλλά ώ μακάριε, με καθαρές διαθέσεις έλα μαζί με τους μύστας και απομάκρυνε από
αυτούς τις φαύλες και παράδοξες ορμές.
Μοιρῶν
Μοῖραι ἀπειρέσιοι, Νυκτὸς φίλα τέκνα μελαίνης, κλῦτέ μου εὐχομένου, πολυώνυμοι, αἵτ' ἐπὶ λίμνης
οὐρανίας, ἵνα λευκὸν ὕδωρ νυχίας ὑπὸ θέρμης ῥήγνυται ἐν σκιερῶι λιπαρῶι μυχῶι εὐλίθου ἄντρου, ναίουσαι πεπότησθε βροτῶν ἐπ' ἀπείρονα γαῖαν•
ἔνθεν ἐπὶ βρότεον δόκιμον γένος ἐλπίδι κοῦφον στείχετε πορφυρέηισι καλυψάμεναι ὀθόνηισι μορσίμωι ἐν πεδίωι, ὅθι πάγγεον ἅρμα διώκει δόξα δίκης παρὰ τέρμα καὶ ἐλπίδος ἠδὲ μεριμνῶν καὶ νόμου ὠγυγίου καὶ
ἀπείρονος εὐνόμου ἀρχῆς• Μοῖρα γὰρ ἐν βιότωι καθορᾶι μόνη, οὐδέ τις ἄλλος
ἀθανάτων,οἳ ἔχουσι κάρη νιφόεντος Ὀλύμπου, καὶ Διὸς ὄμμα τέλειον• ἐπεί γ' ὅσα γίγνεται ἡμῖν, Μοῖρά τε καὶ Διὸς οἶδε νόος διὰ παντὸς ἅπαντα. ἀλλά μοι εὐκταῖαι, μαλακόφρονες, ἠπιόθυμοι,
Ἄτροπε καὶ Λάχεσι, Κλωθώ, μόλετ', εὐπατέρειαι, ἀέριοι, ἀφανεῖς, ἀμετάτροποι, αἰὲν ἀτειρεῖς, παντοδότειραι, ἀφαιρέτιδες, θνητοῖσιν ἀνάγκη• Μοῖραι, ἀκούσατ' ἐμῶν ὁσίων λοιβῶν τε καὶ εὐχῶν, ἐρχόμεναι μύσταις λυσιπήμονες εὔφρονι βουλῆι. Μοιράων τέλος ἔλλαβ' ἀοιδή, ἣν ὕφαν' Ὀρφεύς
ΜΟΙΡΩΝ(μεταφραση)
Ώ Μοίραι αναρίθμηται, αγαπητά τέκνα της μαύρης Νυκτός, ακούσατε την προσευχήν
μου σείς με τα πολλά ονόματα, πού κατοικείτε επάνω σε λίμνη επουράνια όπου λευκό
νερό στάζει από νυκτερινή ζέστη στον σκιερό μυχό ωραίου φκιασμένου με καλά λιθάρια
σπηλαίου, και πετάτε εις την απέραντη γή των ανθρώπων, από όπου βαδίζετε προς το
ανθρώπινο δουλικό γένος με ανεκπλήρωτη, κενή ελπίδα, αφού σκεπασθήτε με πορφυρά
λεπτά ενδύματα, εις την μοιραίαν πεδιάδα, όπου το άρμα πού κρατεί όλην την γήν το
καταδιώκει ή δόξα. πλησίον εις το τέρμα της δίκης (της δικαιοσύνης) και της ελπίδος και
των φροντίδων, και εις τον πανάρχαιον νόμον της απέραντου αρχής πού κυβερνάται με
καλούς νόμους. Διότι μόνον ή Μοίρα βλέπει τα συμβαίνοντα εις τον βίον των ανθρώπων,
ούτε κανείς άλλος από τους αθανάτους, πού κατέχουν τάς κορυφάς του χιονοσκεπούς
Ολύμπου, (βλέπει τα συμβαίνοντα εις τους ανθρώπους), καί το τέλειον μάτι του Διός
επειδή όσα συμβαίνουν εις ημάς (τους ανθρώπους) τα γνωρίζει εξ ολοκλήρου όλα ή
Μοίρα και ο νους του Διός.
Αλλά ελάτε δι' έμέ σείς αι αερινές, αι ευμενείς με την ήπιαν
διάθεσιν, σεις η Άτροπος η Λάχεσις καί η Κλώθω, πού έχετε καλόν πατέρα, αι νυκτερινές,
αι αφανείς, αι αμετάπειστες, αι πάντοτε σκληρές, πού δίδετε τα πάντα καί αφαιρείτε την
ανάγκην από τους θνητούς
ώ Μοίραι, ακούσατε τάς ίδικάς μου ιεράς προσφοράς και τάς προσευχάς, καί ελάτε εις
τους μύστας με χαρμόσυνη διάθεσι και αποδιώξατε την λύπην.
Χαρίτων
Κλῦτέ μοι, ὦ Χάριτες μεγαλώνυμοι, ἀγλαότιμοι, θυγατέρες Ζηνός τε καὶ Εὐνομίης βαθυκόλπου,
Ἀγλαΐη θαλίη τε καὶ Εὐφροσύνη πολύολβε, χαρμοσύνης γενέτειραι, ἐράσμιαι, εὔφρονες, ἁγναί, αἰολόμορφοι, ἀειθαλέες, θνητοῖσι ποθειναί• εὐκταῖαι, κυκλάδες, καλυκώπιδες, ἱμερόεσσαι• ἔλθοιτ' ὀλβοδότειραι, ἀεὶ μύσταισι προσηνεῖς.
ΧΑΡΙΤΩΝ(μεταφραση)
Ακούστε με ώ Χάριτες ένδοξαι, πού τιμάσθε με λαμπρότητα, θυγατέρες του Διός καί και
της Ευρυνόμης με τα βαθειά στήθη, εσείς η Αγλαϊα, η Θάλεια καί η πολυευτυχισμένη
Ευφροσύνη πού γεννάτε την χαρά, είσθε αξιέραστες ευχάριστες, αγνές, ποικιλόμορφες,
πάντοτε θαλερές (φρέσκιες) εις τους ανθρώπους περιπόθηται διότι ούτε αι ταχείαι
φλόγες του ηλίου, ούτε της σελήνης το φώς ούτε καί το καύχημα της σοφίας, της
αρετής καί της δραστήριας τόλμης
ούτε της λαμπρός ωραιότατης νεότητας του βίου ή περίοδος (ή εποχή) διεγείρει χαρές
εις την ζωήν μας χωρίς την ίδικήν σας παρουσίαν
Είθε να μας έλθετε πάντοτε προσηνείς προς τους μύστας.
εσείς πού είσθε άξιες ευχής, αι τριγυρίζουσαι (τους ανθρώπους), αι ανθηραί, αι
περιπόθηται, πού δίδετε την ευτυχίαν.
Νεμέσεως ὕμνος
Ὦ Νέμεσι, κλήιζω σε, θεά, βασίλεια μεγίστη, πανδερκής, ἐσορῶσα βίον θνητῶν πολυφύλων• ἀιδία, πολύσεμνε, μόνη χαίρουσα δικαίοις, ἀλλάσσουσα λόγον πολυποίκιλον, ἄστατον αἰεί,
ἣν πάντες δεδίασι βροτοὶ ζυγὸν αὐχένι θέντες• σοὶ γὰρ ἀεὶ γνώμη πάντων μέλει, οὐδέ σε λήθει
ψυχὴ ὑπερφρονέουσα λόγων ἀδιακρίτωι ὁρμῆι. πάντ' ἐσορᾶις καὶ πάντ' ἐπακούεις, καὶ πάντα
βραβεύεις• ἐν σοὶ δ' εἰσὶ δίκαι θνητῶν, πανυπέρτατε δαῖμον. ἐλθέ, μάκαιρ', ἁγνή, μύσταις ἐπιτάρροθος αἰεί• δὸς δ' ἀγαθὴν διάνοιαν ἔχειν, παύουσα πανεχθεῖς γνώμας οὐχ ὁσίας, πανυπέρφρονας, ἀλλοπροσάλλας.
ΝΕΜΕΣΕΩΣ ύμνος(μεταφραση)
Ω Νέμεσι σε υμνώ, εσένα την θεά την μεγαλύτερη βασίλισσα
πού βλέπεις τα πάντα καί παρατηρείς τον βίον των ανθρώπων,
πού ανήκουν εις πολλάς φυλάς αιωνία, σεβαστή, πού μόνον εσύ χαίρεσαι στα δίκαια, καί
τιμωρείς τον πολυποίκιλον λόγον, τον πάντοτε ασταθή εσένα φοβούνται όλοι οι
άνθρωποι πού έχουν ζυγόν στον τράχηλο (πού έχουν βαρείαν συνείδησιν)
διότι εσύ ενδιαφέρεσαι πάντοτε δια την γνώμην (την διάθεσιν) όλων, ούτε σου
διαφεύγει την προσοχήν ή ψυχή, πού υπερηφανεύεται κατά τους λόγους με
άκοτανόητον ορμήν. Εσύ τα πάντα εποπτεύεις καί τα πάντα ακούεις καί τα πάντα κρίνεις
από σε εξαρτώνται αι δίκαι των ανθρώπων, ώ υπέρτατη θεά
Ελα ώ μακαριά, αγνή, βοηθός πάντοτε εις τους μύστας καί δόσε τους να έχουν άγαθήν
διάνοιαν, καί να καταπαύσης τας μισητάς γνώμας , τας αντιθέσεις, τας ανοησίας, τάς
υπεροπτικάς καί αλλοπρόσαλλους (ευμεταβόλους).
Δίκης
Ὄμμα Δίκης μέλπω πανδερκέος, ἀγλαομόρφου, ἣ καὶ Ζηνὸς ἄνακτος ἐπὶ θρόνον ἱερὸν ἵζει
οὐρανόθεν καθορῶσα βίον θνητῶν πολυφύλων, τοῖς ἀδίκοις τιμωρὸς ἐπιβρίθουσα δικαία, ἐξ ἰσότητος ἀληθείαι συνάγουσ' ἀνόμοια• πάντα γάρ, ὅσσα κακαῖς γνώμαις θνητοῖσιν ὀχεῖται
δύσκριτα, βουλομένοις τὸ πλέον βουλαῖς ἀδίκοισι, μούνη ἐπεμβαίνουσα δίκην ἀδίκοις ἐπεγείρεις• ἐχθρὰ τῶν ἀδίκων, εὔφρων δὲ σύνεσσι δικαίοις. ἀλλά, θεά, μόλ' ἐπὶ γνώμαις ἐσθλαῖσι δικαία, ὡς ἂν ἀεὶ βιοτῆς τὸ πεπρωμένον ἦμαρ ἐπέλθοι.
ΔΙΚΗΣ(μεταφραση)
Τον οφθαλμόν εξυμνώ της Δίκης, πού βλέπει τα πάντα καί λάμπει από ομορφιά. η οποία
ακόμη καί εις τον ιερόν θρόνον του βασιλέως Διός κάθεται καί παρατηρεί από τον
ουρανόν τον βίον (τον τρόπον διαβιώσεως) των ανθρώπων, πού ανήκουν είς πολλάς
φυλάς
καί επιπίπτει ως δικαία τιμωρός κατά των αδίκων, συνάπτουσα τα ανόμοια κατά την
ισότητα δια της αληθείας
διότι όλα, όσα φέρονται εις τάς κακόβουλους σκέψεις των ανθρώπων, είναι δυσδιάκριτα,
επειδή αυτοί (οι άνθρωποι) ως άδικοι θέλουν το επί πλέον (είναι πλεονέκται) δια των
σκέ-ψεων των.
Μόνον εσύ επεμβαίνεις δικαίως εις άδικα έργα. και είσαι έχθρα των αδίκων ανθρώπων,
έχεις όμως καλάς διαθέσεις προς τους δικαίους.
Αλλά, ώ θεά, έλα εσύ ως δικαία και δώσε μας καλές σκέψεις, έως ότου επέλθη ή υπό της
μοίρας προωρισμένη ήμερα του βίου (μέχρι να άποθάνωμεν).
Δικαιοσύνης
Ὦ θνητοῖσι δικαιοτάτη, πολύολβε, ποθεινή, ἐξ ἰσότητος ἀεὶ θνητοῖς χαίρουσα δικαίοις,
πάντιμ', ὀλβιόμοιρε, Δικαιοσύνη μεγαλαυχής, ἣ καθαραῖς γνώμαιςιν ἀεὶ τὰ δέοντα βραβεύεις, ἄθραυστος τὸ συνειδὸς ἀεί• θραύεις γὰρ ἅπαντας, ὅσσοι μὴ τὸ σὸν ἦλθον ὑπὸ ζυγόν, ἀλλ' ὑπὲρ αὐτοῦ πλάστιγξι βριαραῖσι παρεγκλίναντες ἀπλήστως•
ἀστασίαςτε, φίλη πάντων, φιλόκωμ', ἐρατεινή, εἰρήνηι χαίρουσα, βίον ζηλοῦσα βέβαιον• αἰεὶ γὰρ τὸ πλέον στυγέεις, ἰσότητι δὲ χαίρεις• ἐν σοὶ γὰρ σοφίη ἀρετῆς τέλος ἐσθλὸν ἱκάνει.
κλῦθι, θεά, κακίην θνητῶν θραύουσα δικαίως, ὡς ἂν ἰσορροπίαισιν ἀεὶ βίος ἐσθλὸς ὁδεύοι θνητῶν ἀνθρώπων, οἳ ἀρούρης καρπὸν ἔδουσι, καὶ ζώιων πάντων, ὁπόσ' ἐν κόλποισι τιθηνεῖ γαῖα θεὰ μήτηρ καὶ πόντιος εἰνάλιος Ζεύς.
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ(μεταφραση)
Ώ συ ή δικαιότατη μεταξύ των θνητών, ή πολυευτυχισμένη, η περιπόθητη, πού χαίρεσαι
πάντοτε με τους ανθρώπους δια την ισότητα, πολύτιμε, καλότυχη, συ ή Δικαιοσύνη ή
πολυένδοξη, πού με καθαρές πάντοτε γνώμες κρίνεις τα πρέποντα, και έχεις ακεραίαν
την συνείδησιν διότι συ πάντοτε τιμωρείς όλους, όσοι δεν προσήλθαν κάτω από τον
ιδικόν σου ζυγόν (την ζυγαριά σου.), αλλά είναι άστατοι και παρεκκλίνουν ακόρεστα στις
βαρείες πλάστιγγες• συ είσαι χωρίς επαναστάσεις (ήσυχη), φίλη των πάντων, αγαπάς τάς
διασκεδάσεις αξιέραστη, χαίρεσαι στην ειρήνη και ποθείς τον σταθερόν βίον.
Διότι πάντοτε μισείς την πλεονεξίαν και χαίρεσαι εις την ισότητα. Διότι σε σένα ή γνώσις
της αρετής έχει άριστον τέλος.
Άκουσε με θεά, και τσάκιζε δικαίως την κακίαν των ανθρώπων, δια να πορεύεται (να
προχωρή) εν ισορροπία πάντοτε ό καλός βίος των θνητών ανθρώπων, οι οποίοι τρώγουν
τον καρπόν της γης, και όλων των ζώων όσα τρέφει εις τους κόλπους της ή γη ή θεά
μητέρα, και ό πόντιος θαλάσσιος Ζευς.
Ὕμνος Νόμου
Ἀθανάτων καλέω καὶ θνητῶν ἁγνὸν ἄνακτα, οὐράνιον Νόμον, ἀστροθέτην, σφραγῖδα δικαίαν πόντου τ' εἰναλίου καὶ γῆς, φύσεως τὸ βέβαιον
ἀκλινὲς ἀστασίαστον ἀεὶ τηροῦντα νόμοισιν, οἷσιν ἄνωθε φέρων μέγαν οὐρανὸν αὐτὸς ὁδεύει, καὶ φθόνον οὐ δίκαιον ῥοίζου τρόπον ἐκτὸς ἐλαύνει• ὃς καὶ θνητοῖσιν βιοτῆς τέλος ἐσθλὸν ἐγείρει• αὐτὸς γὰρ μοῦνος ζώιων οἴακα κρατύνει
γνώμαις ὀρθοτάταισι συνών, ἀδιάστροφος αἰεί, ὠγύγιος, πολύπειρος, ἀβλάπτως πᾶσι συνοικῶν τοῖς νομίμοις, ἀνόμοις δὲ φέρων κακότητα βαρεῖαν.
ἀλλά, μάκαρ, πάντιμε, φερόλβιε, πᾶσι ποθεινέ,εὐμενὲς ἦτορ ἔχων μνήμην σέο πέμπε, φέριστε.
Υμνος ΝΟΜΟΥ(μεταφραση)
Των αθανάτων θεών προσκαλώ και των θνητών ανθρώπων τον αγνόν ανακτά, τον
επουράνιον Νόμον, αυτόν πού κατατάσσει (θέτει εις τάξιν) τα άστρα, με οικαίαν
σφραγίδα καί
του θαλασσίου πόντου καί της γης, αυτόν πού φροντίζει πάντοτε να είναι ή φύσις
σταθερά, ασάλευτη, αδιατάρακτη δια ειδικών, μερικωτέρων νόμων, διά των οποίων
κατευθύνει τα πάντα άνωθεν καί διατρέχει καί κυριαρχεί αυτός, ο Υπέρτατος Νόμος τον
μέγαν ουρανόν, καί τον άδικον φθόνον αποδιώκει αυτός ως ορμητική κίνησις αυτός
διεγείρει εις τους ανθρώπους το καλόν τέλος του βίου διότι μόνον αυτός κατέχει το
πηδάλιον των ζώων (κατευθύνει την ζωήν), επειδή έχει ορθοτάτας γνώμας, είναι πάντοτε
αμετακίνητος, πανάρχαιος, με μεγάλην πείραν συγκατοίκων αβλαβώς με όλους τους
δικαίους, αλλά εις τους παρανομούντας (τους αδίκους) επιφέρει βαρείαν ζημίαν, βλάβην
Αλλά ώ μακάριε, πολύτιμε, συ πού φέρεις την ευτυχίαν εις όλους περιπόθητε. έχων
ευμενή καρδίαν μη μας λησμονής ώ άριστε.
Ἄρεος
Ἄρρηκτ', ὀμβριμόθυμε, μεγασθενές, ἄλκιμε δαῖμον, ὁπλοχαρής, ἀδάμαστε, βροτοκτόνε, τειχεσιπλῆτα,
Ἆρες ἄναξ, ὁπλόδουπε, φόνοις πεπαλαγμένος αἰεί, αἵματι ἀνδροφόνωι χαίρων, πολεμόκλονε, φρικτέ, ὃς ποθέεις ξίφεσίν τε καὶ ἔγχεσι δῆριν ἄμουσον• στῆσον ἔριν λυσσῶσαν, ἄνες πόνον ἀλγεσίθυμον, εἰς δὲ πόθον νεῦσον Κύπριδος κώμους τε Λυαίου
ἀλλάξας ἀλκὴν ὅπλων εἰς ἔργα τὰ Δηοῦς, εἰρήνην ποθέων κουροτρόφον, ὀλβιοδῶτιν.
ΑΡΕΩΣ(μεταφραση)
Ακατάβλητε, ισχυρόκαρδε, μεγαλοδύναμε, ρωμαλέε θεέ,
πού χαίρεσαι στα όπλα, ανίκητε, πού σκοτώνεις τους ανθρώπους και πλήττεις (κτυπάς)
τα τείχη ώ άνακτα Αρη, πού κρατείς τα όπλα, πού είσαι πάντοτε μπερδεμένος
(αναμεμειγμένος) με φόνους πού χαίρεοαι στο αίμα των ανδρών, πού φονεύονται, και
σηκώνεις τον θόρυβον του πολέμου, φρικτέ, και ποθείς την μάχην με ξίφη και με
δόρατα, την μάχην την αγρίαν σταμάτησε την λυσσασμένη μάχη άφησε των πόνον πού
προκαλεί θλίψιν στην καρδιά, κλίνε (στρέψε) προς τον πόθον της Κύπριδος και προς τάς
εορταστικάς πανηγύρεις του Λυσαίου, (του λυτρωτού. του Διονύσου) και να ανταλλάξης
την ίσχύν των όπλων με τα έργα της Δηούς (της Δήμητρας, της γεωργίας)
καί να ποθης την ειρήνην πού τρέφει τους νέους και μας παρέχει την ευτυχίαν.
Ἡφαίστου
Ἥφαιστ' ὀμβριμόθυμε, μεγασθενές, ἀκάματον πῦρ,λαμπόμενε φλογέαις αὐγαῖς, φαεσίμβροτε δαῖμον, φωσφόρε, καρτερόχειρ, αἰώνιε, τεχνοδίαιτε,
ἐργαστήρ, κόσμοιο μέρος, στοιχεῖον ἀμεμφές, παμφάγε, πανδαμάτωρ, πανυπέρτατε, παντοδίαιτε,
αἰθήρ, ἥλιος, ἄστρα, σελήνη, φῶς ἀμίαντον• ταῦτα γὰρ Ἡφαίστοιο μέλη θνητοῖσι προφαίνει. πάντα δὲ οἶκον ἔχεις, πᾶσαν πόλιν, ἔθνεα πάντα, σώματά τε θνητῶν οἰκεῖς, πολύολβε, κραταιέ. κλῦθι, μάκαρ, κλήιζω σε πρὸς εὐιέρους ἐπιλοιβάς,
αἰεὶ ὅπως χαίρουσιν ἐπ' ἔργοις ἥμερος ἔλθοις. παῦσον λυσσῶσαν μανίαν πυρὸς ἀκαμάτοιο καῦσιν ἔχων φύσεως ἐν σώμασιν ἡμετέροισιν.
ΗΦΑΙΣΤΟΥ(μεταφραση)
Ηφαιοτε ίσχυρόκαρδε, μεγαλοδύναμε, πού είσαι τα άσβεστον πυρ,
και φωτίζεσαι από φλογερές λάμψεις, ω θεέ που παρέχεις το φως εις τους ανθρώπους,
εσύ πού φέρεις το φως, με τα ισχυρά χέρια, αιώνιε, πού ζής με την τέχνην, συ ο
εργάτης, μέρος του κόσμου και στοιχείον άμεμπτον, πού τρώγεις τα πάντα, πού δαμάζεις
τα πάντα (ως εκπρόσωπος της φωτιάς), ο υπεράνω όλων υπέρτατος, πού ευρίσκεσαι
παντού. ΕΙσαι ο αιθήρ, ο ήλιος, τα άστρα, ή σελήνη, το φως το αμόλυντον διότι αυτό τα
μέλη του Ηφαίστου φέρουν το φως είς τους ανθρώπους.
Και κατοικείς εσύ είς πάντα οίκον, όλες τις πόλεις, όλα τα έθνη•
καί κατοικείς (ως πυρ, ως φωτιά) μέσα είς τα σώματα των ανθρώπων, εσύ με την
μεγάλην ευτυχίαν, ο ισχυρός.
Ακουσε με μακάριε, εσέ προσκαλώ είς τάς Ιεράς σπονδάς, δια να προσέλθης πάντοτε
ήμερος καί με έργα πού φέρουν χαράν.
Κατάπαυσε την λυσσασμένην μανίαν του ακατάβλητου πυρός
παρέχων είς τα ιδικά μας σώματα την φυσικην καύσιν (όχι διεγέρσεις αφύσικες).
Ἀσκληπιοῦ
Ἰητὴρ πάντων, Ἀσκληπιέ, δέσποτα Παιάν, θέλγων ἀνθρώπων πολυαλγέα πήματα νούσων, ἠπιόδωρε, κραταιέ, μόλοις κατάγων ὑγίειαν καὶ παύων νούσους, χαλεπὰς κῆρας θανάτοιο,
αὐξιθαλής, ἐπίκουρ', ἀπαλεξίκακ', ὀλβιόμοιρε, Φοίβου Ἀπόλλωνος κρατερὸν θάλος ἀγλαότιμον, ἐχθρὲ νόσων, Ὑγίειαν ἔχων σύλλεκτρον ἀμεμφῆ, ἐλθέ, μάκαρ, σωτήρ, βιοτῆς τέλος ἐσθλὸν ὀπάζων.
ΑΣΚΛΗΠΙΟΥ(μεταφραση)
Ώ συ Ασκληπιέ, ιατρέ των πάντων, ώ δέσποτα Παιάν πού μαγεύεις τα εκ των νόσων
παθήματα των ανθρώπων, πού προξενούν μεγάλους πόνους, συ πού καταπραΰνεις με τα
δώρα σου ο ισχυρός, είθε να έλθης φέρων εις ημάς την υγείαν, και καταπαύων τις
βαρείες ασθένειες και τον ολέθριον θάνατον, συ ώ νέε, πού συντελείς εις την αύξησιν και
απομακρύνεις τα κακά ο καλότυχος συ το ισχυρό βλαστάρι, το πολυτίμητο του Φοίβου
Απόλλωνος, ο εχθρός των νοσημάτων, πού έχεις άμεμπτον σύζυγον την Υγείαν έλα,
μακάριε, σωτήρα μας, δίδων εις ημάς καλόν τέλος του βίου.
Ὑγείας
Ἱμερόεσσ', ἐρατή, πολυθάλμιε, παμβασίλεια, κλῦθι, μάκαιρ' Ὑγίεια, φερόλβιε, μῆτερ ἁπάντων•
ἐκ σέο γὰρ νοῦσοι μὲν ἀποφθινύθουσι βροτοῖσι, πᾶς δὲ δόμος θάλλει πολυγηθὴς εἵνεκα σεῖο, καὶ τέχναι βρίθουσι• ποθεῖ δέ σε κόσμος, ἄνασσα, μοῦνος δὲ στυγέει σ' Ἀίδης ψυχοφθόρος αἰεί,
ἀιθαλής, εὐκταιοτάτη, θνητῶν ἀνάπαυμα• σοῦ γὰρ ἄτερ πάντ' ἐστὶν ἀνωφελῆ ἀνθρώποισιν• οὔτε γὰρ ὀλβοδότης πλοῦτος γλυκερὸς θαλίηισιν, οὔτε γέρων πολύμοχθος ἄτερ σέο γίγνεται ἀνήρ• πάντων γὰρ κρατέεις μούνη καὶ πᾶσιν ἀνάσσεις. ἀλλά, θεά, μόλε μυστιπόλοις ἐπιτάρροθος αἰεὶ ῥυομένη νούσων χαλεπῶν κακόποτμον ἀνίην.
ΥΓΕΙΑΣ(μεταφραση)
Σύ ή περιπόθητη η αξιέραστη που ζωογονείς τα πάντα, ή βασίλισσα των πάντων, άκουσε
με ώ μακαρία Υγεία, πού φέρεις την εύτυχίαν και είσαι ή μητέρα όλων διότι από σένα
από το ένα μέρος καταστρέφονται αι ασθένειαι των ανθρώπων, και από τα άλλο μέρος
κάθε σπίτι πάλιν εξ αίτιας σου (όταν έχη υγείαν) ανθοφορεί γεμάτο από χαρά, και αι
τέχναι ακμάζουν. Και σε ποθεί ό κόσμος, ώ βασίλισσα, καί μόνον ο Αδης οέ μισεί ο
πάντοτε θανατηφόρος.
Είσαι πάντοτε θαλερά, σε σένα περισσότερο από όλους απευθύνομεν τις ευχές μας είσαι
η ανακούφισις των ανθρώπων διότι χωρίς εσένα όλα είναι ανωφελή εις τους ανθρώπους
διότι ούτε ο Πλούτος, πού μας δίδει τα αγαθά, είναι γλυκός κατά τα συμπόσια, ούτε ο
ανήρ γίνεται γέρων, που εμόχθησε πολύ χωρίς εσένα διότι μόνη εσύ κυριαρχείς των
πάντων, και βασιλεύεις εις όλα. Αλλά ώ θεά έλα εις τους μύστας πάντοτε βοηθός, καί
σώζε μας από την κακότυχη ανία των φοβερών ασθενειών.
Ἐρινύων
Κλῦτε, θεαὶ πάντιμοι, ἐρίβρομοι, εὐάστειραι, Τισιφόνη τε καὶ Ἀλληκτὼ καὶ δῖα Μέγαιρα• νυκτέριαι, μυχίοις ὑπὸ κεύθεσιν οἰκί' ἔχουσαι ἄντρωι ἐν ἠερόεντι παρὰ Στυγὸς ἱερὸν ὕδωρ,
οὐχ ὁσίαις βουλαῖσι βροτῶν κεκοτημέναι αἰεί, λυσσήρεις, ἀγέρωχοι, ἐπευάζουσαι ἀνάγκαις,
θηρόπεπλοι, τιμωροί, ἐρισθενέες, βαρυαλγεῖς, Ἀίδεω χθόνιαι, φοβεραὶ κόραι, αἰολόμορφοι, ἠέριαι, ἀφανεῖς, ὠκυδρόμοι ὥστε νόημα• οὔτε γὰρ ἠελίου ταχιναὶ φλόγες οὔτε σελήνης καὶ σοφίης ἀρετῆς τε καὶ ἐργασίμου θρασύτητος
εὔχαρι οὔτε βίου λιπαρᾶς περικαλλέος ἥβης ὑμῶν χωρὶς ἐγείρει ἐυφροσύνας βιότοιο•
ἀλλ' αἰεὶ θνητῶν πάντων ἐπ' ἀπείρονα φῦλα ὄμμα Δίκης ἐφορᾶτε, δικασπόλοι αἰὲν ἐοῦσαι. ἀλλά, θεαὶ Μοῖραι, ὀφιοπλόκαμοι, πολύμορφοι, πραΰνοον μετάθεσθε βίου μαλακόφρονα δόξαν.
ΕΡΙΝΥΩΝ(μεταφραση)
Ακούσατε με ώ θεοί πού έχετε πάσαν τιμήν, πού φωνάζετε δυνατά, βακχικοί, σεις η
Τισιφόνη και η Αλληκτώ και η θεϊκή Μέγαιρα νυκτερινές, πού ζήτε εις τον μυχόν καί
έχετε είς τα βάθη την οικίαν σας μέσα εις ένα ομιχλώδες σπήλαιον πλησίον είς το ιερόν
νερό της Στυγός
πετάτε πάντοτε ένεκα των ανοσιών διαθέσεων των ανθρώπων λυσσασμένες,
μεγαλόφρονες, πολυδύναμες επιφέρουσαι βαρείς πόνους, κόρες του Αδου καταχθόνιες,
ποικιλόμορφες, πού προξενείτε φόβον αέρινες, αφανείς, πού τρέχετε γρήγορα όπως το
νόημα (ό νους).
Εσείς επιβλέπετε πάντοτε ωσάν μάτι της Δίκης τις απειράριθμες φυλές όλων των
ανθρώπων, και είσθε πάντοτε δικασταί. Αλλά, ώ θεαί Μοίραι με τα πλοκάμια από φίδια
πολύμορφες, μεταθέσατε και καταστήσατε την μαλακόκαρδη και ευμενή την γνώμην του
βίου.
Εὐμενίδων
Κλῦτέ μου, Εὐμενίδες μεγαλώνυμοι, εὔφρονι βουλῆι, ἁγναὶ θυγατέρες μεγάλοιο Διὸς χθονίοιο
Φερσεφόνης τ', ἐρατῆς κούρης καλλιπλοκάμοιο, αἳ πάντων καθορᾶτε βίον θνητῶν ἀσεβούντων, τῶν ἀδίκων τιμωροί, ἐφεστηκυῖαι ἀνάγκηι, κυανόχρωτες ἄνασσαι, ἀπαστράπτουσαι ἀπ' ὄσσων δεινὴν ἀνταυγῆ φάεος σαρκοφθόρον αἴγλην• ἀίδιοι, φοβερῶπες, ἀπόστροφοι, αὐτοκράτειραι, λυσιμελεῖς οἴστρωι, βλοσυραί, νύχιαι, πολύποτμοι,
νυκτέριαι κοῦραι, ὀφιοπλόκαμοι, φοβερῶπες• ὑμᾶς κικλήσκω γνώμαις ὁσίαισι πελάζειν.
ΕΥΜΕΝΙΔΩΝ(μεταφραση)
Ακούσατε με με ευφρόσυνη διάθεσι, ώ πολυένδοξοι Ευμενίδες, αγναί θυγατέρες του
μεγάλου γηΐνου Διός και της Περσεφόνης, της αξιαγάπητης κόρης με τους ωραίους
πλοκάμους (τα ωραία μαλλιά) σεις αι οποίαι επιβλέπετε τον βίον όλων των ανθρώπων,
πού ασεβούν αι τιμωροί των αδίκων, πού στεκεσθε επάνω εις την ανάγκην, μελαγχροινές
βασίλισσες, που εκπέμπετε, (πού πετάτε από τα μάτια σας φοβεράν σπινθηροβόλον
λάμψιν, πού καταστρέφει τας σάρκας αιώνιες, φοβερές την όψιν, αποτρόπαιες,
κυρίαρχοι, πού λύετε (παραλύετε) τα μέλη του σώματος με την μανίαν, αυστηρές,
νυκτερινές, με τις πολλές τύχες,
κόρες της νυκτός, με τα πλοκάμια από φίδια, φοβερές κατά την μορφή, εσάς προσκαλώ
να μας δώσετε σκέψεις καθαράς (οσίας).
Μηλινόης
Μηλινόην καλέω, νύμφην χθονίαν, κροκόπεπλον, ἣν παρὰ Κωκυτοῦ προχοαῖς ἐλοχεύσατο σεμνὴ Φερσεφόνη λέκτροις ἱεροῖς Ζηνὸς Κρονίοιο,
ἧι ψευσθεὶς Πλούτων' ἐμίγη δολίαις ἀπάταισι, θυμῶι Φερσεφόνης δὲ δισώματον ἔσπασε χροιήν, ἣ θνητοὺς μαίνει φαντάσμασιν ἠερίοισιν,
ἀλλοκότοις ἰδέαις μορφῆς τύπον ἐκπροφαίνουσα, ἄλλοτε μὲν προφανής, ποτὲ δὲ σκοτόεσσα, νυχαυγής, ἀνταίαις ἐφόδοισι κατὰ ζοφοειδέα νύκτα. ἀλλά, θεά, λίτομαί σε, καταχθονίων βασίλεια,
ψυχῆς ἐκπέμπειν οἶστρον ἐπὶ τέρματα γαίης, εὐμενὲς εὐίερον μύσταις φαίνουσα πρόσωπον.
ΜΗΛΙΝΟΗΣ(μεταφραση)
Την Μηλινόην προσκαλώ, την γηΐνην νύμφην, με τον κίτρινον πέπλον, πού την
εγέννησεν η σεμνή Περσεφόνη πλησίον των εκβολών του Κωκυτού επάνω εις τα ιερά
κρεββάτια του Διός, υιού του Κρόνου• με αυτήν έσμιξε, αφού εξηπάτησε τον Πλούτωνα
με δόλιους απατηλούς τρόπους, και διέσπασε με θυμόν το διπλούν σώμα της
Περσεφόνης η οποία καθιστά μανιακούς τους Ανθρώπους με αέρινα φαντάσματα, αφού
έδειξε τον τύπον του προσώπου της με παράξενες μορφές άλλοτε μεν εμφανής
(φανερά), άλλοτε δε σκοτεινή, λάμπουσα κατά την νύκτα, με εχθρικάς επιθέσεις κατά
την σκοτεινήν νύκτα.
Αλλά σε παρακαλώ, θεά, βασίλισσα των καταχθόνιων, να αποπέμπης την μανίαν της
ψυχής εις τα πέρατα της γης, εμφανίζουσα εις τους μύστας ευνοϊκό Ιερόν πρόσωπον.
Τύχης
Δεῦρο, Τύχη• καλέω σ', ἀγαθῶν κράντειραν, ἐπευχαῖς, μειλιχίαν, ἐνοδῖτιν, ἐπ' εὐόλβοις κτεάτεσσιν, Ἄρτεμιν ἡγεμόνην, μεγαλώνυμον,
Εὐβουλῆος αἵματος ἐκγεγαῶσαν, ἀπρόςμαχον εὖχος ἔχουσαν, τυμβιδίαν, πολύπλαγκτον, ἀοίδιμον ἀνθρώποισιν. ἐν σοὶ γὰρ βίοτος θνητῶν παμποίκιλός ἐστιν•
οἷς μὲν γὰρ τεύχεις κτεάνων πλῆθος πολύολβον, οἷς δὲ κακὴν πενίην θυμῶι χόλον ὁρμαίνουσα. ἀλλά, θεά, λίτομαί σε μολεῖν βίωι εὐμενέουσαν, ὄλβοισι πλήθουσαν ἐπ' εὐόλβοις κτεάτεσσιν.
ΤΥΧΗΣ(μεταφραση)
Εδώ ώ Τύχη, σε προσκαλώ, εσέ την αγαθήν κυβερνήτισσα, για να ευχηθούμε, εις εσέ
την μαλακήν, την διαμένουσαν εις τας οδούς, σε πλούσια κτήματα εσέ την βασίλισσαν
Αρτεμιν την ένδοξον πού εγεννήθης από το αίμα του Ευβούλου που έχεις ακαταμάχητον
καύχημα εσέ που κάνεις ευμετάβολον τον βίον των ανθρώπων διότι από σε εξαρτάται ο
πολυποίκιλος βίος των ανθρώπων και εις άλλους μεν παρέχεις πλούτον άπειρον, εις
άλλους όμως δίδεις την αθλίαν πτώχεια και διεγείρεις εις την καρδιά των οργήν. Αλλά,
θεά, σε παρακαλώ να έλθης εις τον βίον μας ευμενής, γεμάτη από ευτυχία με πλούσια
δώρα.
Δαίμονος
Δαίμονα κικλήσκω μεγάλαν ἡγήτορα φρικτόν, μειλίχιον Δία, παγγενέτην, βιοδώτορα θνητῶν, Ζῆνα μέγαν, πολύπλαγκτον,
ἀλάστορα, παμβασιλῆα, πλουτοδότην, ὁπόταν γε βρυάζων οἶκον ἐσέλθηι, ἔμπαλι δὲ τρύχοντα βίον θνητῶν πολυμόχθων• ἐν σοὶ γὰρ λύπης τε χαρᾶς κληῖδες ὀχοῦνται.
τοιγάρ τοι, μάκαρ, ἁγνέ, πολύστονα κήδε' ἐλάσσας, ὅσσα βιοφθορίην πέμπει κατὰ γαῖαν ἅπασαν, ἔνδοξον βιοτῆς γλυκερὸν τέλος ἐσθλὸν ὀπάζοις.
ΔΑΙΜΟΝΟΣ(μεταφραση)
Τον Δαίμονα επικαλούμαι τον μέγαν τον καλόν οδηγόν τον φρικτόν τον μαλακόν Δία,
τον γεννήτορα των πάντων, αυτόν πού δίδει την ζωήν εις τους θνητούς, τον Δία τον
μεγάλον τον πολυπλάνητον, τον τιμωρόν, τον βασιλέα των πάντων τον δίδοντα τον
πλούτον, όταν εισέλθη εις τον οίκον φουσκωμένος (από δώρα), και αντιθέτως αφανίζεις
την περιουσίαν των ανθρώπων, πού μοχθούν πολύ διότι εσύ κατέχεις τα κλειδιά της
λύπης και της χαράς. Δια τούτο, ώ μακάριε, αγνέ, αφού απομακρύνεις τας λυπηράς
ανησυχίας, όσαι στέλλουν την καταστροφήν της ζωής εις όλην την γην, είθε να μας
δώσης ένδοξον γλυκύ καλό τέλος του βίου.
Λευκοθέας
Λευκοθέαν καλέω Καδμηίδα, δαίμονα σεμνήν, εὐδύνατον, θρέπτειραν ἐυστεφάνου Διονύσου. κλῦθι, θεά, πόντοιο βαθυστέρνου μεδέουσα, κύμασι τερπομένη, θνητῶν σώτειρα μεγίστη•
ἐν σοὶ γὰρ νηῶν πελαγοδρόμος ἄστατος ὁρμή, μούνη δὲ θνητῶν οἰκτρὸν μόρον εἰν ἁλὶ λύεις, οἷς ἂν ἐφορμαίνουσα φίλη σωτήριος ἔλθοις. ἀλλά, θεὰ δέσποινα, μόλοις ἐπαρωγὸς ἐοῦσα
νηυσὶν ἐπ' εὐσέλμοις σωτήριος εὔφρονι βουλῆι, μύσταις ἐν πόντωι ναυσίδρομον οὖρον ἄγουσα.
ΛΕΥΚΟΘΕΑΣ(μεταφραση)
Την Λευκοθέαν προσκαλώ, την κόρην του Κάδμου, την σεμνήν θεάν, την δυνατήν, την
τροφόν του καλλιστεφάνου Διονύσου.
Ακουσε με, θεά εσύ πού κυβερνάς τον βαθύστερνο πόντον πού τέρπεσαι στα κύματα,
και είσαι ή μεγαλύτερα σωτηρία των ανθρώπων διότι από σε εξαρτάται η ασταθής ορμή
των πλοίων, πού διατρέχουν το πέλαγος, και μόνον εσύ απολυτρώνεις τους ανθρώπους
από τον θλιβερόν θάνατον εις την θάλασσαν, προς όσους εφορμώσα ήθελες έλθει ως
φίλη σωτηρία. Αλλά, ώ θεά δέσποινα, είθε να έλθης, επειδή είσαι βοηθός.
εις τα καλοφκιαγμένα πλοία ως σωτηρία με ευχάριστη διάθεσιν,
και εις τους μύστας, πού ευρίσκονται εις την θάλασσαν, να φέρης ούριον άνεμον πού
επιταχύνει τον πλουν.
Παλαίμονος
Σύντροφε βακχεχόροιο Διωνύσου πολυγηθοῦς, ὃς ναίεις πόντοιο βυθοὺς ἁλικύμονας, ἁγνούς, κικλήσκω σε, Παλαῖμον, ἐπ' εὐιέροις τελεταῖσιν ἐλθεῖν εὐμενέοντα, νέωι γήθοντα προσώπωι,
καὶ σώζειν μύστας κατά τε χθόνα καὶ κατὰ πόντον• ποντοπλάνοις γὰρ ἀεὶ ναυσὶν χειμῶνος ἐναργὴς φαινομένου σωτὴρ μοῦνος θνητοῖς ἀναφαίνηι, ῥυόμενος μῆνιν χαλεπὴν κατὰ πόντιον οἶδμα.
ΠΑΛΑΙΜΟΝΟΣ(μεταφραση)
Ώ σύντροφε του Διονύσου του τερπνού, που σύρει τον βακχικόν
χορόν, συ που κατοικείς εις τους καθαρούς βυθούς του πόντου με τα μεγάλα κύματα,
εσέ επικαλούμαι τον Παλαίμονα να προσέλθης ευμενής εις τας ιεράς τελετάς και
χαρούμενος με νέον πρόσωπον, και να διασώζης τους μύστας και εις την γήν και εις την
θάλασσαν Διότι εσύ μόνον εμφανίζεσαι πάντοτε φανερά ως σωτήρ των ανθρώπων, πού
περιπλανώνται με τα πλοία εις την θάλασσαν, όταν αναφαίνεται βαρυχειμωνιά, και τους
διασώζεις από την βαρεία μανίαν της θαλασσοταραχές
Μουσῶν
Μνημοσύνης καὶ Ζηνὸς ἐριγδούποιο θύγατρες, Μοῦσαι Πιερίδες, μεγαλώνυμοι, ἀγλαόφημοι, θνητοῖς, οἷς κε παρῆτε, ποθεινόταται, πολύμορφοι, πάσης παιδείης ἀρετὴν γεννῶσαι ἄμεμπτον,
θρέπτειραι ψυχῆς, διανοίας ὀρθοδότειραι, καὶ νόου εὐδυνάτοιο καθηγήτειραι ἄνασσαι,
αἳ τελετὰς θνητοῖς ἀνεδείξατε μυστιπολεύτους, Κλειώ τ' Εὐτέρπη τε θάλειά τε Μελπομένη τε Τερψιχόρη τ' Ἐρατώ τε Πολύμνιά τ' Οὐρανίη τε Καλλιόπηι σὺν μητρὶ καὶ εὐδυνάτηι θεᾶι Ἁγνῆι. ἀλλὰ μόλοιτε, θεαί, μύσταις, πολυποίκιλοι, ἁγναί, εὔκλειαν ζῆλόν τ' ἐρατὸν πολύυμνον ἄγουσαι.
ΜΟΥΣΩΝ(μεταφραση)
Σεις αι θυγατέρες της Μνημοσύνης και του βροντερού Διός ώ ένδοξες Πιερίδες Μούσαι
με την λαμπράν φήμην σεις εις όσους ανθρώπους παρευρεθήτε είσθε περιπόθητες,
πολύμορφες, επειδή γεννάτε την άμεμπτον αρετήν πάσης παιδείας εσείς τρέφετε την
ψυχήν και δίδετε την ορθήν κατεύθυνσιν εις την διανόησιν και είσθε αι οδηγοί βασίλισσαι
του δυνατού νου σεις που εδείξατε εις τους ανθρώπους τας τελετάς, αι οποίοι
εορτάζονται με μυστήρια, σεις η Κλειώ η Ευτέρπη, η Θάλεια, η Μελπομένη η Τερψιχόρη,
η Ερατώ, η Πολυμνία, η Ουρανία και η μητέρα μου Καλλιόπη, πού είσθε αγνές θεές πολύ
ισχυρές.
Αλλά είθε ώ θεοί να προσέλθετε εις τους μύστας σεις πού είσθε πολυποίκιλοι καί αγναί
και να φέρετε εις αυτούς δόξαν καί ζήλον (επιθυμίαν προς δόξαν) αξιεραστον και
πολυύμνητον.
Μνημοσύνης
Μνημοσύνην καλέω, Ζηνὸς σύλλεκτρον, ἄνασσαν, ἣ Μούσας τέκνωσ' ἱεράς, ὁσίας, λιγυφώνους, ἐκτὸς ἐοῦσα κακῆς λήθης βλαψίφρονος αἰεί, πάντα νόον συνέχουσα βροτῶν ψυχαῖσι σύνοικον,
εὐδύνατον κρατερὸν θνητῶν αὔξουσα λογισμόν, ἡδυτάτη, φιλάγρυπνος ὑπομνήσκουσά τε πάντα, ὧν ἂν ἕκαστος ἀεὶ στέρνοις γνώμην κατάθηται, οὔτι παρεκβαίνουσ', ἐπεγείρουσα φρένα πᾶσιν. ἀλλά, μάκαιρα θεά, μύσταις μνήμην ἐπέγειρε εὐιέρου τελετῆς, λήθην δ' ἀπὸ τῶνδ' ἀπόπεμπε.
ΜΝΗΜΟΣΥΝΗΣ(μεταφραση)
Την Μνημοσύνην προσκαλώ, την συζυγον του Διός, την βαοίλισσαν. ή οποία εγέννησε
τας ιεράς Μούσας, τας οσίας, τάς λιγυροφώνους (με την λιγυρή φωνή) πού έχει πάντοτε
την μνήμην της έξω από την κακίαν ή οποία (κακία) βλάπτει τάς φρενας καί συγκρατεί
κάθε νουν των βροτών σύνοικον με τας ψυχάς και αυξάνει τον δυνατόν και ισχυρόν
λογισμόν των ανθρώπων είναι γλυκύτατη, αγαπά την αγρυπνίαν υπενθυμίζει τα πάντα
περί των οποίων ο καθένας σχηματίζει πάντοτε γνώμιν (αποκτά μνήμην) ούτε
παρεκτρέπεται καί διεγείρει εις όλους την σκέψιν.
Αλλά μακαρία θεά, ξεσήκωσε (δυνάμωσε) την μνήμην εις τους μύστας της ιεράς ταύτης
τελετουργίας, και απόδιωξε από αυτούς την λησμοσύνη.
Ἠοῦς
Κλῦθι, θεά, θνητοῖς φαεσίμβροτον ἦμαρ ἄγουσα, Ἠὼς λαμπροφαής, ἐρυθαινομένη κατὰ κόσμον, ἀγγέλτειρα θεοῦ μεγάλου Τιτᾶνος ἀγαυοῦ, ἣ νυκτὸς ζοφερήν τε καὶ αἰολόχρωτα πορείην
ἀντολίαις ταῖς σαῖς πέμπεις ὑπὸ νέρτερα γαίης• ἔργων ἡγήτειρα, βίου πρόπολε θνητοῖσιν• ἧι χαίρει θνητῶν μερόπων γένος• οὐδέ τίς ἐστιν, ὃς φεύγει τὴν σὴν ὄψιν καθυπέρτερον οὖσαν,
ἡνίκα τὸν γλυκὺν ὕπνον ἀπὸ βλεφάρων ἀποσείσηις, πᾶς δὲ βροτὸς γήθει, πᾶν ἑρπετὸν ἄλλα τε φῦλα τετραπόδων πτηνῶν τε καὶ εἰναλίων πολυεθνῶν• πάντα γὰρ ἐργάσιμον βίοτον θνητοῖσι πορίζεις. ἀλλά, μάκαιρ', ἁγνή, μύσταις ἱερὸν φάος αὔξοις.
ΗΟΥΣ(μεταφραση)
Ακουσε με συ η θεά, πού φέρεις εις τους ανθρώπους την ημέραν πού δίδει το φως συ η
Ηώς η λαμπροφέγγουσα πού γίνεται κόκκινη στον κόσμο, η αγγελιαφόρος του μεγάλου
θεού του ένδοξου Τιτάνος, συ η όποια κατά την ανατολήν σου διώχνεις της νυκτός την
μαυρόχρωμη πορεία και την εξαποστέλλεις εις τα βάθη της γης, συ πού είσαι οδηγός εις
τα έργα των ανθρώπων και εξυπηρετείς τον βίον των με σένα χαίρεται το γένος των
θνητών ανθρώπων και δεν υπάρχει κανείς, ο οποίος αποφεύγει την ιδικήν σου όψιν (να
βλέπη εσένα), αφού είσαι ανωτέρα από κάθε άλλην, όταν απομακρύνης από τα βλέφαρα
των τον γλυκύν ύπνον
και κάθε άνθρωπος ευχαριστείται να σε βλέπη, καθώς και κάθε ερπετόν και όλα τα άλλα
γένη των τετραπόδων ζώων. των πουλιών και των θαλασσινών, πού ανήκουν σε πολλά
είδη
διότι προσπορίζεις εις τους ανθρώπους όλον τον χρόνον την αυγήν, πού είναι
κατάλληλος προς εργασίαν για να ζήσουν. Αλλά εσύ η μακαρία ή αγνή είθε να αύξησης
εις τους μύστας το ιερόν φώς.
Θέμιδος
Οὐρανόπαιδ' ἁγνὴν καλέω θέμιν εὐπατέρειαν, Γαίης τὸ βλάστημα, νέην καλυκώπιδα κούρην, ἣ πρώτη κατέδειξε βροτοῖς μαντήιον ἁγνὸν Δελφικῶι ἐν κευθμῶνι θεμιστεύουσα θεοῖςι
Πυθίωι ἐν δαπέδωι, ὅθι Πύθων ἐμβασίλευεν• ἣ καὶ Φοῖβον ἄνακτα θεμιστοσύνας ἐδίδαξε• πάντιμ', ἀγλαόμορφε, σεβάσμιε, νυκτιπόλευτε• πρώτη γὰρ τελετὰς ἁγίας θνητοῖς ἀνέφηνας, βακχιακὰς ἀνὰ νύκτας ἐπευάζουσα ἄνακτα• ἐκ σέο γὰρ τιμαὶ μακάρων μυστήριά θ' ἁγνά. ἀλλά, μάκαιρ', ἔλθοις κεχαρημένη εὔφρονι βουλῆι
εὐιέρους ἐπὶ μυστιπόλου τελετὰς σέο, κούρη.
ΘΕΜΙΔΟΣ(μεταφραση)
Την κορην του Ουρανού την άγνήν προσκαλώ, την θέμιν με τον καλόν πατέρα, το νέον
βλαστάρι της Γης την κόρην πού έχει πρόσωπον σαν άνθος,
πού πρώτη έδειξε εις τους ανθρώπους το ιερόν μαντείον
εις τον κρυψώνα των Δελφών και απέδιδε το δίκαιον εις τους θεούς εις τον ναόν του
Απόλλωνος, ότε έβασίλευεν εις τους Δελφούς αυτή πού και τον Φοίβον τον άνακτα
εδίδαξε τα δίκαια συ ή έχουσα όλας τάς τιμάς, με την λαμπράν μορφήν, ή σεβαστή, πού
περιπλανασαι κατά την νύκτα διότι πρώτη εσύ εφανέρωσες εις τους ανθρώπους τάς
αγίας ιεροτελεστίας και επευφημούσες τον άνακτα κατά τάς βακχικάς νύκτας διότι από
σένα προέρχονται αι τιμαί των θεών καί τα άγια μυστήρια.
Αλλά, μακαρία, είθε να ελθης χαρούμενη με ευφρόσυνον διάθεσιν
εις τάς ιεράς μυστηριακάς τελετουργίας, που γίνονται για σε, ώ κόρη.
Βορέου
Χειμερίοις αὔραισι δονῶν βαθὺν ἠέρα κόσμου, κρυμοπαγὴς Βορέα, χιονώδεος ἔλθ' ἀπὸ θράικης
λῦέ τε παννέφελον στάσιν ἠέρος ὑγροκελεύθου ῥιπίζων ἰκμάσιν νοτεραῖς ὀμβρηγενὲς ὕδωρ, αἴθρια πάντα τιθείς, θαλερόμματον αἰθέρα τεύχων ἀκτίνες ὣς λάμπουσιν ἐπὶ χθονὸς ἠελίοιο.
ΒΟΡΕΟΥ(μεταφραση)
Ω συ πού με τις χειμωνιάτικες αύρες δονείς (συγκλονίζεις. ταράσσεις) τον βαθύν αέρα
του κόσμου, συ ο παγετώδης Βορέας, έλα από την χιονοσκεπή θράκην
και λύσε την στάσιν (το σταμάτημα), πού είναι σκεπασμένη από σύννεφα, του αέρος,
που έχει τον δρόμον του στα νερά.
Ζεφύρου
Αὖραι παντογενεῖς Ζεφυρίτιδες, ἠεροφοῖται,ἡδυπνοοι, ψιθυραί, θανάτου ἀνάπαυσιν ἔχουσαι,εἰαριναί, λειμωνιάδες, πεποθημέναι ὅρμοις,σύρουσαι ναυσὶ τρυφερονὅρμον, ἠέρα κοῦφον•ἔλθοιτ' εὐμενέουσαι, ἐπιπνείουσαι ἀμεμφεῖς, ἠέριαι, ἀφανεῖς, κουφόπτεροι, ἀερόμορφοι.
ΖΕΦΥΡΟΥ(μεταφραση)
Ω αύρες του Ζέφυρου, πού γεννιέσθε στον πόντο και περιφέρεσθε στον αέρα, πού
πνέετε γλυκά και ψιθυριστά και παρέχετε ανακούφισιν από τους κόπους, ανοιξιάτικες,
πού φυσάτε εις τα λιβάδια και είσθε περιπόθητες εις τους όρμους (τα αγκυροβόλια).
ώ σεις πού σύρετε τα πλοία σε ήσυχο πέραμα με αέρα ελαφρών, είθε να έλθετε με
ευμένειαν με πνοές ευνοϊκές, αέρινες, αφανείς, σαν ελαφρά πτερά, με μορφήν αέρος.
Νότου
Λαιψηρὸν πήδημα δι' ἠέρος ὑγροπόρευτον, ὠκείαις πτερύγεσσι δονούμενον ἔνθα καὶ ἔνθα,
ἔλθοις σὺν νεφέλαις νοτίαις, ὄμβροιο γενάρχα• τοῦτο γὰρ ἐκ Διός ἐστι σέθεν γέρας ἠερόφοιτον, ὀμβροτόκους νεφέλας ἐξ ἠέρος εἰς χθόνα πέμπειν. τοιγάρ τοι λιτόμεσθα, μάκαρ, ἱεροῖσι χαρέντα πέμπειν καρποτρόφους ὄμβρους ἐπὶ μητέρα γαῖαν.
ΝΟΤΟΥ, (μεταφραση)
Σύ πού τρέχεις (πηδάς) γρήγορα δια του αέρος εις τα υγρά κύματα και δονείσαι με
γρήγορα πτερά εδώ και εκεί, είθε να έλθης με σύννεφα του νοτιά, συ ο γενάρχης της
βροχής. Διότι τούτο μόνον το δικαίωμα, το προνόμιον, εδόθη εις σε από τον Δία να
στέλλης δηλαδή από τον αέρα εις την γήν τα σύννεφα, πού σχηματίζονται στον Ουρανό
και πού γεννούν τις βροχές. Δια τούτο σε παρακαλούμεν, ώ μακάριε, αφού λαβής χαράν
από τάς θυσίας, να μας στέλλης είς την μητέρα γήν τις βροχές, πού τρέφουν τους
καρπούς.
Ὠκεανοῦ
Ὠκεανὸν καλέω, πατέρ' ἄφθιτον, αἰὲν ἐόντα, ἀθανάτων τε θεῶν γένεσιν θνητῶν τ' ἀνθρώπων, ὃς περικυμαίνει γαίης περιτέρμονα κύκλον• ἐξ οὗπερ πάντες ποταμοὶ καὶ πᾶσα θάλασσα καὶ χθόνιοι γαίης πηγόρρυτοι ἰκμάδες ἁγναί. κλῦθι, μάκαρ, πολύολβε, θεῶν ἅγνισμα μέγιστον,
τέρμα φίλον γαίης, ἀρχὴ πόλου, ὑγροκέλευθε, ἔλθοις εὐμενέων μύσταις κεχαρημένος αἰεί.
ΩΚΕΑΝΟΥ(μεταφραση)
Τον Ώκεανόν προσκαλώ, τον αθάνατον
πατέρα, τον πάντοτε υπάρχοντα,την αρχήν των αθανάτων θεών και των θνητών
ανθρώπων ο οποίος κυματίζει γύρω από την γήν πού την
περικυκλώνει. Από αυτόν προέρχονται όλοι οι ποταμοί καί όλη
η θάλασσα και αι αγναί υποχθόνιοι ικμάδες της γης πού
ρέουν από τις πηγές. Άκουσε με, ώ μακάριε, πού παρέχεις πολλήν ευτυχίαν και είσαι το
μεγαλύτερον εξαγνιστικόν μέσον των θεών, το αγαπητόν τέρμα της γης η αρχή του
πόλου συ που έχεις ως δρόμο τα νερά.
Είθε να έλθης με ευμένειαν παρέχων πάντοτε την χάριν σου είς τους μύστας.
Ἑστίας
Ἑστία εὐδυνάτοιο Κρόνου θύγατερ βασίλεια, ἣ μέσον οἶκον ἔχεις πυρὸς ἀενάοιο, μεγίστου, τούσδε σὺ ἐν τελεταῖς ὁσίους μύστας ἀναδείξαις, θεῖσ' αἰειθαλέας, πολυόλβους, εὔφρονας, ἁγνούς•
οἶκε θεῶν μακάρων, θνητῶν στήριγμα κραταιόν, ἀιδίη, πολύμορφε, ποθεινοτάτη, χλοόμορφε• μειδιόωσα, μάκαιρα, τάδ' ἱερὰ δέξο προθύμως, ὄλβον ἐπιπνείουσα καὶ ἠπιόχειρον ὑγείαν.
ΕΣΤΙΑΣ(μεταφραση)
Ω Εστία βασίλισσα, θυγατέρα του ισχυρού Κρόνου,
συ η οποία κατέχεις το μέσον της κατοικίας του αιωνίου μεγίστου πυρός, είθε συ αυτούς
εδώ τους ιερούς μύστας να τους αναδείξης κατά τάς τελετάς και να τους κάμης να είναι
πάντοτε θαλεροί, πολυευτυχισμένοι ευφρόσυνοι, αγνοί συ είσαι η κατοικία των μακαρίων
θεών, το ισχυρόν στήριγμα των ανθρώπων συ η αιωνία, η πολύμορφη, η περιπόθητη, η
όμοια με χλόην πού σκορπίζεις μειδιάματα, ή μακαρία, δέξου με προθυμίαν αυτές τις
θυσίες και φύσηξε μας ευτυχίαν και την υγείαν, πού καταπραύνει τον άνθρωπον.
Ὕπνου
Ὕπνε, ἄναξ μακάρων πάντων θνητῶν τ' ἀνθρώπων καὶ πάντων ζώιων, ὁπόσα τρέφει εὐρεῖα χθών• πάντων γὰρ κρατέεις μοῦνος καὶ πᾶσι προσέρχηι
σώματα δεσμεύων ἐν ἀχαλκεύτοισι πέδηισι, λυσιμέριμνε, κόπων ἡδεῖαν ἔχων ἀνάπαυσιν
καὶ πάσης λύπης ἱερὸν παραμύθιον ἔρδων• καὶ θανάτου μελέτην ἐπάγεις ψυχὰς διασώζων• αὐτοκασίγνητος γὰρ ἔφυς Λήθης θανάτου τε. ἀλλά, μάκαρ, λίτομαί σε κεκραμένον ἡδὺν ἱκάνειν σώζοντ' εὐμενέως μύστας θείοισιν ἐπ' ἔργοις.
ΥΠΝΟΥ(μεταφραση)
θυμίαμα, μετά μήκωνος
Ώ ύπνε, συ ο βασιλεύς όλων των μακαρίων θεών καί των θνητών ανθρώπων καί όλων
των ζώων όσα τρέφει η ευρεία γή διότι μόνος σου είσαι κυρίαρχος όλων και προσέρχεσαι
εις όλους καί δεσμεύεις τα σώματα με δεσμά, που δεν είναι κατασκευασμένα από χαλκό.
Εσύ μας απαλλάσσεις από τις φροντίδες καί μας παρέχεις γλυκεία ανακούφισι από τους
κόπους καί μας παρασκευάζεις για κάθε λύπη μια ιερή παρηγοριά και μας φέρεις επίσης
την άσκησιν (την προπαρασκευήν) του θανάτου καί διασώζεις τάς ψυχάς μας διότι εσύ
είσαι εκ φύσεως ο γνήσιος αδελφός της Λήθης καί του θανάτου. Αλλα, ώ μακάριε, σε
παρακαλώ να έλθης συγκερασμένος με γλυκύτητα καί να σώζης ευνοϊκώς τους μύστας
για τα θεϊκά έργα.
Ὀνείρου
Κικλήσκω σε, μάκαρ, τανυσίπτερε, οὖλε Ὄνειρε, ἄγγελε μελλόντων, θνητοῖς χρησμωιδὲ μέγιστε• ἡσυχίαι γὰρ ὕπνου γλυκεροῦ σιγηλὸς ἐπελθών,
προςφωνῶν ψυχαῖς θνητῶν νόον αὐτὸς ἐγείρεις, καὶ γνώμας μακάρων αὐτὸς καθ' ὕπνους ὑποπέμπεις, σιγῶν σιγώσαις ψυχαῖς μέλλοντα προφαίνων,
οἷσιν ἐπ' εὐσεβίηισι θεῶν νόος ἐσθλὸς ὁδεύει, ὡς ἂν ἀεὶ τὸ καλὸν μέλλον, γνώμηισι προληφθέν, τερπωλαῖς ὑπάγηι βίον ἀνθρώπων προχαρέντων, τῶν δὲ κακῶν ἀνάπαυλαν, ὅπως θεὸς αὐτὸς ἐνίσπηι
εὐχωλαῖς θυσίαις τε χόλον λύσαντες ἀνάκτων. εὐσεβέσιν γὰρ ἀεὶ τὸ τέλος γλυκερώτερόν ἐστι, τοῖς δὲ κακοῖς οὐδὲν φαίνει μέλλουσαν ἀνάγκην ὄψις ὀνειρήεσσα, κακῶν ἐξάγγελος ἔργων, ὄφρα μὴ εὕρωνται λύσιν ἄλγεος ἐρχομένοιο. ἀλλά, μάκαρ, λίτομαί σε θεῶν μηνύματα φράζειν, ὡς ἂν ἀεὶ γνώμαις ὀρθαῖς κατὰ πάντα πελάζηις
μηδὲν ἐπ' ἀλλοκότοισι κακῶν σημεῖα προφαίνων.
ΟΝΕΙΡΟΥ(μεταφραση)
Εσένα προσκαλώ, ώ μακάριε, με τα μεγάλα πτερά, ώ Όνειρε ωλοκληρωμένε, συ ο
αγγελιαφόρος εκείνων, πού μέλλουν να γίνουν, μεγάλε προφήτη των ανθρώπων διότι
εσύ επέρχεσαι σιωπηλός κατά την ησυχίαν του γλυκού ύπνου και φωνάζεις (ομιλείς) στις
ψυχές των ανθρώπων και συ ο Βίος διεγείρεις το μυαλό τους (τους ξυπνάς το μυαλό),
και τους στέλλεις κρυφά στον ύπνο τους τάς γνώμας των θεών καί άφωνος φανερώνεις
στις ψυχές τίς κοιμισμένες τα μέλλοντα να συμβούν είς εκείνους τους ανθρώπους, των
οποίων ο καλός νους συμβαδίζει προς την εύσέβειαν των θεών, ώστε πάντοτε το καλόν
μάλλον, προκαθορισθέν δια των γνωμών των θεών να ειδοποιής και να καθοδηγής με
τέρψεις τον βίον των ανθρώπων, πού ησθάνθησαν εκ των προτέρων χαράν να έχουν δε
ανακούφιση από τα κακά, καθώς ίδιος ο θεός θα τους ειπη δια να διαλύσουν με
προσευχάς και θυσίας την οργήν των βασιλέων διότι το τέλος των ευσεβών ανθρώπων
είναι πάντοτε γλυκύτερον.
Εις τους κακούς όμως ανθρώπους δεν είναι δυνατόν να φανέρωση την μελλοντικήν ζωήν
των το δράμα του ονείρου (ο Όνειρος) ως άγγελος κακών έργων, δια να ημπορέσουν να
εύρουν (οι κακοί Ανθρωποι) την απαλλαγήν από τα δεινά (τα κακά) πού έρχονται.
Αλλά σε παρακαλώ, ώ μακάριε, να μας έξαγγέλλης τα μηνύματα των θεών, ώστε να μας
πλησιάζης πάντοτε με ορθάς κατά πάντα γνωμας και να μη μας φανερώνης σημεία
δυσάρεστα.
Θανάτου
Κλῦθί μευ, ὃς πάντων θνητῶν οἴηκα κρατύνεις πᾶσι διδοὺς χρόνον ἁγνόν, ὅσων πόρρωθ' ὑπάρχεις•
σὸς γὰρ ὕπνος ψυχῆς θραύει καὶ σώματος ὁλκόν, ἡνίκ' ἂν ἐκλύηις φύσεως κεκρατημένα δεσμὰ τὸν μακρὸν ζώιοισι φέρων αἰώνιον ὕπνον, κοινὸς μὲν πάντων, ἄδικος δ' ἐνίοισιν ὑπάρχων,
ἐν ταχυτῆτι βίου παύων νεοήλικας ἀκμάς• ἐν σοὶ γὰρ μούνωι πάντων τὸ κριθὲν τελεοῦται• οὔτε γὰρ εὐχαῖσιν πείθηι μόνος οὔτε λιταῖσιν. ἀλλά, μάκαρ, μακροῖσι χρόνοις ζωῆς σε πελάζειν
αἰτοῦμαι, θυσίαις καὶ εὐχωλαῖς λιτανεύων, ὡς ἂν ἔοι γέρας ἐσθλὸν ἐν ἀνθρώποισι τὸ γῆρας.
ΘΑΝΑΤΟΥ(μεταφραση)
Ακουσε με, συ που κρατείς όλων των ανθρώπων την ζωήν, και που δίδεις χρόνον αγνόν
εις εκείνους, από τους οποίους ευρίσκεσαι μακράν.
Διότι ο ιδικός σου ύπνος τσακίζει την ψυχήν και σύρει το σώμα, διότι διαλύεις τα
συγκρατημένα δεσμά του σώματος (τα δεσμά πού συγκρατούν το σώμα), και φέρεις εις
τους ζωντανούς τον μακρόν αιώνιον ύπνον και είσαι μεν κοινός εις όλους, άλλ' εις
μερικούς δείχνεσαι άδικος, όταν με ταχύτητα θετής τέρμα του βίου εις ανθρώπους
ακμαίους και νέους κατά την ηλικίαν διότι από εσένα μόνον εκτελείται εκείνο πού
απεφασίσθη περί όλων διότι μόνον εσύ δεν πείθεσαι ούτε από προσευχάς ούτε από
παρακλήσεις. Αλλά ώ μακάριε, σου ζητώ να προσέρχεσαι ύστερα από πολλά έτη ζωής,
και σε παρακαλώ γι αυτό με θυσίες και με προσευχές ώστε το γήρας (τα γηρατειά) να
είναι για τους ανθρώπους καλόν βραβείον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου